«Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει τα παιδιά να γίνονται οι υποστηρικτές των γονιών τους» εξήγησε ο παιδοψυχολόγος στο news4health.gr τονίζοντας ότι το πρόσωπο της βίας που μπορεί να «φωλιάζει» σε μια οικογένεια δεν είναι ένα. Είτε πρόκειται για παραμέληση, για εγκατάλειψη ή για σωματική παραβίαση, η βία μπορεί να βλάψει ένα παιδί είτε είναι θεατής είτε αποδέκτης βίαιων καταστάσεων. Ο Χρήστος Κοροβίλας, Κλινικός Ψυχολόγος/Παιδοψυχολόγος και Συστημικός Ψυχοθεραπευτής μας περιέγραψε τους τρόπους με τους οποίους η βία δημιουργεί προβλήματα στην ψυχή ενός παιδιού που μπορεί να το ακολουθήσουν και στην ενήλική ζωή του. Μας είπε τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλο του παιδιού που βιώνει κακοποίηση μέσα στην οικογένεια και πώς αυτό μπορεί να βάλει τις βάσεις για μετέπειτα εμφάνιση ψυχοπαθολογίας.
Δεν έχει σημασία αν είναι ψυχικός ή σωματικός ο πόνος
Όπως είπε ο κ. Κοροβίλας σχετικά με τα παιδιά που είναι θεατές ή/και αποδέκτες της βίας: «Το θέμα της κακοποίησης που δέχονται οι γυναίκες αφορά και στην ενδοοικογενειακή βία και συνολικά στο φαινόμενο της βίας. Σίγουρα είναι πολύ βαρύ το φορτίο τόσο για αυτόν που δέχεται βία όσο και για εκείνον που την παρακολουθεί, πόσο μάλλον όταν είναι ανήλικος, όταν μιλάμε για ένα παιδί. Σε κάθε περίπτωση όταν ένα παιδί δέχεται βία ή/και παρακολουθεί να διαπράττονται τέτοια πράγματα μέσα στο σπίτι του, ασχέτως με το αν η βία έχει σωματική, λεκτική ή ψυχολογική εκδήλωση, η κατάσταση είναι το ίδιο σοβαρή. Γνωρίζουμε εξάλλου ότι είναι το ίδιο μέρος, η ίδια περιοχή του εγκεφάλου που ενεργοποιείται τόσο για τον σωματικό όσο και για τον ψυχολογικό πόνο αλλά και για την συναισθηματική απόρριψη. Η σωματική βία, η παραμέληση, η εγκατάλειψη, η απόρριψη, όλα αυτά είναι εξίσου σοβαρά.
Ο συναισθηματικός «κόμπος» στο μυαλό του παιδιού που βιώνει κακοποίηση
Αυτό που συμβαίνει στα παιδιά είναι πολύ βάναυσο και επηρεάζει το νευρικό τους σύστημα. Την ίδια στιγμή που νιώθουν φόβο και πόνο, την ίδια στιγμή νιώθουν την ανάγκη για ανακούφιση από τον γονέα που θα έπρεπε να είναι ο φροντιστής τους, αυτός που παρέχει αγάπη και υποστήριξη. Επομένως, αυτό το παιδί καλείται να συνδυάσει δύο πράγματα τα οποία δεν συνδυάζονται: Τον φόβο και τον πόνο με την αγάπη και τη φροντίδα.
«Τα παιδιά αυτά καλούνται να διαχειριστούν κάτι πάρα πολύ δύσκολο, το οποίο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως ψυχολογικό ή βιολογικό παράδοξο. Αυτό σημαίνει ότι όταν ένας γονέας προκαλεί πόνο σε ένα παιδί (σωματικό ή ψυχικό), τότε δημιουργείται κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί ως συναισθηματικός ‘’κόμπος’’ είπε ο κ. Κοροβίλας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «Ενεργοποιούνται δύο διαφορετικά κέντρα στον εγκέφαλό, το ένα είναι το σύστημα του συναισθηματικού δεσμού, της ανάγκης για φροντίδα και αγάπη και το άλλο είναι το σύστημα του πόνου και του φόβου. Από τη μια πλευρά υπάρχει το ένστικτο να πηγαίνουμε στους γονείς μας για να μας φροντίσουν και να μας ανακουφίσουν όταν υπάρχει κίνδυνος και φόβος, όμως σε μια συνθήκη βίας ενεργοποιείται συγχρόνως και ένα άλλο νευρονικό κύκλωμα το οποίο σχετίζεται με τον πόνο και τον φόβο. Όταν αισθανόμαστε ότι πονάμε και ότι φοβόμαστε θέλουμε να τρέξουμε μακριά, να γλιτώσουμε. Επομένως, το παιδί καλείται να συνδυάσει δύο πράγματα τα οποία δεν συνδυάζονται, από τη μία να πάει κοντά στους γονείς του και από την άλλη να τρέξει μακρία. Στα μάτια των γονιών του βλέπει συγχρόνως έναν άνθρωπο που είναι πηγή φροντίδας και παράλληλα πηγή πόνου και βίας. Αυτά τα δύο κυκλώματα είναι ανταγωνιστικά και δεν μπορούν να ενεργοποιούνται συγχρόνως.
