Ο κ. Πλεύρης αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο θεσμό του Προσωπικού Γιατρού και την ψηφιοποίηση της υγείας, στη διασφάλιση πόρων από το ταμείο ανάκαμψης για την ανάπτυξη των προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, του μαστού και του παχέος εντέρου, καθώς και τα προγράμματα πρόληψης καρδιαγγειακών παθήσεων παιδικής παχυσαρκίας.
Επίσης, αναφέρθηκε στην αναβάθμιηση δημόσιων νοσοκομείων και κέντρων υγείας σε υποδομές και προσωπικό, καθώς και στα κίνητρα που δόθηκαν στους γιατρούς για να παραμείνουν στο ΕΣΥ, αυξάνοντας μεσοσταθμικά κατα 10% τους μισθούς και αντιστοίχως συγκεκριμένα επιδόματα για όσες ειδικότητες παρουσιάζουν έλλειψη όπως οι αναισθησιολόγοι και οι γιατροί του ΕΚΑΒ.
Άλλωστε, χθες ανακοινώθηκε και αύξηση του επιδόματος επικινδυνότητας εως 600 ευρώ, ενώ σε νέες προκηρύξεις που θα κυρηχθούν σε νοσοκομεία της περιφέρειας, θα μπορούν να ενταχθούν και ιδιωτική γιατροί, όπου υπάρχουν, προς ενίσχυση.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Ολύμπιος Παπαδημητρίου διερωτήθηκε κατά πόσο οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να συνεχίσουν να ανταποκρίνονται στη βασική τους αποστολή, κάνοντας διαθέσιμες όλες τις κατάλληλες θεραπείες στον πληθυσμό της χώρας και διασφαλίζοντας ότι κανένα φάρμακο δεν θα λείψει από Έλληνα ασθενή.
«Είναι γεγονός πως στη χώρα μας γίνονται προσπάθειες εκσυγχρονισμού του συστήματος υγείας», παραδέχθηκε και πρόσθεσε όμως ότι αυτό που φαίνεται να λείπει είναι ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο για την υγεία και πολύ περισσότερο για το φάρμακο.
Φαρμακευτική Πολιτική
Όσον αφορά στη φαρμακευτική πολιτική, ο Υπουργός Υγείας αναφέρθηκε τόσο στη συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και εντός της χώρας.
«Η ευρωπαϊκή πολιτική είναι σημαντική συνολικά για την πορεία της Ευρώπης στο κομμάτι του φαρμάκου», δήλωσε, τονίζοντας πως θα «πρέπει να ξαναδούμε το πως θα παραμείνει η φαρμακευτική παραγωγή στη [Γηραιά Ήπειρο]. Κάτι που σημαίνει περισσότερα χρήματα για την φαρμακοβιομηχανία της».
Όπως εξήγησε «η Ευρώπη έκανε μια στρατηγική επιλογή. Να αποξενωθεί από την παραγωγή του φαρμάκου. Αυτό δημιούργησε σε μεγάλο βαθμό την κρίση φαρμάκων που ζήσαμε πρόσφατα καθώς 25 από τις 27 χώρες της ΕΕ δήλωσαν ότι αδυνατούν να εξυπηρετήσουν πλήρως τους πολίτες τους σε ό,τι αφορά τα φάρμακα.
»Από την άλλη, σημαντικό ρόλο έπαιξε η εξάρτηση της παραγωγής από της πρώτες ύλες τη Ασίας, η αύξηση των λοιμώξεων, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις που πυροδότησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Εμείς το αντιμετωπίσαμε λιγότερο ως χώρα επειδή έχουμε εγχώρια παραγωγή φαρμάκων, ενώ συνεργαστήκαμε εγκαίρως με τους αρμόδιους φορείς».
