Λιγότερες βλάβες στους ιστούς, λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος, καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα και ταχύτερη επιστροφή στις καθημερινές και αθλητικές δραστηριότητες, είναι κάποια από τα κύρια πλεονεκτήματά της.
Ρήξη Πρόσθιου Χιαστού Συνδέσμου
Η ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (ΠΧΣ) είναι ένας από τους πιο συχνούς τραυματισμούς στο γόνατο. Παρατηρείται πιο συχνά σε επαγγελματίες (π.χ. χορευτές) και σε αθλητές με έντονη καταπόνηση του γόνατος και αιφνίδια αλλαγή κατεύθυνσης, επισημαίνει ο κ. Αναστάσιος Δεληγεώργης MD, MSc, Ορθοπαιδικός Χειρουργός-Αθλητίατρος, Aναπλ. Διευθυντής Γ’ Ορθοπαιδικής Κλινικής νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ.
Παλαιότερα, η ρήξη του χιαστού αποτελούσε τον εφιάλτη του αθλητή αφού μπορεί να σήμαινε το τέλος της αθλητικής του καριέρας. Με τις σύγχρονες όμως χειρουργικές τεχνικές, το γόνατο σταθεροποιείται πλήρως και ο ασθενής επανέρχεται στις πρότερες αθλητικές του δραστηριότητες και επιδόσεις, μετά από μία περίοδο αποθεραπείας.
Ποια ειναι η «σωστή» θεραπεία;
Η «σωστή» θεραπευτική αντιμετώπιση, συντηρητική ή χειρουργική, είναι διαφορετική για τον κάθε ασθενή και εξαρτάται απο τις μοναδικές ανάγκες του. Ο ορθοπαιδικός χειρουργός θα πρέπει να λάβει υπόψη του:
- την ηλικία του ασθενούς
- τις καθημερινές του απαιτήσεις
- το είδος της εργασίας του
- τις αθλητικές του δραστηριότητες
- τις τυχόν συνυπάρχουσες κακώσεις
- τον βαθμό της αστάθειας που του προκαλεί η ρήξη
Πότε συνιστάται χειρουργική αντιμετώπιση ;
Σε νεαρούς αθλητές και σε δραστήρια άτομα, με πλήρη ρήξη του χιαστού, η συντηρητική αντιμέτωπιση αποδεικνύεται ανεπαρκής και συνιστάται χειρουργική αντιμετώπιση. Επειδή ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος έχει μικρή επουλωτική ικανότητα σε αντίθεση με άλλους συνδέσμους, η αστάθεια του γόνατος συνήθως παραμένει και η λειτουργία του δεν αποκαθίσταται. Στην περίπτωση μάλιστα του αθλητή που θέλει να επιστρέψει στις αθλητικές του δραστηριότητες αμέσως μόλις περάσει η οξεία φάση με συντηρητική αγωγή, η αστάθεια μπορεί να προκαλέσει νέους, σοβαρούς τραυματισμούς στο γόνατο, όπως ρήξη των μηνίσκων και βλάβη του χόνδρου.
Προετοιμασία πριν την επέμβαση
Η ενδυνάμωση των μυών γύρω από τον κομμένο χιαστό μέσω φυσιοθεραπείας και άσκησης μπορεί να ξεκινήσει ακόμα και πριν από την επέμβαση, έτσι ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία αποκατάστασης μετά.
Πώς γινεται η επέμβαση;
Ο ορθοπαιδικός χειρουργός θα αντικαταστήσει τον πρόσθιο χιαστό συνδεσμο (συνδεσμοπλαστική) που υπέστη ρήξη, με μόσχευμα από τον ίδιο τον ασθενή. Η επέμβαση γίνεται με αρθροσκόπηση, ελάχιστα επεμβατική τεχνική, μέσω οπών λίγων μόλις χιλιοστών.
Συγκεκριμένα, στη θέση του κομμένου πρόσθιου χιαστού, τοποθετούνται τένοντες (μόσχευμα) από την περιοχή γύρω από το γόνατο του ασθενούς. Συνήθως, πρόκειται για τένοντες των οπισθίων μηριαίων μυών, τμήμα του επιγονατιδικού τένοντα ή σπανιότερα, του τένοντα του τετρακεφάλου. Η σωστή προετοιμασία του μοσχεύματος είναι σημαντική για την καλή ενσωμάτωση και τη μέγιστη ισχύ.