Ο συναισθηματικός κόμπος, όπως εξήγησε ο ίδιος, σχετίζεται τόσο με τον γονέα που ασκεί βία όσο και με τον γονέα που δεν μπορεί να προστατεύσει ούτε τον τον εαυτό του ούτε το ανήλικο παιδί του. «Όταν αυτό γίνεται εκτεταμένα μπαίνουν οι βάσεις για να δημιουργηθεί αυτό που ονομάζουμε αποδιοργανωμένος συναισθηματικός δεσμός σε ένα παιδί, το οποίο είναι προγνωστικός παράγοντας για την εμφάνιση ψυχοπαθολογίας στην ενήλικη ζωή του».
Η εκδήλωση ψυχοπαθολογίας μπορεί να πάρει πολλές μορφές όπως μας είπε ο κ. Κοροβίλας, υπογραμμίζοντας ότι αυτές οι πρώιμες εμπειρίες κακοποίησης είναι και ο λόγος που πολλοί άνθρωποι μπορεί να μπερδεύουν την αγάπη και την ανακούφιση με τη βία και την απόρριψη. «Αυτό μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Επηρεάζει έντονα και τους τρόπους με τους οποίους ένας άνθρωπος ως ενήλικας συνδέεται με άλλους ανθρώπους σε επίπεδο ερωτικό, φιλικό και επαγγελματικό. Οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να ελκύονται απο κακοποιητικούς συντρόφους και παρόλα αυτά, το σύστημά τους να μην μπορεί να αναγνωρίσει τη βία ως κακοποίηση, αφού παράλληλα ενεργοποιούνται τα κυκλώματα της σύνδεσης και της σχέσης. Αντίστροφα, όταν ζουν σε ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι τους φέρονται με φροντίδα, ενδέχεται να τους αναγνωρίζουν ως επιθετικούς και καταστροφικούς. Είναι η βάση του ψυχικού τραύματος, το οποίο έχει την ιδιότητα να επαναλαμβάνεται και να δημιουργεί έναν κύκλο που παίζει σαν ταινία στην ενήλικη ζωή».
Τα σημάδια στην συμπεριφορά του παιδιού και η σημασία της υποστήριξης
Αναφερόμενος στα «σημάδια» της συμπεριφοράς ενός παιδιού που μπορεί να μαρτυρούν ότι ζει σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον, πέρα από τα εμφανή χτυπήματα και τις μελανιές, εξήγησε ότι το παιδί μπορεί να έχει πολύ έντονες αντιδράσεις ή να δείχνει παράξενα ήσυχο. Όπως είπε ο ίδιος: «Αυτό που μπορεί να παρατηρήσει κανείς, όμως πάντα με επιφύλαξη διότι τέτοιες συμπεριφορές δεν σημαίνουν de facto κακοποίηση, είναι τα εξής: Υπάρχουν ενδείξεις υπερ-ενεργοποίησης, ή υπο-ενεργοποίησης του κεντρικού νευρικού συστήματός. Τα σημάδια που δείχνουν ότι υπάρχει υπερ-ενεργοποίηση είναι οι έντονες συναισθηματικές εξάρσεις, όπως η έντονη ανησυχία και ο θυμός. Όταν ένα παιδί μοιάζει εκτός ελέγχου με ξεσπάσματα που δύσκολα εξηγούνται. Από την άλλη μεριά, μπορεί να υπάρχουν σημάδια υπο-ενεργοποίησης όπως είναι η απόσυρση, το μούδιασμα, το συναισθηματικό πάγωμα, ένα κλείσιμο στον εαυτό αλλά και συναισθήματα τρόμου και φόβου. Επίσης, όταν μιλάμε για σεξουαλική κακοποίηση, ένα παιδί μπορεί να γνωρίζει, να συζητά και να δείχνει ενδιαφέρον για πράγματα τα οποία δεν ταιριάζουν με την ηλικία του, όπως γνώσεις γύρω από το σεξ και σεξουαλικά υπονοούμενα».
Στην ερώτηση πώς μπορούμε να βάλουμε τέλος σε αυτή τη βία που κάνει κύκλους και να σταματήσουμε να δημιουργούμε νέα θύματα και νέους θύτες ξεκινώντας από την παιδική ηλικία ο κ. Κοροβίλας είπε ότι είναι πολύ σημαντικό, τουλάχιστον ένας από τους δύο γονείς να έχει έναν βαθμό συγκρότησης.
