Τα διδάγματα της πανδημίας και οι βασικοί άξονες που θα επιτρέψουν την αξιοποίηση τους με στόχο τη βελτίωση της υγείας των ασθενών, αλλά και τη βιωσιμότητα και αποτελεσματικότητα των συστημάτων υγείας βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτηση με θέμα «Health Systems Of Tomorrow: Pharma Policies For Growth» στο Delphi Economic Forum.
Κοινή παρατήρηση ήταν πως η πανδημία ανέδειξε την αξία της Υγείας για την οικονομία, την ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία, ενώ κοινή συνισταμένη αποτέλεσε η ανάγκη για σωστή αξιοποίηση των δεδομένων και ευρείες συνεργασίες.
«Η υγειονομική κρίση επιβεβαίωσε τη σημασία της συνεργασίας και της ταχύτητας. Για την αντιμετώπισή της, χρειάστηκε να συνεργαστούν κυβερνήσεις, ρυθμιστικές αρχές, φαρμακευτικές εταιρείες και εταιρείες διαγνωστικών, επαγγελματίες υγείας κ.α., αλλά και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την έγκαιρη διάθεση εμβολίων και διαγνωστικών εξετάσεων» , ανέφερε χαρακτηριστικά η Sabrina Schilling, Αντιπρόεδρος Digital Health Solutions Marketing της Roche Diagnostics.
Η κα Schilling επισήμανε επίσης τη σημασία των νέων ψηφιακών λύσεων και δεδομένων για την καλύτερη φροντίδα των ασθενών. «Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής οφείλουν να διασφαλίσουν ένα περιβάλλον με πρόσβαση σε δεδομένα ασθενών και αποδοχή των δεδομένων πραγματικού κόσμου (Real World Data), ώστε να μπορούν να αξιοποιηθούν π.χ. σε κλινικές δοκιμές για να έρθει μία νέα θεραπεία πιο γρήγορα στους ασθενείς» τόνισε.
«Η στενή συνεργασία επέτρεψε να επιταχύνουμε διαδικασίες που συνήθως θέλουν περισσότερο χρόνο» εξήγησε αναδεικνύοντας και το ρόλο όσων χαράσσουν πολιτικές στην επιτάχυνση, όπως φάνηκε στην περίπτωση της εγκριτικής διαδικασίας των εμβολίων, αλλά και των διαγνωστικών τεστ.
«Είδαμε ότι μπορούμε να επιταχύνουμε τις υγειονομικές εξελίξεις και πιστεύω ότι πρέπει να το μεταφράσουμε αυτό και σε άλλους τομείς της υγείας αν θέλουμε να δούμε ανάπτυξη». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διαχείριση του καρκίνου, όπου σύμφωνα με την κα Schilling, αν συνδυάσουμε νέες τεχνολογίες, όπως διαγνωστικές, με την αξιοποίηση δεδομένων και ψηφιακών δυνατοτήτων μαζί με στοχευμένες θεραπείες μπορούμε να υπάρξει σημαντική βελτίωση.
Την εκτίμηση ότι πλέον ακόμη και η νοοτροπία γύρω από τη συνεργασία έχει αλλάξει εξέφρασε η Susanne Kohout, Country President & Managing Director της Novartis Hellas.
«Η πανδημία ανέδειξε την αλληλεξάρτηση μεταξύ της κοινωνίας, της υγείας, της οικονομίας, της πολιτικής και της επιστήμης. Μας τοποθέτησε σε μια κατάσταση που δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί από κάποιον μεμονωμένα, οργανισμό ή κυβέρνηση», σημείωσε και πρόσθεσε ότι και στην Ελλάδα είδαμε τι μπορούν να επιτύχουν τα Υπουργεία μιας χώρας όταν συνεργαστούν, κάνοντας αναφορά στη συνεργασία των Υπουργείων Υγείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τον εμβολιασμό, χαρακτηρίζοντας τη μοναδική στην Ευρώπη.
«Έχουμε μια μοναδική ευκαιρία στην Ελλάδα να γράψουμε εκ νέου ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την υγεία. Όλοι οι εμπλεκόμενοι να συνεργαστούν, με νέα νοοτροπία, χρησιμοποιώντας δεδομένα και την έκβαση της υγείας των ασθενών και συντάσσοντας κάτι που θα βελτιώσει το μέλλον.
