Η μελέτη εξέτασε από τις 1 Μαρτίου ως τις 14 Απρίλη 427 γυναίκες που εισήχθησαν σε νοσοκομείο έχοντας προσβληθεί από τον COVID-19, την ασθένεια που προκαλείται από το νέο κορονοϊό. Εντόπισε ότι λιγότερες από 0,5% όλων των εγκύων γυναικών νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο και μόνο 1/10 από αυτές χρειάστηκαν εντατικότερη φροντίδα.
Αυτό σημαίνει ότι οι μέλλουσες μητέρες δε διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να περάσουν σοβαρά τη νόσο σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που εκπόνησε τη μελέτη.
«Παρ΄όλα αυτά, οι περισσότερες που νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία ήταν παραπάνω από 6 μηνών έγκυες, κάτι που τονίζει την αξία της κοινωνικής απόστασης στα τελευταία στάδια της κύησης» ανέφερε η Μάριαν Νάιτ, που ηγούταν της μελέτης.
Η μελέτη δεν έχει ελεγχθεί από συνάδελφους αλλά δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα (11/5) στην ιστοσελίδα του MedRxiv.
Ένα ακόμα συμπέρασμά της αναφέρει ότι οι έγκυες από εθνικές μειονότητες και αυτές που ήταν υπέρβαρες ή είχαν άλλα προβλήματα υγείας, όπως υψηλή πίεση και διαβήτη, κινδύνευαν περισσότερο να νοσηλευτούν.
«Ένας πολύ μικρός αριθμός εγκύων αρρωσταίνουν σοβαρά από τον COVID-19 και δυστυχώς έχουν υπάρξει κάποιοι θάνατοι. Είναι ανησυχητικό ότι περισσότερες έγκυες από έγχρωμες εθνικές μειονότητες έχουν εισαχθεί στα νοσοκομεία. Αυτό χρειάζεται να ερευνηθεί" υποστήριξε η Νάιτ.
Αναλύοντας τα αποτελέσματα των νεογνών που γεννήθηκαν από μητέρες με τον ιό, οι επιστήμονες ήταν πολύ καθησυχαστικοί. Παρόλο, που σχεδόν ένα στα 5 μωρά γεννιόντουσαν πρόωρα και εισάγονταν σε θάλαμο νεογνών, λιγότερα, από 20 μωρά που μελετήθηκαν γεννήθηκε σε μικρότερη από 32 εβδομάδων εγκυμοσύνη.
Μόλις ένα στα 20 διαγνώστηκαν θετικά στον ιό αλλά μόνο τα μισά από αυτά προσβλήθηκαν από τον ιό αμέσως μετά τη γέννα. Αυτό σημαίνει ότι η μετάδοση του ιού από τη μητέρα στο νεογνό είναι χαμηλή σύμφωνα με τους επιστήμονες.