Για τους επιστήμονες, που μίλησαν στο πλαίσιο του συνεδρίου, οι αυστηρές προσεγγίσεις που καθιστούν απαγορευτική τη χρήση προϊόντων καπνού, ακόμη και εκείνων που χαρακτηρίζονται από χαμηλότερη επίπτωση, όπως τα θερμαινόμενα καπνικά προϊόντα, κινδυνεύουν να πλήξουν τα εισοδηματικά χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και να εντείνουν κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Παράλληλα, όμως, κινδυνεύουν να στρέψουν τους χρήστες και πάλι στα παραδοσιακά και αναμφίβολα πιο επικίνδυνα καπνικά προϊόντα, ενισχύοντας επιπρόσθετα και το παραεμπόριο και άρα στερώντας και πόρους από τα δημόσια ταμεία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλλαγής κατεύθυνσης από την εφαρμογή πολιτικών που στοχεύουν στη βελτίωση της δημόσιας και ατομικής υγείας, βοηθώντας τους ανθρώπους να απομακρυνθούν από τον καπνό σε ένα πιο τιμωρητικό πλαίσιο, αποτελεί η Νέα Ζηλανδία.
Το «πείραμα» της Ν. Ζηλανδίας: Τι φέρνει νέος αντικαπνιστικός νόμος
Οι προσπάθειες της Νέας Ζηλανδίας για τον περιορισμό του καπνίσματος ξεκίνησαν το 1945 και σταδιακά εφαρμόστηκαν απαγορεύσεις στη διαφήμιση, το marketing και στη χρήση του τσιγάρου. Στις αρχές του 21ου αιώνα έγινε διαθέσιμη δωρεάν θεραπεία διακοπής του καπνίσματος.
Μάλιστα, όπως δείχνουν τα στοιχεία που παρουσίασε στο πλαίσιο του 5ου Επιστημονικού Συνεδρίου για τη Μείωση της Βλάβης από τον Καπνό, η Δρ Marewa Glover, Διευθύντρια του Κέντρου Αριστείας, που μελετά τις καπνιστικές συνήθειες ειδικά στους αυτόχθονες πληθυσμούς, ήδη από το 1992 το ποσοστό καπνιστών (άνω των 15 ετών) ήταν στο 27%, χαμηλότερα από πολλές χώρες. Το 2011 το ποσοστό έπεσε στο 18,4% και στο 10.9% το 2020, που αντιστοιχεί σε μείωση κατά 1% ετησίως.
Στη Ν. Ζηλανδία το άτμισμα άρχισε να κάνει την εμφάνιση του γύρω στο 2011. Σύμφωνα με την Δρα Glover, η καθημερινή χρήση τσιγάρου μειώθηκε από 16,4% το 2011/2012 σε 9,4% το 2021, ενώ το καθημερινό άτμισμα αυξήθηκε αναλόγως.
Βέβαια, όπως υπογράμμισε, το κάπνισμα είναι δυσανάλογα υψηλότερο στα φτωχότερα στρώματα. Στις ομάδες του πληθυσμού με υψηλότερα εισοδήματα ο επιπολασμός του καπνίσματος έπεσε στα επίπεδα στόχου της κυβέρνησης, ενώ μεταξύ των αυτόχθονων παρέμεινε υψηλά. Με την είσοδο του ατμίσματος, τα ποσοστά χρήσης παραδοσιακών τσιγάρων έπεσαν.
«Οι παρεμβάσεις μείωσης του καπνίσματος πρέπει να στοχεύουν στη μείωση αυτών των ανισοτήτων. Θα πρέπει να εξαλείφονται αυτές οι ανισότητες πριν την εφαρμογή τιμωρητικών πολιτικών, που θα μπορούν να επιδεινώσουν τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, που αποτελούν και οδηγό του καπνίσματος», σημείωσε η Dr Glover.
Ο νόμος που τέθηκε σε εφαρμογή το καλοκαίρι του 2021 στη Ν. Ζηλανδία, χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με την ερευνήτρια, από αυστηρότητα, μεταθέτοντας το επίκεντρο της πολιτικής από τη μείωση της βλάβης στην απαγόρευση και από τη βελτίωση της υγείας σε ένα μοντέλο ηθικής κοινωνική μηχανικής.
Ο νόμος στοχεύσει στην αποτροπή των πολιτών από το κάπνισμα, το άτμισμα αλλά και τη χρήση θερμαινόμενων προϊόντων καπνού. Μειώνει την περιεκτικότητα νικοτίνης, τα σημεία λιανικών πωλήσεων από 8 χιλιάδες σε 500 με 1000 σημεία σε όλη τη χώρα, ενώ αυξάνει και την επιτρεπόμενη ηλικία αγοράς προϊόντων καπνού στα 18. Από το 2027, δε, θα αυξάνεται κατά ένα έτος, ετησίως.