Χρειαζόμαστε έξυπνες αποφάσεις βασισμένες στα δεδομένα και την έκβαση των ασθενών. Άλλωστε, εστιάζοντας στην έκβαση της πορείας του ασθενούς διασφαλίζεις ότι ο πάσχοντας θα ζήσει καλύτερα και περισσότερο, που αυτός θα πρέπει να είναι ο βασικός στόχος ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου», πρόσθεσε.
Κατά την κα Kohout στην Ελλάδα, είμαστε σε καλή θέση σε ό,τι αφορά τα δεδομένα αφενός λόγω της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και, αφετέρου ειδικά στην περίπτωση του κορονοϊού, είμαστε από τις λίγες χώρες που έχουν μητρώο COVID.
«Επιπλέον, με τη συνεργασία του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνηση και του Υπουργείου Υγείας έχουμε τον καταλύτη να αξιοποιήσουμε αυτά τα δεδομένα. Αυτό που χρειαζόμαστε ένα συμπαγές πλαίσιο αξιοποίησης των δεδομένων, που θα μας βοηθήσει να λάβουμε έξυπνες αποφάσεις σε όλα αυτά τα πεδία, όπως η καρδιαγγειακή νόσος, ώστε να διαχειριστούμε τις επιπτώσεις αλλά και τις υποβόσκουσες αιτίες. Το πλαίσιο λοιπόν είναι απαραίτητο για να καθορίσουμε πως παράγουμε τα δεδομένα, πως τα διαχειριζόμαστε και πως τα διανέμουμε, με στόχο το καλύτερο αποτέλεσμα για την υγεία των ατόμων και το σύστημα υγείας», κατέληξε.
Από την πλευρά του ο Andreas Pollner, Διευθύνων Σύμβουλος της Bayer Ελλάς ανέλυσε το τοπίο των κλινικών μελετών και την τρέχουσα κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και τη σημασία τους για τη βιωσιμότητα των συστημάτων Υγείας στο παρόν και το μέλλον.
«Η ενίσχυση της κλινικής βιοϊατρικής έρευνας στην Ελλάδα θα μπορούσε να δημιουργήσει εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης για το σύστημα Υγείας και θετικές προοπτικές και χαρακτηριστικά εξωστρέφειας για την ελληνική γενικότερα», τόνισε χαρακτηριστικά ο Διευθύνων Σύμβουλος της Bayer Ελλάς.
«Η Bayer έχει μεγάλη εμπιστοσύνη το ελληνικό σύστημα Υγείας και τους Έλληνες επαγγελματίες υγείας και ερευνητές, κάτι που αποτυπώνεται και από ένα ενεργό πρόγραμμα 12 κλινικών μελετών αυτήν τη στιγμή στη χώρα. Σίγουρα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης με τη Bayer να στέκεται αρωγός στις προσπάθειες της χώρας για περαιτέρω ανάπτυξη της κλινικής έρευνας», συμπλήρωσε. Μάλιστα, ο κ. Pollner σημείωσε τη σημασία της προσέλκυσης και εκπαίδευσης νέων ερευνητών και επιστημόνων, την αναγκαιότητα επενδύσεων σε καινοτόμες λύσεις τηλεϊατρικής, ενώ ξεχώρισε τις πρωτοβουλίες Elevate Greece και Πολιτεία Καινοτομίας, πρωτοβουλίες τις οποίες σχεδιάζει να υποστηρίξει η Bayer.
Στη συζήτηση συμμετείχε και ο Γιώργος Τουσίμης, Γενικός Διευθυντής Amgen Ελλάδος & Κύπρου, υπογραμμίζοντας τον καθοριστικό ρόλο της φαρμακευτικής καινοτομίας και της πρόληψης στον τομέα της υγείας.
O κ. Τουσίμης τόνισε ότι «πρέπει να απομακρυνθούμε από τον παλιό και μη αποτελεσματικό τρόπο σκέψης “problem finding and fixing” και να κινηθούμε προς τη νέα εποχή της στρατηγικής “predict and prevent”», προσθέτοντας πως «κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου εύκολο. Απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση, μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και προσεκτική εκτέλεση».
Στη συνέχεια επικεντρώθηκε στο καίριο αίτημα αναβάθμισης του συστήματος Υγείας, τονίζοντας ότι η Ελλάδα διαθέτει πλέον, μέσω του προγράμματος Greece 2.0, τη βούληση και τους πόρους για να ψηφιοποιήσει τις υπηρεσίες υγείας και να αναβαθμίσει την παροχή υπηρεσιών υγείας. «Έχουμε την ευκαιρία να πετύχουμε τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης και τη βέλτιστη αξιοποίηση των κονδυλίων για την υγεία, προφανώς προς όφελος των ασθενών», υπογράμμισε.
