Το προσωπικό των δομών φροντίδας ηλικιωμένων και ατόμων με αναπηρία, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, θα πρέπει να προσέρχεται στον χώρο εργασίας από σήμερα 16 Αυγούστου, έχοντας υποβληθεί τουλάχιστον σττην πρώτη δόση εμβολιασμού.
Αν κάποιος εργαζόμενος στις προνοιακές δομές δεν έχει ολοκληρώσει μέχρι τότε την πρώτη δόση του εμβολιασμού, τίθεται αυτόματα σε επ’ αόριστον αναστολή εργασίας (μέχρι τη λήξη της πανδημίας), ενώ ο εργοδότης του υποχρεούται να δηλώσει άμεσα τη μετάβασή του σε καθεστώς αναστολής στο πληροφοριακό σύστημα Εργάνη.
Παράλληλα, μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και η πρώτη δόση του υποχρεωτικού εμβολιασμού για όλους τους υγειονομικούς τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, σύμφωνα με την τροπολογία του υπουργείου Υγείας που ψηφίστηκε λίγο πριν από τη διακοπή των εργασιών της Βουλής, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο επέκτασης του μέτρου και για άλλες επαγγελματικές ομάδες.
Ο εργαζόμενος θα πρέπει να ενημερώνει τον εργοδότη-προϊστάμενο για τον εμβολιασμό του, επιδεικνύοντας το πιστοποιητικό εμβολιασμού του.
Από την υποχρέωση εμβολιασμού εξαιρούνται όσοι έχουν νοσήσει και για διάστημα 6 μηνών από τη νόσηση, καθώς και όσοι έχουν αποδεδειγμένους λόγους υγείας που εμποδίζουν τη διενέργεια εμβολιασμού.
Οι τελευταίοι κρίνονται από τριμελείς επιτροπές ανά υγειονομική περιφέρεια, σύμφωνα με την λίστα εξαιρέσεων που καταρτίζεται από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.
Τα κριτήρια απαλλαγής
Η απόφαση που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ) καθορίζει τη διαδικασία, αλλά και τους λόγους απαλλαγής.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στη σχετική απόφαση, από την εφαρμογή του υποχρεωτικού μέτρου του εμβολιασμού κατά του κορονοϊού εξαιρούνται τα άτομα, για τα οποία συντρέχουν οι εξής λόγοι:
Φυσικά πρόσωπα, τα οποία εμφάνισαν σοβαρή αλλεργική αντίδραση (π.χ. αναφυλαξία) μετά τη χορήγηση προηγούμενης δόσης του εμβολίου.
Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να προσκομίζεται στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή γνωμάτευση ειδικού ιατρού αλλεργιολόγου, η οποία πιστοποιεί τη σοβαρότητα της αντίδρασης, τον χρόνο εκδήλωσης και τη διάρκεια αυτής, καθώς και τον συσχετισμό της με συγκεκριμένο εμβόλιο κατά του κοροναϊού COVID-19.
Φυσικά πρόσωπα με διαγνωσμένη αλλεργία (με in vivo δερματικές ή in vitro δοκιμασίες διέγερσης βασεοφίλων) σε συστατικό του εμβολίου και ιδίως στα ακόλουθα συστατικά: πολυαιθυλενογλυκόλη (PEG) 2000, για τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech (Comirnaty) και Moderna (Spikevax) και πολυσορβικό 80 (polysorbate 80), για τα εμβόλια των AstraZeneca (Vaxzevria) και Johnson & Johnson (Janssen). Στην περίπτωση αυτή, προσκομίζεται στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή γνωμάτευση ειδικού ιατρού αλλεργιολόγου, η οποία πιστοποιεί τη διάγνωση της αλλεργίας και τη σοβαρότητα της αντίδρασης στο κατονομαζόμενο, ανά περίπτωση, συστατικό συγκεκριμένου τύπου εμβολίου κατά του κορονοϊού COVID-19.
