«Για κάθε συμπτωματικό, υπάρχει ένας ασυμπτωματικός που μπορεί να μεταδώσει τη νόσο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσιόδρας, σχολιάζοντας τις ενδείξεις για τον τρόπο μετάδοσης του κορονοϊού.
Όπως εξήγησε, υπάρχουν πολλοί παράμετροι, αλλά βάσει μαθηματικών μοντέλων υπολογίζεται ότι υπάρχει ένα ποσοστό από 10% έως 50% των μεταδόσεων που οφείλεται σε ασυμπτωματικούς!
Θυμίζουμε ότι, όπως έχει αναφέρει και ο Καθηγητής, ένα άτομο με το νέο κορονοϊό μπορεί να το μεταδώσει σε άλλα δύο. Αυτό είναι ένα διαφορετικό δεδομένο που σχετίζεται με το βαθμό μετάδοσης του ιού. Όπως επίσης, ένα άλλο δεδομένο που έχει παρατηρηθεί είναι πως σε κάθε περίπτωση οι ασυμπτωματικοί φαίνεται ότι δεν είναι τόσο μεταδοτικοί όσο οι συμπτωματικοί.
«Σε ανθρώπους που έχουν πολύ ελαφρά συμπτωματολογία γιατί είναι νέοι, το περνάνε ελαφρά, δεν γνωρίζουν ότι το έχουν, τους τρώει λίγο ο λαιμός τους και δεν δίνουν τη σημασία που πρέπει. Θέλει λοιπόν πάρα πολλή προσοχή, ώστε να τηρηθεί το μήνυμα που επαναλαμβάνω: Θεωρητικά όλοι μας είναι δυνατόν να έχουμε τη νόσο», σημείωσε ο κ. Τσιοδράς.
Όπως διευκρίνισε δεν πρέπει να εστιάσουμε στο αν έχουμε τη νόσο, κυρίως γιατί οι περισσότεροι θα την περάσουν ελαφρά. Αν και, όπως, σημείωσε ο Καθηγητής, δυστυχώς θα υπάρξουν και μερικοί νέοι που θα το περάσουν σοβαρά, αφού δεν υπάρχει ανοσία.
Ακόμα και κάποιος ασυμπτωματικός, λοιπόν, ή κάποιος με ελαφρά συμπτώματα μπορεί να μεταδίδει τη νόσο. Βέβαια, εικόνα ακριβούς ποσοστού δεν υπάρχει, παρά μόνο εκτιμήσεις, που βασίζονται σε ελάχιστα δεδομένα. Ο ιός παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγνωστος, με τους επιστήμονες να πασχίζουν να ανακαλύψουν όσο περισσότερα, ώστε να βοηθήσουν όσους συναδέλφους τους παλεύουν στα νοσοκομεία για να κρατήσουν στη ζωή ασθενείς και στα εργαστήρια να αναπτύξουν θεραπείες και εμβόλια.
Το μηχανισμό μετάδοσης του ιού τον δείξουν στο μέλλον με μελέτες αντισωμάτων. Όταν δηλαδή ο κορονοϊός θα έχει κάνει την πορεία του στις χώρες και θα ξέρουμε πόσοι ακριβώς έχουν περάσει τη νόσο, «όταν θα έχουμε ερωτηματολόγια στα οποία θα λέμε αν πέρασες ή είχες τότε συμπτώματα. Αυτές οι μελέτες θα μας καθοδηγήσουν τότε, για το τι ακριβώς συνέβαινε με τους συμπτωματικούς και τους ασυμπτωματικούς», συμπλήρωσε ο Καθηγητής.
Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει τώρα είναι να μη μεταδώσουμε τη νόσο. «Και μας ενδιαφέρει να μη μεταδώσουμε τη νόσο σε μικρό χρονικό διάστημα. Να μη γίνει αυτό το peak, αυτή η έξαρση με τους 700 και 800 και 900 και τους 1000 θανάτους την ημέρα που βλέπουμε στην Ιταλία», συμπλήρωσε. Όπως προέβλεψε, δε, αυτός ο αριθμός, αν δεν είχαμε λάβει μέτρα και δεν είχαμε εφαρμόσει τη λεγόμενη «κοινωνική απόσταση», δηλαδή περιορισμό των μετακινήσεων, των συναθροίσεων, παραμονή στο σπίτι και διατήρηση αποστάσεων μεταξύ μας, θα έφθανε τους 150 θανάτους ημερησίως και όχι 6 ή 7 που είναι σήμερα.
«Για φανταστείτε να είχαμε 150 θανάτους την ημέρα κατ’ αντιστοιχία τι θα ήταν αυτό».
«Άρα αυτή τη στιγμή επιβάλλεται από όλους μας να σκεφτούμε ότι πιθανώς να τον έχω, να μην έχω συμπτώματα και να τον μεταδώσω στον διπλανό μου. Άρα πρέπει να τηρήσω τα μέτρα», συμπλήρωσε. Κατά τον κ. Τσιόδρα διανύουμε κρίσιμες εβδομάδες, για να διασφαλίσουμε πως «έχουμε ένα σύστημα υγείας που θα μπορεί να ανταποκριθεί και να μην βλέπουμε σκηνές τύπου Wuhan, τύπου Ιταλίας, τύπου νοσοκομείων της Νέας Υόρκης».