Μάλιστα, για τον Υπουργό, η συζήτηση μείωσης του χρόνου ισχύος των δεδομένων προστασίας μπορεί να οδηγήσει αυτομάτως σε αύξηση των τιμών των φαρμάκων. «Δεν μπορουν να γίνουν όλα μαζί», ξεκαθάρισε.
«Αν θες να περιορίσεις το χρόνο προστασίας, επειδή η εταιρεία θα έχει μια εξίσωση για να βγάλει τα λεφτά που θέλει, προφανώς θα πας σε μία αύξηση των τιμών. Αυτό που ενδεχομένως ακούγεται ελκυστικό πολλές φορές και μιλάει για μείωση του χρόνου δεδομένων μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της καινοτομίας στην Ευρώπη και ακριβότερων φαρμάκων για τους Ευρωπαίους. Προσερχόμαστε λοιπόν σε αυτή τη συζήτηση με μεγάλο προβληματισμό».
Το θέμα για τον κ. Πλεύρη είναι πως η Ευρώπη θα μείνει στο επίκεντρο της καινοτομίας και πως θα δώσει κίνητρα επιστροφής της παραγωγής.
Ελλάδα και το «αγκάθι» του clawback
Για ακόμη μια φορά ο Υπουργός Υγείας χαρακτήρισε ως στρέβλωση το μέτρο του clawback.
Κατά τον κ. Πλεύρη, όλες οι χώρες κάνουν διαπραγματεύσεις για την τιμή των φαρμάκων, άρα κάποιο κομμάτι απορροφάται από τη φαρμακοβιομηχανία.
«Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνεται χωρίς όριο και χωρίς μέτρο» Όπως υποστήριξε, η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν η πρώτη που ανέλαβε μια ρήτρα συνυπαιτιότητας όπου για πρώτη φορά αυτή τη στιγμή θα μπαίνουν χρήματα στον προϋπολογισμό ακριβώς με βάση τον έλεγχο του clawback και η πρώτη που έθεσε το πλαίσιο του επενδυτικού clawback, που πρόκειται για χρήματα που γυρνούν πίσω στη βιομηχανία για έρευνα ή παραγωγή.
Ο κ. Πλεύρης αναφέρθηκε και στις διαπραγματεύσεις, κανοντας λόγο για επιτυχία της κυβέρνησης το «κλείσιμο» 920 εκατομμύριων ευρώ σε κλειστούς προϋπολογισμούς, με 450 εκατομμύρια ευρώ σε εκπτώσεις.
«Μπορούμε να συζητήσουμε το ύψος των εκπτώσεων. Προκειμένου να έχουν επιτυχία οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει κάποιος να βλέπει ότι όταν ο ίδιος παράγει μεγαλύτερη δαπάνη, θα επωμίζεται μεγαλύτερο κομμάτι», συμπλήρωσε.
Παραδέχθηκε, ωσστόσο, ότι δεν μπορούμε να στηριχθούμε μόνο σε διαπραγματεύσεις και εκπτώσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Πλεύρη έχουν αποσταλλεί στην ΗΔΙΚΑ μια σειρά από περιορισμοί και πρωτόκολλα, αλλά σε κάθε περίπτωση «οι νέες θεραπείες παίρνουν χώρο και έχουν μεγαλύτερη αξία».
Νέο μοντέλο υπολογισμού της αποζημίωσης
Ο κ. Πλευρής αναφέρθηκε σε μια νέα «εξίσωση» βάσει της οποίας θα υπολογίζεται το ύψος της αποζημίωσης για την κάθε θεραπεία, συνυπολογίζοντας και τις εκπτώσεις αξιοποιώντας τα εργαλεία του ΗΤΑ και της Διαπραγμάτευσης, επιτρέποντας έτσι την προβλεψιμότητα.