«Πρόκειται για απαγόρευση και η απαγόρευση δεν συνάδει με τη μείωση της βλάβης. Είναι τιμωρητική και κινδυνεύει να αυξήσει τη βλάβη, να ενισχύσει τη μαύρη αγορά, να επιδεινώσει την ψυχική υγεία χρηστών και να ενισχύσει την περιθωριοποίηση», σημείωσε η Dr Gloverm, μεταξύ άλλων.
Όπως υποστήριξε, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το ιστορικό πλαίσιο, αφού χρειάστηκε μια γενιά στη Νέα Ζηλανδία για να φτάσουν εδώ που είναι σήμερα, ούτε όμως και το διαφορετικό κοινωνικό πλαίσιο και τις ανισότητες ανά χώρα.
Τόνισε πως οι καιροί και τα προϊόντα έχουν αλλάξει, ενώ εκτίμησε ότι υπάρχει μια πρακτική στρατηγική, αποδεκτή από τον καταναλωτή, που θα μπορούσε να καταργήσει το κάπνισμα σε όλο τον κόσμο. Επέστησε δε, την προσοχή σε πιθανά ψέματα και προπαγανδιστικές εκστρατείες, αλλά και στις πολιτικές για τις οποίες δεν υπάρχουν πραγματικές επιστημονικές έρευνες.
Απαγόρευση ή μείωση της βλάβης: Οι δύο στρατηγικές για τον έλεγχο του καπνίσματος
Το παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας φαίνεται έτοιμες να ακολουθήσουν και άλλες χώρες όμως, με τις συζητήσεις να στρέφονται σε μια αυστηροποίηση του πλαισίου, που κατά τους ερευνητές κινδυνεύει να έχει ακριβώς τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Οι απαγορεύσεις, υποστηρίχθηκε στο πλαίσιο της συζήτησης στο Συνέδριο, θα οδηγήσουν σε ενίσχυση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων και θα στρέψουν, ειδικά τα φτωχότερα στρώματα, ξανά στο τσιγάρο, αποτυγχάνοντας τους στόχους μείωσης της βλάβης. Από την άλλη, όμως, θα πρέπει να υπάρχει και ένα σαφές αποτρεπτικό πλαίσιο, ακολουθώντας τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. «Δεν μπορείς να πας από το ένα άκρο στο άλλο», όπως ξεκαθάρισε ο πρώην αναπληρωτής Υπ. Υγείας.
Ο Σύμβουλος του Έλληνα Πρωθυπουργού και πρώην Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης αναφέρθηκε στην επιτυχία της χώρας μας να εφαρμόσει τον αντικαπνιστικό νόμο.
«Όλοι μιλάμε για την πολιτική βούληση στην εφαρμογή αυστηρών πολιτικών και η κυβέρνηση την επέδειξε εφαρμόζοντας την αντικαπνιστική νομοθεσία πριν από 3 χρόνια. Αρκετοί αμφέβαλαν για την επιτυχία, αλλά το σύνολο, σχεδόν, της χώρας το υιοθέτησε. Αυτό είναι σαφές μήνυμα του τι μπορούμε να κάνουμε».
«Αλλά δεν μπορούμε να απαγορεύσουμε τα πάντα με τη μια. Δεν μπορούμε να πάμε από το ένα άκρο στο άλλο. Πρέπει να γίνει σταδιακά, να εφαρμοστούν πολιτικές ελέγχου του καπνίσματος και μείωσης της βλάβης. Για αυτό και υπάρχει μια διαφοροποίηση μεταξύ των προϊόντων, με μειωμένη επίπτωση, στη νομοθεσία που πέρασε», συμπλήρωσε ο κ. Κοντοζαμάνης.
Όπως τόνισε, υπάρχουν όργανα ελέγχου που αξιολογούν τα καινοτόμα προϊόντα, ώστε να διασφαλίσουν ότι είναι ασφαλή για χρήση. «Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να διασφαλίσουν πως υπάρχουν όργανα και υπηρεσίες ελέγχου της νομιμότητας. Παράλληλα, θα πρέπει να ενθαρρύνουμε τη διενέργεια περισσότερων επιστημονικών μελετών παρατήρησης, που θα βοηθήσουν τους επιστήμονες να διαμορφώσουν τεκμηριωμένη άποψη για το θέμα και τις μακροχρόνιες επιδράσεις».
«Το μήνυμα είναι ότι χρειαζόμαστε ρυθμιστικό πλαίσιο, έλεγχο και περισσότερες συγκριτικές μελέτες παρατήρησης», κατέληξε ο κ. Κοντοζαμάνης.
