«Δεν υπάρχει υποχρηματοδότηση στο χώρο του φαρμάκου, αλλά μεταφορά στο ποιος θα πληρώσει το φάρμακο», ανέφερε ο Θάνος Πλεύρης, προσθέτοντας πως ο ασθενής στην Ελλάδα δεν στερείται φάρμακο.
«Το γεγονός ότι μέρος του κόστους πληρώνει η φαρμακοβιομηχανία, δεν σημαίνει υποχρηματοδότηση», εκτίμησε.
Αναφερόμενος στην αύξηση της συμμετοχής των ασθενών, ανέφερε ότι μπορεί να είναι δίκαιη και άδικη, «γιατί υπάρχει η δυνατότητα ο πολίτης να μην πάρει το πρωτότυπο και να επιλέξει το γενόσημο. Αυτό δεν είναι αδικία, αλλά επιλογή».
«Όταν έχουμε συγκεκριμένο προϋπολογισμό, που δεν είναι απεριόριστος, είναι έντιμο από την Πολιτεία να επιλέγει ότι δεν θα αποζημιώνει όλα τα φάρμακα για να διατηρεί ανοικτούς πόρους για σκευάσματα πρώτης γραμμής», πρόσθεσε.
Εκτίμησε, πάντως, πως η μείωση του χρόνου ισχύος της πατέντας, που εισηγείται η Ε.Ε., ώστε να μπουν γενόσημα στην αγορά, θα οδηγήσει σε πιο ακριβά φάρμακα, «γιατί οι φαρμακευτικές εταιρείες θα πρέπει να αποσβέσουν τις επενδύσεις που έχουν κάνει».
Σε ό,τι αφορά το clawback, τόνισε πως πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσο είναι δίκαιο, προσθέτοντας, όμως, ότι ένα κομμάτι του clawback είναι εικονικό, γιατί πουθενά δεν εισάγεται ένα φάρμακο χωρίς εκπτώσεις.
«Το clawback ήταν ένα στρεβλό μέτρο και είναι παράλογο να υπάρχει, όμως παράλογο είναι να υπάρχει και απεριόριστη δαπάνη», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με τον κ. Πλεύρη, δεν έχουμε ακόμα -και μετά από μια δεκαετία- εικόνα για το ποια είναι η πραγματική δαπάνη που έχει ανάγκη η χώρα. «Μια νέα θεραπεία θα περάσει από επιτροπή αξιολόγησης, για να δοθεί εκεί ακριβώς που πρέπει, μετά θα περάσει από επιτροπή διαπραγμάτευσης για να πάρει την καλύτερη δυνατή τιμή, καθορίζοντας τον αριθμό των ασθενών που αφορά. Έτσι θα καταλήξουμε σε μια υπαρκτή τιμή. Έτσι θα γίνεται στο εξής η διαδικασία εισαγωγής νέου φαρμάκου στη χώρα και με τον τρόπο αυτό δεν θα επηρεάζονται τα παλαιότερα φάρμακα», δήλωσε.
«Στο κομμάτι του ελέγχου των τιμών έχουμε πάει στο όριο, έχουμε όμως μεγάλη δουλειά να κάνουμε στον τομέα της κατανάλωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα ερωτηματολόγια που δόθηκαν στο πλαίσιο του παρόντος συνεδρίου για το φάρμακο, το 31% των στελεχών των φαρμακευτικών επιχειρήσεων επισημαίνει ότι δεν γίνεται σωστή συνταγογράφηση», πρόσθεσε ο κ. Πλεύρης.
Ανέδειξε, βέβαια, τη σημασία των προγραμμάτων πρόληψης συνολικά καθώς και ΠΦΥ με επίκεντρο τον γιατρό, που θα έχει και τον πρώτο λόγο στη συνταγογράφηση.
Ο κ. Πλεύρης έκλεισε την τοποθέτηση του λέγοντας «η κουβέντα στην Ευρώπη δεν είναι το θέμα της καινοτομίας. Το θέμα της καινοτομίας ήταν η κουβέντα ως τώρα στην πρώτη φάση της πανδημίας. Είναι πια και το θέμα της παραγωγής.
Η εξάρτηση της Ευρώπης από τις χώρες της Ασίας και η λογική ότι η Ευρώπη θα έχει μόνο ένα status καινοτομίας και η παραγωγή θα γίνεται αλλού έχει οδηγήσει σε κρίση φαρμάκων, κρίση που υπήρξε και στη χώρα μας, όπως υπήρξε σε όλες, στις 25 από τις 27 ευρωπαϊκές χώρες.
Υπήρξαν χώρες, όμως, που δεν είχαν την τύχη να έχουν ελληνική εγχώρια φαρμακοβιομηχανία, που να μπορεί να κάνει παραγωγή».
Όπως ανέφερε η συζήτηση γύρω από τις ελλείψεις αναφέρει πως «στο δεύτερο εξάμηνο του 2023 μπορεί αυτή η κρίση να μην μείνει στα φάρμακα που είχαν τώρα, λόγω των λοιμώξεων, αλλά μπορεί να μεταφερθεί σε φτηνά φάρμακα άλλα πρώτης γραμμής, διότι πλέον και η αύξηση του κόστους παραγωγής με τον πόλεμο αλλά και η μεταφορά της παραγωγής αλλού, που σημαίνει ότι εκεί κρατούν ποσότητες».
Ξανθός: Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να επιστρέψουμε σε ένα καθεστώς υγειονομικής φτωχοποίησης
Από την πλευρά του ο πρώην Υπουργός Υγείας και βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός υπογράμμισε την ανάγκη για το σχεδιασμό Εθνικής Στρατηγικής για το Φάρμακο.
Ανέδειξε μάλιστα και το «εργαλείο» των συμμαχιών με άλλες χώρες, όπως χώρες του νότου που έχουμε κοινά χαρακτηριστικά. Θυμίζουμε ότι επρόκειτο για μια προσέγγιση που προωθούσε το Υπουργείο Υγείας επί θητείας του κ. Ξανθού.
Για τον κ. Ξανθό χρειάζεται σταδιακή αναπροσαρμογή των κλειστών προϋπολογισμών του φαρμάκου, αλλά και επιτάχυνση εφαρμογής των διαρθρωτικών μέτρων, από την ενσωμάτωση θεραπευτικών και διαγνωστικών πρωτοκόλλων στην ΗΔΙΚΑ έως την αξιολόγηση κλινικής αποτελεσματικότητας και διαπραγμάτευσης φαρμάκων.
Υπογράμμισε δε τη θεσμική εκκρεμότητα της δημιουργίας φορέα ΗΤΑ. Παράλληλα, έκανε λόγο για ανάγκη δικαιότερης κατανομής της υπέρβασης για όσο υπάρχει, χαρακτηρίζοντας την βέβαια δύσκολη άσκηση, ενώ ανέδειξε ως βασικό στόχο πολιτικής τη μείωση της οικονομικής συμμετοχής των ασθενών στο κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης.
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να επιστρέψουμε σε ένα καθεστώς υγειονομικής φτωχοποίησης», πρόσθεσε.