«Κατ’ επέκταση, κάθε νέα θεραπεία θα αποζημιώνεται στις ενδείξεις που πραγματικά έχουν θεραπευτικό όφελος, θα κλειδώνεται ο αριθμός των ασθενών, ενώ θα διασφαλίζεται και έκπτωση στη διαπραγμάτευσης», ανέφερε και πρόσθεσε:
«Άρα ξεκινάς με μια θεραπεία που κοστίζει 100 ευρώ για να το πούμε απλά. Από τις ενδείξεις μπορεί να αφαιρείται ένα 30% να πηγαίνει στα 70 και να παίρνουμε και ένα 40% στη διαπραγμάτευση» εξήγησε.
«Με τον τρόπο αυτό έχεις μια καινούργια δαπάνη που θα μπαίνει στον προϋπολογισμό, αν το συνδυάσεις με την υποκατάσταση που γίνεται αυτό που θα επιτυγχάνεται:
• Αφενός μεν η μία θεραπεία που έρχεται θα γίνεται με όρους κλειδώματος ασθενών, ενδείξεων και άρα με μια απόλυτη προβλεψιμότητα
• Αφετέρου δεν θα επωμίζονται τα φάρμακα που είναι στον προϋπολογισμό αυτήν την αύξηση της καινούργιας θεραπείας και δεν θα δημιουργηθεί αύξηση του clawback.
»Θεωρούμε ότι αυτή η εξίσωση που θα σας παρουσιαστεί σε συνδυασμό με παρατηρήσεις που θα γίνουν είναι ένα μοντέλο που θα οδηγήσει και στη βιωσιμότητα και στην ένταξη νέων θεραπειών και παράλληλα στον εξορθολογισμό ενός μέτρου που
μπήκε σε έκτακτες συνθήκες όμως επειδή έχει διευκολυνει πάρα πολύ δεν έχει οδηγήσει ποτέ την πολιτεία να λάβει τα διαρθρωτικά μέτρα που πρέπει», κατέληξε.
Παπαδημητρίου: Δύο αλήθειες και Τρείς Μύθοι για το Φάρμακο
Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ έκανε λόγο για μια νέα πραγματικότητα που επιτάσσει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στα συστήματα υγείας και κυρίως μια διαφορετική θεώρηση αυτών, ως πυλώνες κοινωνικής ευημερίας.
Όπως τόνισε «αυτό θα είναι εφικτό αν εστιάσουμε στην υγεία ως επένδυση με οικονομικά και κοινωνικά οφέλη και αν αποφύγουμε την απλοϊκή θεώρηση πως πρόκειται για κοινωνικό κόστος».
Πρόσθεσε, δε, πως η η ανακάλυψη των εμβολίων κατά της COVID-19 αποτελεί μόνο μια σταγόνα στον ωκεανό της ερευνητικής δραστηριότητας.
«Νέα εμβόλια, γονιδιακές και κυτταρικές θεραπείες, σωρεία νέων βιολογικών φαρμάκων βρίσκονται μέσα στα 8.000 νέα μόρια που τελούν υπό έρευνα και ανάπτυξη από την φαρμακευτική βιομηχανία παγκοσμίως», σημείωσε και πρόσθεσε πως την ίδια στιγμή «η χώρα μας βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, όπου οι προκλήσεις πολύ εύκολα θα εκτοπίσουν τις ευκαιρίες αν δεν αλλάξουμε τη θεώρηση που έχουμε για τα πράγματα».
• Η Ελλάδα είναι μια χώρα της οποίας δυστυχώς ο πληθυσμός μειώνεται ενώ η ηλικία του αυξάνεται.
• Το επιδημιολογικό προφίλ του Ελληνικού πληθυσμού σταθερά χειροτερεύει.
• Περίπου 3 στους 10 Έλληνες έχουν παχυσαρκία,
• Διεκδικούμε την πρωτιά στα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας στην Ευρώπη – τι χειρότερη παρακαταθήκη για το μέλλον .
• Πάνω από ένας στους 10 ενήλικες ζει με Σακχαρώδη Διαβήτη, σχεδόν 4 στους 10 με υπέρταση και 6 στους 10 με υπερχοληστερολαιμία, ενώ 4 στους 10 συνεχίζουν να καπνίζουν.
