Οι Καθηγητέςτης Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα(Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας)Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής)και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής.
Οι ερευνητές ανέλυσαν ηλεκτρονικά αρχεία 428.650 ασθενών με COVID-19 από το Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς σακχαρώδη διαβήτη ή καρδιαγγειακή νόσο, οι οποίοι αντιστοιχίστηκανμε 428.650 ασθενείς ελέγχου ως προς την ηλικία και το φύλοκαι παρακολουθήθηκαν ως τον Ιανουάριο του 2022. Η διάμεση διάρκεια παρακολούθησης ήταν 12 μήνες και ο χρόνος παρακολούθησης διαιρέθηκε σε 4 εβδομάδες από την ημερομηνία μόλυνσης, 5 ως 12 εβδομάδες μετά και 13 ως 52 εβδομάδες μετά. Υπήρχε μια ελαφρά γυναικεία υπεροχή στον υπό μελέτη πληθυσμό, με διάμεση ηλικία τα 35 έτη.
Βρέθηκε ότι η επίπτωση σακχαρώδη διαβήτηαυξήθηκε τις πρώτες 4 εβδομάδες μετά την COVID-19 (προσαρμοσμένη αναλογία ποσοστού [RR] 1,81, 95% διάστημα εμπιστοσύνης [CI] 1,51-2,19, P 0,001) και παρέμεινε αυξημένη από 5 ως 12 εβδομάδες (RR 1,27, 95% CI 1,11-1,46, P 0,001), αλλά όχι από 13 ως 52 εβδομάδες (RR 1,07, 95% CI 0,99-1,16, P = 0,07).Ομοίως, η αρχική περίοδος μετά COVID-19 συσχετίστηκε με αυξημένη συχνότητα για καρδιαγγειακή νόσο, κυρίως πνευμονικής εμβολής, κολπικών αρρυθμιών και φλεβικών θρομβώσεων (RR 5,82, 95% CI 4,82-7,03, P 0,001)με τη συχνότητα να μειώνεται κατά την περίοδο 5 έως 12 εβδομάδων μετά (RR 1,49, 95% CI 1,2-1,73, P 0,001). Η συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσουμειώθηκεεμφανώς από 13 ως 52 εβδομάδες μετά (RR 0,80, 95% CI 0,73-0,88, P 0,001).
Συμπερασματικά, η μελέτη αυτή κατέδειξε ότι η επίπτωση καρδιομεταβολικών προβλημάτων αυξάνεται κατά τους πρώτους μήνες μετά από COVID-19. Οι συμβουλές προς τους ασθενείς που αναρρώνουν θα πρέπει λοιπόν να εμπεριέχουν και σχετικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής, της διαχείρισης σωματικού βάρους και αυξημένων επιπέδων σωματικής δραστηριότητας.