Ο νέος κορονοϊός έχει σπείρει το θάνατο σε πάνω από 185 χιλιάδες άτομα μέχρι σήμερα. Κάθε κυβέρνηση αργά ή γρήγορα συνειδητοποιεί ότι η λήψη περιοριστικών μέτρων είναι η καλύτερη λύση για να μπει ένα στοπ στην αύξηση των θυμάτων. Ο COVID-19, όμως, πέρα από το άμεσο αντίκτυπο που έχει στις ζωές ανθρώπων, μακροπρόθεσμα κάνει και άλλες ζημιές. Δεν εννοούμε μόνο στην οικονομία, η οποία βρίσκεται πρώτη φορά σε τόσο δεινή κατάσταση μετά το κραχ του 1929.
Βακτήρια και δευτερεύουσες μολύνσεις
Ειδικότερα, η πανδημία έχει οδηγήσει μεγάλο αριθμό ανθρώπων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα στα νοσοκομεία, τα οποία είναι ευρέως γνωστό ότι αποτελούν πρόσφορο έδαφος για βακτήρια που είναι ανθεκτικά στα φάρμακα. Λόγω της μαζικής εισροής, για αυτά τα βακτήρια οι πιθανοί στόχοι μεγαλώνουν. Ως εκ τούτου όλο και περισσότεροι άνθρωποι με COVID-19 διαγιγνώσκονται με δευτερεύουσες μολύνεις κατά την παραμονή τους στα νοσοκομεία. Η ακριβής αιτία για αυτές τις μολύνσεις δεν έχει εξακριβωθεί ακόμα αλλά υπάρχουν στοιχεία που τις αποδίδουν στα βακτήρια που είναι ανθεκτικά σε φάρμακα.
Αυτές οι δευτερεύουσες μολύνσεις επηρεάζουν τις πιθανότητες επιβίωσης του ασθενή. Σύμφωνα με δεδομένα από την Γουχάν οι μισοί ασθενείς με COVID-19 πέθαναν από δευτερεύουσα μόλυνση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα συγκεκριμένα βακτήρια προσαρμόζονται ειδικά σε ανθρώπους με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Ιστορικά, αυτό είναι κάτι που συνέβαινε διαχρονικά σε ιογενείς πανδημίες. Τόσο στην ισπανική γρίπη του 1918 όσο και σε αυτή τη 2009 μεγάλος αριθμός πέθανε από δευτερεύουσες μολύνσεις παρά από τον ίδιο τον ιό.
Οι επιπτώσεις της συχνής χρήσης αντιβιοτικών
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο βακτήρια γίνονται τόσο ανθεκτικά είναι η διαδεδομένη χρήση αντιβιοτικών σε ασθενείς με COVID-19. Παραπάνω από το 90% των ασθενών με νέο κορονοϊό λαμβάνουν αντιβιοτικά ως μέρος της θεραπείας τους. Αυτή η αυξανόμενη χρήση τους, κυρίως στα νοσοκομεία, ασκεί τέτοια πίεση στα βακτήρια που τα αναγκάζει να βελτιώσουν την ανθεκτικότητά τους. Αυτό αναμένεται να αυξήσει στη συχνότητα μολύνσεων από βακτήρια που αντιστέκονται στη δράση των φαρμάκων στους μήνες και τα χρόνια μετά το τέλος της πανδημίας.
Μία έκθεση που δημοσιεύτηκε το 2016 υποστήριξε ότι μέχρι το 2050, 10 εκατομμύρια άνθρωποι θα πεθαίνουν κάθε χρόνο από μολύνσεις που αντιστέκονται στα αντιβιοτικά. Δεδομένου ότι αυτή η πρόβλεψη δεν υπολόγιζε την πανδημία, τότε το χρονοδιάγραμμα πρέπει να αναπροσαρμοστεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει μία ατελείωτη δεξαμενή αντιβιοτικών για να αντικαταστήσουμε αυτά που δεν είναι πια αποτελεσματικά. Στο μεταξύ τα βακτήρια γίνονται πιο ανθεκτικά στα αντιβιοτικά ρουτίνας και σε αυτά που αποτελούν λύση ανάγκης (φάρμακα με παρενέργειες που χρησιμοποιούνται μόνο αν όλα τα άλλα αντιβιοτικά έχουν αποτύχει).
Απειλή για την Ελλάδα
Η απειλή αυτή είναι ιδιαίτερα σοβαρή για την Ελλάδα, η οποία ιστορικά έχει από τα υψηλότερα ποσοστά χρήσης και αντοχής στα αντιβιοτικά στην Ευρώπη: πρόσφατη έρευνα σχετικά με τη χρήση αντιβιοτικών στις μονάδες αυξημένης νοσηλείας της ΕΕ για το 2016-17, έδειξε ότι η συχνότητα της χρήσης αντιβιοτικών στην Ελλάδα ήταν 55,6%, σε σύγκριση με το 30,5% στην Ευρώπη συνολικά. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά νοσοκομειακών λοιμώξεων στην Ευρώπη, πολλές από τις οποίες προκαλούνται από οργανισμούς – γνωστοί ως «super bugs»- που είναι ανθεκτικοί σε πολλά διαφορετικά φάρμακα. Το αποτέλεσμα είναι ότι αν και η Ελλάδα έχει σχετικά χαμηλά ποσοστά νόσησης και θανάτων από τον κορωνοϊό, η χώρα διατρέχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κρουσμάτων και θανάτων λόγω βακτηριακών λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Νέα φάρμακα
Αυτή τη στιγμή ελάχιστα νέα αντιβιοτικά παρασκευάζονται. Αυτή τη στιγμή σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας 252 αντιβιοτικά φάρμακα βρίσκονται σε προκλινικές δοκιμές. Δοκιμάζονται δηλαδή σε ζώα. Δυστυχώς μόνο 2-5 περίπου από αυτά τα φάρμακα θα καταλήξουν τελικά στην αγορά την επόμενη δεκαετία.
ΠΗΓΗ: https://bit.ly/3eIpgq4