Στη διάρκεια της επέμβασης, ο χειρουργός μπορεί επιπλέον, να επιδιορθώσει και άλλες συνυπάρχουσες βλάβες που θα διαγνώσει (ρήξη μηνίσκου ή χόνδρου). Η επιλογή της αρθροσκοπικής τεχνικής, του μοσχεύματος και της τεχνικής καθήλωσής του πρέπει πάντα να εξατομικεύονται.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη εξέλιξη στις αρθροσκοπικές τεχνικές της συνδεσμοπλαστικής του πρόσθιου χιαστού οπως μονής, διπλής ή τετραπλής δέσμης τενόντων. Επίσης, εφαρμόζονται διάφορες μεθόδοι σταθεροποίησης του μοσχεύματος με ειδικά «κουμπιά» ή διαφόρων ειδών βίδες και διάφορες τεχνικές.
Η τεχνική All INSIDE
Είναι η πιο σύγχρονη τεχνική αρθροσκοπικής αποκατάστασης της ρήξης του πρόσθιου χιαστού (συνδεσμοπλαστικής) και παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις άλλες τεχνικές:
- Χρησιμοποιείται μόνο 1 τένοντας από τους οπίσθιους μηριαίους (ο ημιτενοντώδης) αντί για 2 που γίνεται στην κλασική τεχνική, με τον οποίο δημιουργείται 1 μόσχευμα τετραπλής δέσμης. Διασώζεται έτσι ο άλλος τένοντας που έχει ως αποτέλεσμα τη διατήρηση καλύτερης λειτουργικότητας και μεγαλύτερης μυϊκής ισχύος του γόνατος καθώς και λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο.
- Διανοίγονται μικρότερες τρύπες στα οστά (οστικά τούνελ), διατηρώντας σχεδόν ακέραιο τον φλοιό των οστών που συμβάλει στην καλύτερη συγκράτηση και ενσωμάτωση του μοσχεύματος.
- Δεν χρησιμοποιούνται βίδες ή άλλα υλικά που μπαίνουν μέσα στο οστό αλλά η συγκράτηση του μοσχεύματος γίνεται με ειδικά «κουμπιά» έξω από τα οστικά τούνελ, στον μηρό και στην κνήμη.
- Ο τραυματισμός της επιφυσιακής πλάκας της κνήμης στα παιδιά είναι μικρότερος και έτσι, μειώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης τυχόν προβλημάτων στην ανάπτυξη σε σχέση με την κλασική τεχνική
- Οι τομές στο δέρμα ειναι πολύ μικρότερες που οδηγεί σε καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα, λιγότερο πόνο και ταχύτερη επούλωση.
- Η συνδεσμοπλαστική με την τεχνική All Inside θεωρείται μία εξαιρετικά απαιτητική επέμβαση και η επιτυχία της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξειδίκευση και εμπειρία του ορθοπαιδικού χειρουργού.
Χρόνος αποκατάστασης μετά από την τεχνική ALL INSIDE
Η μετεγχειρητική αποκατάσταση είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος της διαδικασίας επανόδου του ασθενούς στις δραστηριότητες του και μπορεί να ξεκινήσει άμεσα. Λίγες ώρες μετά την επέμβαση, ο ασθενής μπορεί να σηκωθεί, με τη βοήθεια βακτηριών και να επιστρέψει σπίτι του. Οι βιολογικές θεραπείες με βλαστοκύτταρα και PRP μπορεί να ενισχύσουν και να επιταχύνουν την επούλωση και ενσωμάτωση του μοσχεύματος.
Ανάλογα με το μόσχευμα που έχει χρησιμοποιηθεί, ο ασθενής ακολουθεί ειδικά σχεδιασμένο πρωτόκολλο αποκατάστασης. Το πρόγραμμα φυσικοθεραπειών επικεντρώνεται αρχικά, στην ανάκτηση του πλήρους εύρους κίνησης της άρθρωσης του γόνατος και την αποφυγή περαιτέρω απώλειας μυϊκής μάζας. Στη συνέχεια, περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης, ειδικά διαμορφωμένες ώστε να προστατέψουν τον καινούργιο σύνδεσμο. Η τελική φάση περιλαμβάνει εξειδικευμένες ασκήσεις για την επανένταξη του ασθενούς στο άθλημά του.
Αν και η επιστροφή στις καθημερινές δραστηρότητες είναι ταχεία, η πλήρης επιστροφή σε αγωνιστική αθλητική δραστηριότητα δεν πρέπει να γίνεται πριν από τους 6 μήνες. Αυτός είναι και ο μέσος χρόνος που απαιτείται για την καλή ενσωμάτωση του μοσχεύματος. Ο συνολικός όμως χρόνος αποκατάστασης καθορίζεται εξατομικευμένα από τον χειρουργό.