• Η επίπτωση των διαφόρων μορφών καρκίνου προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 18,5% κατά την περίοδο 2020-2040.
«Η θύελλα λοιπόν είναι προ των πυλών αλλά αυτή η συγκεκριμένη δεν αντιμετωπίζεται με πρόσκαιρα μέτρα αλλά με μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό», συμπλήρωσε.
Χαρακτηρίζοντας σημαντικές τις εξελίξεις με το RRF, τον εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας και τον συμψηφισμό, «αυτό που φαίνεται να λείπει όμως είναι ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο για την υγεία και πολύ περισσότερο για το φάρμακο».
«Υπάρχουν μάλιστα δυο τομείς που είμαστε ουραγοί :
• Η χρηματοδότηση του συστήματος υγείας και πιο συγκεκριμένα του χώρου του φαρμάκου και
• Η Ορθολογική χρήση των διατιθέμενων πόρων με την εισαγωγή μέτρων εξοικονόμησης και ελέγχου της ζήτησης».
«Μάλιστα θα περίμενε κανείς πως όσο πιο απρόθυμη είναι η κυβέρνηση να αυξήσει τη χρηματοδότηση, τόσο μεγαλύτερη έμφαση θα έδινε στην ορθολογική χρήση των πόρων και στον έλεγχο της ζήτησης.Όμως τίποτα από τα δυο δεν την απασχολεί αφού έχει υιοθετήσει ως κυβερνητική πολιτική στην υγεία το μοντέλο των κλειστών προϋπολογισμών ενώ μετράει τη θερμοκρασία της αγοράς με το αν θα αποσυρθεί κάποιο σημαντικό φάρμακο ή θα αποχωρήσει κάποια εταιρεία. Όσο δεν συμβαίνει αυτό, όλα βαίνουν καλώς για κάποιους», ανέφερε με νόημα.
«Ο ΣΦΕΕ και οι φαρμακευτικές εταιρίες-μέλη του τα τελευταία χρόνια και παρά τις αντίξοες συνθήκες κατάφεραν να ανταποκριθούν με επιτυχία στη βασική τους αποστολή, κάνοντας διαθέσιμες όλες τις κατάλληλες θεραπείες στον πληθυσμό της χώρας και διασφαλίζοντας ότι κανένα φάρμακο δεν θα λείψει από Έλληνα ασθενή. Ακόμη και αυτή την περίοδο των εκτεταμένων ελλείψεων παγκοσμίως, σε μια αγορά όπου οι συνθήκες είναι εξαιρετικά δυσμενείς για τους επιχειρούντες σε αυτήν συγκριτικά με άλλες χώρες της Ευρώπης, παρουσιάστηκαν πολύ λιγότερα προβλήματα διαθεσιμότητας φαρμάκων. Το ερώτημα βέβαια είναι σε ποιο βαθμό αυτό θα καθίσταται εφικτό στο μέλλον.», διερωτήθηκε ο κ. Παπαδημήτριου.
Αναφέρθηκε παράλληλα σε 2 αλήθειες και 3 μύθους, που ισχύουν για την πολιτική που ασκείται για το φάρμακο:
• Η δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο είναι χαμηλή – ΑΛΗΘΕΙΑ
H συνολική δημόσια δαπάνη για φάρμακα τα τελευταία 10 περίπου χρόνια κινείται στα 2,5 δις ευρώ, ενώ η συνολική φαρμακευτική κατανάλωση αυξάνεται μόνο για πέρσι συνολικά με ποσοστό 8% - στα ιδιωτικά φαρμακεία με +6,3% (στοιχεία IQVIA) και στα Νοσοκομεία με +12,5% - έναντι πρόπερσι.
