Σε έξαρση βρίσκονται τα κρούσματα εποχικής γρίπης στην Ελλάδα σε σχέση με πέρσυ.
Εκτός από την γρίπη, παρατηρούνται και πολλά κρούσματα ιώσεων του αναπνευστικού όπως η στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα.
Σύμφωνα με την αναφορά του ΕΟΔΥ για την εποχική γρίπη, κατά την εβδομάδα 28 Νοεμβρίου – 4 Δεκεμβρίου, σημειώθηκε αύξηση κατά 41,5% στις επισκέψεις σε γιατρό για τη σχετική εξέταση.
Δείτε σχετικά => Τι είναι ο στρεπτόκοκκος τύπου Α που ευθύνεται για θανάτους παιδιών στην Βρετανία- Οδηγίες από τον ΕΟΔΥ για παιδιά και γονείς
Συνεπώς, η αύξηση των κρουσμάτων έχει προκαλέσει την ανησυχία των πολιτών, καθώς πολλοί αναρωτιούνται πόσες μέρες μετά τη νόσηση με γρίπη είναι μεταδοτικοί και αποτελούν «απειλή» για τους γύρω τους, λόγω της μεταδοτικότητας της νόσου.
Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ποιες είναι οι πιο επικίνδυνες ημέρες όσον αφορά τη μεταδοτικότητα της νόσου.
Την απάντηση δίνουν τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ (CDC), όπου σύμφωνα με αυτά, οι ασθενείς με γρίπη μπορούν να είναι μεταδοτικοί τις τρεις έως τέσσερις ημέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Δείτε σχετικά => CDC: 6.465 νέοι ασθενείς με γρίπη στις ΗΠΑ από την περασμένη εβδομάδα
Παρόλα αυτά, υπάρχει και η μεγαλύτερη πιθανότητα της μετάδοσης της νόσου έως και μία ημέρα πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων τους και έως και πέντε με επτά ημέρες αφότου εμφανίσουν σημάδια του ιού της γρίπης.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως τα παιδιά και τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να είναι σε θέση να μεταδώσουν τον ιό για περισσότερες από επτά ημέρες.
Ωστόσο, υπάρχουν μερικές μεταβλητές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την εξάπλωση της γρίπης.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο δρ. Amesh A. Adalja, που είναι ανώτερος επιστήμονας στο Κέντρο Ασφάλειας Υγείας του Johns Hopkins και ειδικός σε θέματα λοιμωδών νοσημάτων: «Η μολυσματικότητα μιας ασθένειας δεν είναι ένας διακόπτης που ενεργοποιείται και απενεργοποιείται».
Προσθέτοντας μάλιστα ο ίδιος πως «καθώς απομακρύνεστε περισσότερο από την έναρξη των συμπτωμάτων σας, ενδεχομένως να εξακολουθείτε να είστε μεταδοτικοί».
Σύμφωνα με τον επιστήμονα, οι ημέρες που η νόσος είναι πιο μεταδοτική μπορούν να επηρεαστούν από τον εμβολιασμό κατά της γρίπης, καθώς θα μπορούσε να συντομεύσει το χρονικό διάστημα της νόσησης. Το ίδιο μάλιστα συμβαίνει και με ορισμένες φαρμακευτικές αγωγές, όπως με την ουσία baloxivir, που πιθανότατα μειώνει τη μεταδοτικότητα.
Υπο μελέτη νέο mRNA εμβόλιο που παρέχει προστασία έναντι στον ιό της γρίπης
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα, που δημοσιεύτηκαν στο έγκριτο διεθνές περιοδικό “Science”.
«Μία ομάδα στο NIH σχεδιάζει ένα νέο mRNA εμβόλιο μίας δόσης που επάγει την ανοσία έναντι των 20 γνωστών υποτύπων του ιού της γρίπης. Το εμβόλιο αυτό έχει δείξει ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε προκλινικά μοντέλα, και αναμένεται να δοκιμαστεί άμεσα και σε ανθρώπους. Δεν αναμένεται όπως και με το εμβόλιο του SARS-CoV-2, να εξαλειφθεί η γρίπη αλλά να μειωθούν οι σοβαρότερες περιπτώσεις γρίπης και η θνητότητα.
Παλαιότερα είχαν χρησιμοποιηθεί διάφορα αντιγόνα της γρίπης για εμβόλιο, με το σκεπτικό να επάγουν ανοσία ευρέως φάσματος έναντι της γρίπης. Όμως με αυτή την τεχνική δεν ήταν εφικτό να συμπεριληφθούν αντιγόνα πάνω από 4 στελεχών. Έτσι η mRNA τεχνολογία εμβολίων μπορεί με βάση τη γνώση του γενετικού κώδικα των ιών να συμπεριλάβει στο εμβόλιο γενετικό υλικό από πολλούς ιούς, επεκτείνοντας έτσι το εύρος της ανοσίας που επάγει το εμβόλιο.
Τα εμβόλια στοχεύουν συνήθως σε μία πρωτεϊνη της ιικής επιφάνειας γνωστή ως αιμαγγλουτίνη (Η). Τα μόρια mRNA που κωδικοποιούν τμήματα της πρωτεΐνης H, εντάσσονται μέσα σε «νανοσωματίδια» πριν ενταχθούν στα κύτταρα.
Στα ζωικά μοντέλα το mRNA εμβόλιο της γρίπης ήταν αποτελεσματικό έναντι στη σοβαρή νόσο, τόσο σε ζώα που δεν είχαν προηγούμενη ανοσία όσο και σε όσα είχαν νοσήσει προηγουμένως από κάποιο στέλεχος γρίπης. Με βάση τα δεδομένα αυτά, αναμένεται να ξεκινήσουν μελέτες και σε ανθρώπους μέσα στον επόμενο χρόνο. Έτσι η γνώση που έχει κατακτηθεί από την πανδημία COVID-19, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την πρόληψη μελλοντικών πανδημιών».