Για το Μιχάλη Τουμπή, Πνευμονολόγο και πρόεδρο του Ινστιτούτου Αναπνευστικών Παθήσεων της Κύπρου, όμως, πρώτος οδηγός στις προσπάθειες ελέγχου του καπνίσματος θα πρέπει να είναι η σύμβαση-πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. «Οι πολιτικές μείωσης της βλάβης θα πρέπει να ακολουθούν ως το επόμενο στάδιο», όπως εξήγησε, προσθέτοντας πως η κατάσταση περιπλέκεται από τα πολλά νέα προϊόντα που υποστηρίζουν ότι είναι μειωμένης βλάβης, αλλά για τα περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά τους παραμένουν ασαφή.
«Το κάπνισμα είναι σημαντικό πρόβλημα στη Μαλαισία», τόνισε η Sharifa Ezat Wan Puteh, καθηγήτρια Νοσοκομειακού Management και Οικονομικών της Υγείας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, το κόστος της θεραπείας ασθενειών που σχετίζονται με το κάπνισμα υπολογίζεται σε 3 δισεκατομμύρια RM ετησίως. Το ποσοστό των ανδρών 15 ετών και άνω, που καπνίζουν ξεπερνάει το 40%, ενώ 27.199 άνθρωποι στη Μαλαισία πεθαίνουν από ασθένειες που σχετίζονται με το κάπνισμα κάθε χρόνο. Η χρήση καπνού είναι, άλλωστε, η κύρια αιτία καρκίνου, καθώς συμβάλλει στο 22% των θανάτων από κακοήθειες.
«Ο επιπολασμός του καπνού (πληθυσμός άνω των 15 ετών), φαίνεται να έχει «μειωθεί», αλλά κατά τη γνώμη μου παραμένει στην πραγματικότητα σταθερός», ανέφερε η καθηγήτρια. Πήγε από 29,6% το 2000 στο 21,8% το 2018, ενώ αναμένεται να μειωθεί στο 19,6% το 2025. Ωστόσο, υπολείπεται σημαντικά του στόχου του 15% που έχει θέσει η Μαλαισία για το έτος.
Παράλληλα, η χώρα είναι κέντρο παράνομης πώλησης τσιγάρων. Όπως εξήγησε η κα Puteh, η Μαλαισία παραμένει η μεγαλύτερη αγορά παράνομων τσιγάρων στον κόσμο. Στην τελευταία μελέτη της Nielsen για τα παράνομα τσιγάρα, το 57,7% της κατανάλωσης τσιγάρων στη χώρα ήταν παράνομο, ενώ τουλάχιστον 5 δισεκατομμύρια RM σε φορολογικά έσοδα χάνονται κάθε χρόνο.
Σε αυτή την κατεύθυνση, προωθείται μια νομοθεσία που θα επιβάλει πρόστιμα βάσει ηλικίας. Όπως εξήγησε η καθηγήτρια, η προτεινόμενη απαγόρευση του καπνού κατά γενιά, αν περάσει, θα τεθεί σε ισχύ από το 2025, όταν όσοι γεννήθηκαν το 2007 θα γίνουν 18 ετών. «Όποιος γεννηθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2007, αντιμετωπίζει πρόστιμο έως 500 RM αν πιαστεί να αγοράζει καπνό και προϊόντα ατμίσματος». Εκτίμησε, δε, πως με την αλλαγή η μαύρη αγορά τσιγάρων θα αυξηθεί περισσότερο, ενώ δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα ασφαλέστερα προϊόντα καπνού.
«Στη Νορβηγία δεν έχουμε σταματήσει να χρησιμοποιούμε την νικοτίνη, αλλά τη λαμβάνουμε από αλλού, όπως από το snus και τα τελευταία χρόνια τα θερμαινόμενα προϊόντα», ανέφερε ο Karl Lund, από το Νορβηγικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας, σχολιάζοντας τις προσπάθειες μείωσης του καπνίσματος στη χώρα του.
«Αν και φάνηκε η επίδραση στη μείωση του καπνίσματος, υπάρχει εκ μέρους της κυβέρνησης η ανησυχία πως τα εναλλακτικά προϊόντα μπορεί να στρέψουν στη νικοτίνη άτομα που θα παρέμεναν διαφορετικά μακριά από την ουσία. Μεταξύ, λοιπόν, των μέτρων που εξετάζονται είναι η αύξηση των φόρων, αφαίρεση γεύσεων και προϊόντων, αλλά και η αύξηση της επιτρεπόμενης ηλικίας αγοράς», περίπου προς την ίδια κατεύθυνση με τη Ν. Ζηλανδία. «Στρέφεται δηλαδή η κουβέντα από την ανάγκη μείωσης της βλάβης, στην απαγόρευση της χρήσης προϊόντων νικοτίνης, ακόμη και εκείνων που είναι χαμηλής περιεκτικότητας, ενώ λαμβάνει ηθικά χαρακτηριστικά», σημείωσε.