Πέραν αυτού, η Ελλάδα υστερεί σημαντικά στη δημόσια κατά κεφαλή νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, κατά -52% και -63% έναντι της Νότιας Ευρώπης (ΝΕ) και της Δυτικής Ευρώπης (ΔΕ) αντίστοιχα (στοιχεία 2019).
• Με την τακτική των διαπραγματεύσεων και των κλειστών προϋπολογισμών που ακολουθείται γίνεται εξοικονόμιση στη φαρμακευτική δαπάνη – ΜΥΘΟΣ
Η δημόσια συνεισφορά στη φαρμακευτική δαπάνη είναι λίγο πολύ σταθερή όλα τα τελευταία χρόνια και επομένως η κυβέρνηση δαπανά ούτως ή άλλως τα ίδια χρήματα, απλά χάρη στις διαπραγματεύσεις οι υποχρεωτικές επιστροφές προπληρώνονται από τις φαρμακευτικές εταιρείες. Το όφελος από αυτή την τακτική είναι βασικά η βελτίωση των ταμειακών ροών του ΕΟΠΥΥ.
• Οι συμφωνίες κλειστών προϋπολογισμών αυξάνουν την προβλεψιμότητα για τις εταιρείες – ΑΛΗΘΕΙΑ
Είναι γεγονός ότι μέσω των κλειστών προϋπολογισμών μια εταιρεία έχει καλύτερη ορατότητα για τις επιστροφές των προϊόντων της που έχουν ενταχθεί σε αυτούς. Όμως όταν δεν λαμβάνεται μέριμνα για τον περιορισμό της συνταγογράφησης ή αν έχει γίνει κακή εκτίμηση του μεγέθους του κλειστού προϋπολογισμού είναι πιθανόν να υπάρχει περαιτέρω υπέρβαση που θα μετατραπεί σε clawback για τα προϊόντα που συμμετέχουν σε αυτόν τον κλειστό προϋπολογισμό.
Επίσης η κατάσταση γίνεται ασφυκτική για τα προϊόντα που παραμένουν εκτός κλειστών προϋπολογισμών αφού ο συνολικός προϋπολογισμός παραμένει σταθερός ενώ η συνολική δαπάνη αυξάνεται.
• Το clawback μειώνεται – ΜΥΘΟΣ
Το clawback προπληρώνεται, δεν μειώνεται μέσω των διαπραγματεύσεων. Ωστόσο η τακτική αυτή δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να πετυχαίνει ή να έρχεται πολύ πιο κοντά στους στόχους του RRF. Ένα κορυφαίο παράδειγμα δημιουργικής λογιστικής, που όμως κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί.
• Οι αποφάσεις που λαμβάνονται για την φαρμακευτική πολιτική χαρακτηρίζονται από ορθολογισμό και συμβάλλουν στη βιωσιμότητα του κλάδου – ΜΥΘΟΣ
Οι αποφάσεις λαμβάνονται συνήθως εκ των υστέρων για να αλλάξουν την επίδραση που έχουν κάποια γεγονότα και όχι για να προλάβουν γεγονότα.
Αναδρομικές αλλαγές με πρόσθετα rebates, με μετατροπή του clawback σε rebate, με ετεροχρονισμένες διαπραγματεύσεις, με διαχωρισμό του προϋπολογισμού ανά κανάλι διανομής, δημιουργούν ανατροπές, διαλύουν τον προγραμματισμό, και δεν χαρακτηρίζονται από ορθολογισμό.
Είναι κατανοητό για παράδειγμα ότι πρέπει να στηριχθούν κάποιες κατηγορίες φαρμάκων (π.χ. τα φθηνά) ή και εταιρειών, για βάσιμους λόγους.
Γιατί πρέπει να γίνεται αυτό μετατρέποντας την ελάφρυνση κάποιων σε φορτίο των υπολοίπων; Γιατί όχι με πρόσθετες χρηματοδοτικές ενέσεις; Έτσι εντείνονται οι στρεβλώσεις.