Πρέπει να βεβαιωθείτε ότι το δέρμα σας δεν εκτέθηκε σε συστατικά που μπορεί να αυξήσουν την ευαισθησία του στον ήλιο. Ειδάλλως κινδυνεύετε να εκδηλώσετε φυτοφωτοδερματίτιδα.
Η φυτοφωτοδερματίτιδα αναπτύσσεται όταν ορισμένες ουσίες των φυτικών τροφίμων αλληλεπιδρούν με την υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου, προκαλώντας φλεγμονή και χαρακτηριστικές βλάβες στο δέρμα. Κλασικό παράδειγμα φυτοφωτοδερματίτιδας είναι το εξάνθημα που μπορεί να παρατηρηθεί π.χ. σε άτομα που ψήνουν κρέας στα κάρβουνα, όταν το περιχύνουν με λεμόνι.
«Κάθε δραστηριότητα που εμπεριέχει στύψιμο εσπεριδοειδών και ύστερα έκθεση στον ήλιο μπορεί να προκαλέσει δερματικές αλλοιώσεις στα άτομα που έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία», λέει ο δρ Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική). «Ωστόσο η φυτοφωτοδερματίτιδα δεν εκδηλώνεται μόνο μετά από έκθεση σε λεμόνια, κίτρα, λάιμ ή πορτοκάλια. Είναι πολλά τα φυτά και τα φυτικής προέλευσης τρόφιμα με ουσίες που προκαλούν ευαισθησία στον ήλιο (φωτοευαισθητοποιητές) όταν το άτομο έχει προδιάθεση».
Μία από αυτές τις ουσίες είναι το ψωραλένιο, το οποίο περιέχουν τα εσπεριδοειδή και πολλά άλλα φυτά και φυτικής προελεύσεως τρόφιμα, όπως το παστινάκι, ο μαϊντανός, τα καρότα, το σέλερι (αμερικάνικο σέλινο), τα σύκα, ο απήγανος (είναι αρωματικό φυτό), το γρασίδι, διάφορα χορτάρια στα λιβάδια (πόες) κ.λπ. Ψωραλένιο μπορεί να περιέχουν και ορισμένα αρώματα, αλλά και φυτικά έλαια όπως το έλαιο περγαμόντου.
«Όταν το ψωραλένιο εκτεθεί στην υπεριώδη ακτινοβολία Α (UVA) μπορεί να προκαλέσει φυτοχημικές αντιδράσεις στο δέρμα. Οι αντιδράσεις αυτές βλάπτουν τα δερματικά κύτταρα και τα οδηγούν στην καταστροφή, με συνέπεια την εμφάνιση χαρακτηριστικών συμπτωμάτων», εξηγεί ο κ. Μιχελάκης.
Τα συμπτώματα αυτά συνήθως αρχίζουν μέσα σε 24 ώρες από την έκθεση και κορυφώνονται στις 48-72 ώρες. Μπορεί να είναι από ήπια έως σοβαρά. Ο πάσχων μπορεί να αναπτύξει φλύκταινες (φουσκάλες) στο δέρμα, να παραπονιέται για κνησμό και αίσθημα καύσου (κάψιμο) και να παρουσιάζει φλεγμονή, ερυθρότητα, πόνο και ευαισθησία στο άγγιγμα. Μετά τη ρήξη τους, οι φλύκταινες μπορεί να δημιουργήσουν κρούστα.
«Οι φλύκταινες συνήθως έχουν ακανόνιστο σχήμα, αναλόγως με την ποσότητα του φωτοευαισθητοποιητή στην οποία εκτέθηκε το δέρμα», διευκρινίζει ο ειδικός. «Αν λ.χ. έσταξε λάιμ σε μερικά σημεία στο χέρι, μπορεί να παρατηρηθούν φλύκταινες σαν σταγόνες. Αν όμως έπεσε όλος ο χυμός ενός λεμονιού, μπορεί να εμφανιστεί μια μεγάλη φλύκταινα. Κι αν το δέρμα τρίφτηκε σε ένα φυτό, μπορεί να εμφανιστούν φλύκταινες σε μορφή ραβδώσεων».
Όταν τα αρχικά συμπτώματα υποχωρήσουν (συνήθως χρειάζονται 7-14 ημέρες), το δέρμα μπορεί να μοιάζει πιο σκούρο. Αυτό οφείλεται στην υπερμελάγχρωση που παρατηρείται μετά την φυτοφωτοδερματίτιδα και η οποία μπορεί να διαρκέσει για πολλές εβδομάδες ή μήνες.