Φυσικά πρόσωπα που εμφάνισαν σύνδρομο θρόμβωσης με θρομβοπενία (Thrombosis with Thrombocytopenia Syndrome -TTS) μετά την πρώτη δόση των εμβολίων Astra Zeneca και Janssen/Johnson & Johnson κατά του κορονοϊού COVID-19. Στην περίπτωση αυτή, προσκομίζεται στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή γνωμάτευση ειδικού ιατρού, η οποία πιστοποιεί την εμφάνιση του συνδρόμου θρόμβωσης, καθώς και τον χρόνο εκδήλωσής της μετά την πρώτη δόση εμβολίου κατά του κοροναϊού COVID-19. Ως αντένδειξη και λόγος εξαίρεσης από τον εμβολιασμό, μπορεί να εξετάζεται από την επιτροπή άλλη, ισοδύναμα σοβαρή με τις ανωτέρω, ανεπιθύμητη ενέργεια, που αποδίδεται χρονικά από τον θεράποντα ιατρό με συγκεκριμένη επιστημονική τεκμηρίωση στην πρώτη δόση του εμβολίου. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια επιτροπή αξιολογεί τη σοβαρότητα της ανεπιθύμητης ενέργειας, καθώς και τον συσχετισμό της με συγκεκριμένο τύπο εμβολίου ή με όλα τα υφιστάμενα εμβόλια.
Φυσικά πρόσωπα με ιστορικό θρομβοπενίας οφειλόμενης στην ηπαρίνη (heparininduced thrombocytopenia), ή με ιστορικό αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου (antiphospholipid syndrome-APS), ή με σύνδρομο διαφυγής τριχοειδών (capillary leak syndrome). Στην περίπτωση αυτή προσκομίζεται στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή γνωμάτευση ειδικού ιατρού, η οποία πιστοποιεί την ύπαρξη του συνδρόμου, την επίπτωσή του στην υγεία του αιτούντος και την αντένδειξη συγκεκριμένου ή κάθε τύπου εμβολίου κατά του κορονοϊου COVID-19, με συγκεκριμένη επιστημονική τεκμηρίωση.
Φυσικά πρόσωπα με ιστορικό μυοκαρδίτιδας πριν από τον εμβολιασμό κατά του κοροναϊού COVID-19, εφόσον προσκομίζεται ιατρική βεβαίωση από ειδικευμένο ιατρό καρδιολόγο με πλήρη αναφορά της βαρύτητας της πάθησης, της εξέλιξης της αποκατάστασης και παράλληλη αναφορά ειδικών λόγων εξαίρεσης ή εξαίρεσης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που αξιολογούνται από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή. Φυσικά πρόσωπα με ιστορικό περικαρδίτιδας πριν τον εμβολιασμό κατά του κορονοϊού COVID-19 δεν εξαιρούνται από αυτόν.
Φυσικά πρόσωπα με διάγνωση περικαρδίτιδας ή μυοκαρδίτιδας μετά την 1η δόση mRNA εμβολίου κατά του κοροναϊού COVID-19 προσκομίζουν ιατρική βεβαίωση από ειδικευμένο ιατρό καρδιολόγο, με πλήρη αναφορά της βαρύτητας της πάθησης και της πορείας υποχώρησης των συμπτωμάτων και παράλληλη αναφορά ειδικών λόγων πλήρους εξαίρεσης ή εξαίρεσης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα από τη δεύτερη δόση του εμβολίου που αξιολογούνται από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή.
Αυστηροί έλεγχοι και πρόστιμα
Αυστηροί έλεγχοι και πρόστιμα από την ΑΑΔΕ για όσους δεν τηρούν τα προβλεπόμενα μέτρα.
Για τον εργαζόμενο στον δημόσιο τομέα: ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων (μη καταβολή αποδοχών) με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα. Άρση αναστολής μετά την πάροδο 14 ημερών από την ολοκλήρωση του εμβολιασμού.
Για τον εργαζόμενο στον δημόσιο τομέα: ειδικό διοικητικό μέτρο αναστολής καθηκόντων (μη καταβολή αποδοχών) με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα. Άρση αναστολής μετά την πάροδο 14 ημερών από την ολοκλήρωση του εμβολιασμού.
Για τον εργαζόμενο στον ιδιωτικό τομέα: Ο εργοδότης υποχρεούται να μην κάνει δεκτή την παροχή της εργασίας του εργαζομένου και απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποδοχών για το χρονικό διάστημα μη παροχής εργασίας.
Για τον εργοδότη:
Στον εργοδότη που απασχολεί προσωπικό κατά παράβαση των οικείων διατάξεων επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο α) 10.000 € για κάθε παράβαση και έως 50.000€ και β) σε περίπτωση υποτροπής που διαπιστώνεται σε επανέλεγχο 20.000€ για κάθε παράβαση και έως 200.000€.