Την ανάγκη επιτάχυνσης της εμβολιαστικής κάλυψης, ώστε να επιτευχθεί «ανοσιακός φραγμός» στο γενικό πληθυσμό υπογραμμίζει σε συνέντευξη του ο Ανδρέας Ξάνθος, προειδοποιώντας για την ισχυρή πιθανότητα νέου επιδημικού κύματος το φθινόπωρο.
Μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών ο πρώην Υπουργός Υγείας και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε και στη σημασία της έγκαιρης προετοιμασίας του ΕΣΥ, με βάση και την αρνητική εμπειρία της προηγούμενης περιόδου, στην ενεργή εμπλοκή της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, στην καλή επιδημιολογική επιτήρηση και το εκτεταμένο και αξιόπιστο testing στους χώρους εργασίας.
«Με τα νεότερα ερευνητικά δεδομένα που τεκμηριώνουν τον υψηλό βαθμό προστασίας από σοβαρή νόσηση που παρέχουν όλα τα εμβόλια, δεν μπορεί πλέον να έχει βάση η συζήτηση περί μη αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού», αναφέρει ο κύριος Ξανθός.
Μάλιστα σημειώνει ότι «τα εμβόλια ακόμα και στα σημερινά ποσοστά (40% των ενηλίκων με μία δόση και 27 % με δύο δόσεις) έχουν συμβάλει καταλυτικά στην βελτίωση των επιδημιολογικών δεικτών και στην υποχώρηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας στην χώρα. Όποιος το αμφισβητεί αυτό, ακόμα και με επιστημονικοφανή επιχειρήματα, βλάπτει σοβαρά την δημόσια υγεία».
Αν και διαπιστώνει ότι «η εμβολιαστική εκστρατεία στη χώρα μας έχει πάει αρκετά καλά στο οργανωτικό σκέλος και στην ψηφιακή υποστήριξη της», ξεκαθαρίζει ότι «υστερεί πολύ στα ποιοτικά στοιχεία της».
Όπως εξήγησε, «ένας στους τρεις ηλικιωμένους δεν έχει εμβολιαστεί, τα ποσοστά στο υγιειονομικό προσωπικό βελτιώνονται αλλά δεν είναι τα επιθυμητά, ενώ είναι άγνωστο το ποσοστό για τις ευπαθείς ομάδες ασθενών, για τους εκπαιδευτικούς, τους εργαζόμενους στον τουρισμό. Χρειάζεται λοιπόν στοχευμένη παρέμβαση από δω και πέρα, με διαφάνεια, ειλικρίνεια και επιστημονική τεκμηρίωση, για να πειστούν και οι πιο δύσπιστοι και επιφυλακτικοί πολίτες να εμβολιαστούν», εκτιμά ο κ. Ξανθός.
Σε ό,τι αφορά τη συζήτηση για την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών και περί προνομίων των εμβολιασμένων ,ο κ. Ξανθός κρίνει ότι είναι «πολύ προβληματική». Όπως εκτιμά θα δημιουργήσει αντιδράσεις και θα ενισχύσει το αντιεμβολιαστικό κλίμα στην κοινωνία.
«Αυτό όμως που πρέπει να συμφωνήσουμε είναι πως είναι υγιειονομικά και ηθικά αποδεκτό ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες (νοσηλεία ασθενών, φροντίδας ευπαθών ομάδων κλπ) να ασκούνται από εμβολιασμένους. Το πως ακριβώς είναι θέμα σοβαρής συζήτησης, με ισχυρές δικλείδες ασφαλείας από άποψη βιοηθικής, δικαίου και Συντάγματος», συμπλήρωσε.