Καθοριστική θα αποβεί στην κατεύθυνση αυτή, όπως είπε ο κ. Τουσιμης, η συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων. «Η καινοτόμος φαρμακευτική βιομηχανία στην Ελλάδα δεσμεύεται να συνεισφέρει ενεργά στην ομαλή και άμεση εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Είτε θα συνεργαστούμε για να κάνουμε τις νέες στοχευμένες θεραπείες προσβάσιμες στους ασθενείς που τις χρειάζονται τη στιγμή που τις χρειάζονται, είτε θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι αποτύχαμε στην αποστολή μας να έχουν οι ασθενείς στην Ελλάδα πρόσβαση σε σύγχρονες θεραπείες», πρόσθεσε.
Κλείνοντας, ο κ. Τουσίμης τόνισε την αξία της έγκαιρης πρόγνωσης και διάγνωσης, επισημαίνοντας ότι «εάν στον καρκίνο προβλέπουμε έγκαιρα, μέσω της κατάλληλης χρήσης των βιο-δεικτών και του gene sequencing, ποιος μπορεί να ωφεληθεί από μία στοχευμένη θεραπεία, τότε μπορούμε να παρέχουμε το κατάλληλο φάρμακο στον κατάλληλο ασθενή την κατάλληλη στιγμή, εξοικονομώντας χρήματα για το σύστημα υγείας και ταυτόχρονα σώζοντας ζωές».
«Η πανδημία, όντως μας αφύπνισε και μας έμαθε να λειτουργούμε με σοφία, υπευθυνότητα και αλληλεγγύη» ανέφερε η Ιουλία Τσέτη, CEO του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη, μέλος του ΔΣ του ΣΕΒ και πρόεδρος του Global Compact Network Hellas. Όπως υπογράμμισε «η post pandemic day, απαιτεί αμφιδέξιους Ηγέτες με ενσυναίσθηση, ευαισθησία, γνώσεις, νηφαλιότητα και λογική σκέψη. Ηγέτες που εμπνέουν και μετουσιώνουν τους στόχους και τους αριθμούς σε πράξη και ευημερία».
Το μεγάλο στοίχημα της επανεκκίνησης της οικονομίας παγκοσμίως, πρέπει να είναι η διατήρηση των θέσεων εργασίας- εκατομμύρια εκ των οποίων χάθηκαν την τελευταία χρονιά- και η στροφή σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, με βασικό άξονα τη βιομηχανική παραγωγή, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος.
Ένα από τα κυρίαρχα θέματα που αναδείχθηκαν κατά τη βίωση αυτής της κρίσης, είναι η αυτοδυναμία της παραγωγής, πρώτων υλών και τελικών προϊόντων τροφίμων και φαρμάκων.
«Έτσι, η απάντηση της υγειονομικής κρίσης για τον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας, είναι η επαρκής χρηματοδότηση της έρευνας για δημιουργία νέων μορίων, η συνεργασία των ερευνητικών ομάδων, η σύνδεση της παραγωγής με την καινοτομία. Και φυσικά, η ενδυνάμωση και η χρήση της τεχνολογίας, της τηλεϊατρικής και της ψηφιακής μεταρρύθμισης, στην υπηρεσία της ανθρώπινης υγείας και ευημερίας. Είναι επίκαιρο παρά ποτέ, να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή και η παραγωγή στην Ευρώπη, να γυρίσει πίσω από εκεί που ξεκίνησε. Να κερδίσουμε τις θέσεις εργασίας που χάσαμε και την ανάπτυξη που μας πρέπει», πρόσθεσε.
«Ως μέλος του ΔΣ του ΣΕΒ, είναι αδήριτη ανάγκη να ενισχύσουμε την παραγωγή, να γίνουμε κόμβος Καινοτομίας και Αριστείας και να «αγκαλιάσουμε» δυναμικότερα τις ψηφιακές πλατφόρμες. Άλλωστε και το ευνοϊκό χρηματοδοτικό περιβάλλον του Ταμείου Ανάκαμψης (RF), μας δίνει αυτή τη δυνατότητα, την οποία πρέπει να αξιοποιήσουμε με σοφία», κατέληξε.