«Έχει μεγάλη σημασία το αν θα υπάρξει τελικά μια ανταπόκριση. Αν δηλαδή θα υπάρξει κάποιος για να στηρίξει και να βοηθήσει αυτό το παιδί να ανακάμψει. Αυτό που ελπίζουμε είναι ότι αν δεν μπορούν και οι δύο γονείς, τουλάχιστον ο ένας γονέας να επιδείξει έναν βαθμό συγκρότησης, να μπορέσει να πατήσει στα πόδια του προκειμένου να προστατέψει και να μεριμνήσει για αυτό το παιδί. Ιδανικά ένας γονέας, αλλιώς κάποιο άλλο πρόσωπο του οικείου περιβάλλοντος. Ξέρω ότι αυτό που λέω είναι πολύ δύσκολο καθώς οι γυναίκες που δέχονται βία δυσκολεύονται πολύ να ζητήσουν στήριξη και φροντίδα, ομως είναι σημαντικό να καταφέρουν να το κάνουν. «Αν ένας ενήλικας δεν μπορεί να λάβει στήριξη από άλλους ενήλικους (φίλους, συγγενείς, ειδικούς) είναι πολύ δύσκολο να στηρίξει το παιδί του και φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει τα παιδιά να γίνονται οι υποστηρικτές των γονιών τους. Είναι και αυτό κάτι που συμβαίνει συχνά είπε ο παιδοψυχολόγος.
Όπως είπε ο κ. Κοροβίλας, το μήνυμα που μπορούμε να στείλουμε σε μια γυναίκα που βιώνει μια κακοποίηση και έχει παιδί δεν είναι το: «μην φοβάσαι». Όπως είπε, χρειάζεται να ακούσει ότι: «Είναι αναμενόμενο να φοβάσαι, είναι πολύ λογικό να νιώθεις συντετριμμένη και κατακερματισμένη». Ωστόσο, χρειάζεται κάποια στιγμή να βρει τη δύναμη να φροντίσει τον εαυτό της, να πάρει στήριξη και να μπορέσει στη συνέχεια να προστατέψει και το παιδί της. «Ο φόβος να μην γίνει φοβία».
Κλείνοντας την συνέντευξή του στο news4health.gr ο κ. Κοροβίλας τόνισε ότι το τραύμα μπορεί να οδηγήσει σε επανατραυματισμό, καθώς είναι συχνό οι άνθρωποι που βίωσαν βία ως παιδιά να ξεκινούν νέες κακοποιητικές σχέσεις ως ενήλικες. Ορισμένοι μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι σε θέματα βίας και κακοποίησης άλλων ανθρώπων, αλλά να μην μπορούν να κάνουν επαφή με τη βία που οι ίδιοι έζησαν και έτσι να μην μπορούν να προστατεύουν τον εαυτό τους. Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι οι περιπτώσεις ανθρώπων που γίνονται βίαιοι σε μια ασυνείδητη προσπάθεια να εξαλείψουν τα κομμάτια αδυναμίας τους. Όπως δήλωσε ο ίδιος: «Ίσως πήραν κάποτε το μήνυμα ότι ο μόνος τρόπος για να λύσουν μια σύγκρουση είναι να προκαλέσουν πόνο, ειδικά σε κάποιον ανυπεράσπιστο που δεν μπορεί να αμυνθεί. Μπορεί να υπάρχει μια τέτοια, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή «οδηγία» και να θέλουν πραγματικά να τιμωρήσουν και να εξαλείψουν όποιον αδύναμο βλέπουν μπροστά τους. Αυτός ίσως είναι ο βαθύτερος πυρήνας που δημιουργεί μίσος προς μειονοτικές ομάδες, εξτρεμιστικά πολιτικά ή θρησκευτικά μορφώματα, ρατσισμό και άλλα.
Κάπως έτσι ένα αγόρι που βλέπει τον πατέρα να χτυπάει τη μητέρα του, μπορεί να μπει και το ίδιο σε ρόλους θύματος ή/και θύτη στην ενήλικη ζωή του. «Μπροστά σε έναν κίνδυνο, όταν δεν υπάρχει λύση, όταν δεν μπορούμε να τρέξουμε στη φωλιά και στην αγκαλιά των ανθρώπων που μας φροντίζουν, τότε ενεργοποιείται ένα τεράστιο εργοστάσιο αμυνών. Είναι αναμενόμενο ότι ένα παιδί θα ενεργοποιήσει ένα σωρό εναλλακτικές άμυνες προκειμένου να επιζήσει συναισθηματικά μέσα σε αυτήν την κοινωνία. Μπορεί να πάρει πάρα πολλές μορφές. Μπορεί να γίνει θύμα κατ’ εξακολούθηση, μπορεί να υιοθετήσει τον ρόλο του θύτη, μπορεί - πιο σύνηθες - να έχει και τους δύο ρόλους. Η βία έχει πολλά πρόσωπα και πολλές μορφές. Είναι εξίσου βίαιο όταν ένα παιδί νιώθει ότι το εγκαταλείπουν, ότι δεν το προστατεύουν και το παραμελούν. Δεν είναι μόνο η σωματική κακοποίηση πρόβλημα.Υπάρχουν τόσες πολλές άδηλες και έκδηλες μορφές βίας».
O Χρήστος Κοροβίλας είναι Κλινικός Ψυχολόγος & Συστημικός Ψυχοθεραπευτής (ενήλικες και παιδιά). Πληροφορίες για τον ειδικό στο https://www.korovilas.gr/