Υπάρχουν όμως άνθρωποι που παρουσιάζουν πολύ ήπια φλεγμονή, χωρίς φλύκταινες ή άλλη εμφανή δερματική βλάβη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η υπερμελάγχρωση μπορεί να αποτελεί την πρώτη ένδειξη ότι υπέστησαν φυτοφωτοδερματίτιδα.
Η εφίδρωση, η ζέστη και η παραμονή νερού πάνω στο δέρμα κατά κανόνα επιδεινώνουν τα αρχικά συμπτώματα. Η συνέχιση της έκθεσης στον ήλιο μπορεί να εντείνει την υπερμελάγχρωση και να κάνει το δέρμα να δείχνει ακόμα πιο σκούρο.
Η φυτοφωτοδερματίτιδα μπορεί να εκδηλωθεί σε άτομα κάθε ηλικίας, φύλου και φυλής. Υπάρχουν όμως ορισμένοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξής της. Εκτός από την εγγενή ευαισθησία του ατόμου, άλλοι παράγοντες είναι η χρήση αρωμάτων ή ελαίων που περιέχουν ορισμένα φυτικά συστατικά, η έκθεση στον έντονο ήλιο και η ενασχόληση με ορισμένες δραστηριότητες. Παραδείγματα δραστηριοτήτων υψηλού κινδύνου είναι το κάμπινγκ, το μαγείρεμα σε υπαίθριους χώρους, το ψάρεμα, η πεζοπορία, η κηπουρική, τα υπαίθρια παιχνίδια και αγώνες κ.λπ.
Υπάρχουν επίσης ορισμένοι επαγγελματίες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για φυτοφωτοδερματίτιδα. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι αγρότες, οι κηπουροί, οι γεωπόνοι, οι δασοφύλακες, οι απασχολούμενοι στις κουζίνες (π.χ. μάγειρες, σερβιτόροι, βοηθητικό προσωπικό) κυρίως όταν εργάζονται και σε υπαίθριους χώρους, οι μπάρμαν κ.λπ.
Η διάγνωση της φυτοφωτοδερματίτιδας βασίζεται στη λήψη λεπτομερούς ιστορικού και στις χαρακτηριστικές βλάβες της. Ωστόσο συχνά έχει παρόμοια κλινική εικόνα με άλλες δερματοπάθειες, όπως η ατοπική δερματίτιδα, η κυτταρίτιδα (φλεγμονή των κυττάρων), η μυκητίαση, το βαρύ ηλιακό έγκαυμα, το χημικό έγκαυμα κ.λπ. Έτσι, ο γιατρός μπορεί να ζητήσει πρόσθετες εξετάσεις, όπως ειδικά δερματικά τεστ ή ακόμα και βιοψία δέρματος.
Οι βλάβες της φυτοφωτοδερματίτιδας χρειάζονται προσοχή και φροντίδα για να θεραπευτούν. Απαραίτητη είναι η προστασία από τον ήλιο και από κάθε ουσία που μπορεί να εντείνει την ευαισθησία στο δέρμα. Μπορεί ακόμα να χρειασθούν πρόσθετα μέτρα, όπως ψυχρά επιθέματα (κρύες κομπρέσες) που μπορεί να καταπραΰνουν πολλά συμπτώματα των ασθενών. Ο δερματολόγος ιατρός μπορεί επίσης να συστήσει καταπραϋντικές αλοιφές, λοσιόν ή κρέμες ή ακόμα και φαρμακευτική αγωγή (π.χ. τοπικά ή συστηματικά κορτικοστεροειδή, παυσίπονα, αντισταμινικά).
Αν και η φυτοφωτοδερματίτιδα συνήθως είναι ήπιας έως μέτριας βαρύτητας, μπορεί να υπάρξουν και σοβαρά περιστατικά. Μπορεί επίσης να αφορά σημαντικό τμήμα του δέρματος. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις και σε εκτεταμένες δερματικές βλάβες ενδέχεται να χρειασθεί ακόμα και νοσηλεία στο νοσοκομείο.
«Η σωστή αντιμετώπιση είναι σημαντική διότι υπάρχει κίνδυνος επιπλοκών, όπως μολύνσεις στο δέρμα όταν διαρραγούν οι φλύκταινες», τονίζει ο κ. Μιχελάκης. «Επειδή, όμως, πάντοτε η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία, ας φροντίσουν όλοι να σαπουνίζουν καλά τα χέρια τους όταν χειρίζονται οποιοδήποτε φυτικής προέλευσης τρόφιμο ή φυτό, ή ακόμα καλύτερα ας κάνουν τις δουλειές τους με γάντια, αν στη συνέχεια έχουν πρόγραμμα να εκτεθούν στον ήλιο».