Οι παρενέργειες αυτές είναι πολύ συχνές, αλλά η ακριβής επίπτωσή τους παρουσιάζει διακύμανση αναλόγως με τη θεραπεία. Είναι ενδεικτικό ότι η χημειοθεραπεία προκαλεί τριχόπτωση τουλάχιστον στο 65% των ασθενών που υποβάλλονται σε αυτήν. Οι στοχευμένες θεραπείες και η ανοσοθεραπεία για τον καρκίνο του μαστού προκαλούν ξηρότητα και κνησμό σε ποσοστό που κυμαίνεται από 7% έως και 90%, αναλόγως με το χορηγούμενο φάρμακο. Επιπλέον, σχεδόν το 95% των ασθενών παρουσιάζουν κάποιες αλλαγές στο δέρμα τους ενόσω κάνουν ακτινοθεραπεία.
Συνολικά υπολογίζεται ότι δερματικές εκδηλώσεις παρουσιάζουν περισσότεροι από οκτώ στους δέκα ασθενείς με καρκίνο, οι οποίοι βρίσκονται υπό θεραπεία.
«Οι πιθανές δερματικές τοξικότητες των αντινεοπλασματικών θεραπειών είναι πολλές και διαφορετικές. Πολλές εκδηλώνονται σύντομα μετά την έναρξη της θεραπείας, ενώ άλλες παρατηρούνται πολύ αργότερα. Επιπλέον, κάποιες βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου και άλλες επιμένουν.
Οι τοξικότητες αυτές συνήθως είναι ήπιας έως μέτριας βαρύτητας, αλλά μερικές φορές είναι σοβαρές. Ανεξάρτητα από τη σοβαρότητά τους, όμως, συνήθως είναι ενοχλητικές και παρότι δεν απειλούν την υγεία και την ζωή των ασθενών, μπορεί να μειώσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής τους», εξηγεί ο δρ Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος.
Στη σοβαρότητα των αντιδράσεων, εκτός από τη χρησιμοποιούμενη θεραπεία καθαυτή, ρόλο παίζει και η δόση της. Άλλοι συμβάλλοντες παράγοντες είναι η αντίδραση του οργανισμού του ασθενούς και τυχόν προϋπάρχοντα δερματικά προβλήματα.
Ποιες είναι όμως οι πιο συχνές δερματικές αντιδράσεις στις θεραπείες για τον καρκίνο; «Η ακτινοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει ξηρότητα και απολέπιση στο δέρμα που ακτινοβολείται», απαντά ο κ. Μιχελάκης. Μπορεί επίσης να προκαλέσει έντονο κνησμό (φαγούρα) και αλλαγή του χρώματός του (αναπτύσσεται ερυθρότητα ή το δέρμα αποκτά πιο σκούρα χροιά). Το δέρμα ενδέχεται να μοιάζει σαν να έχει υποστεί ηλιακό έγκαυμα και μπορεί να δημιουργηθεί οίδημα (πρήξιμο). Ειδικά στις δερματικές πτυχές μπορεί να παρατηρηθεί μία αντίδραση κατά την οποία το δέρμα είναι συνεχώς υγρό και αναπτύσσονται επώδυνα έλκη (πληγές). Η αντίδραση αυτή ονομάζεται υγρός ερεθισμός και ενέχει κίνδυνο μόλυνσης.
Μερικοί τύποι χημειοθεραπείας μπορεί να προκαλέσουν ξηροδερμία, κνησμό, ερυθρότητα, υπερμελάγχρωση (πιο σκούρα χροιά) ή απολέπιση (ξεφλούδισμα). Μπορεί επίσης να αναπτυχθεί ήπιο εξάνθημα ή να αναπτύξει το δέρμα φωτοευαισθησία (αυξημένη ευαισθησία στην υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου). Μερικοί ασθενείς παρουσιάζουν επίσης προβλήματα στα νύχια (γίνονται πιο σκούρα και εύθραυστα) και στις παρωνυχίδες (γίνονται επώδυνες).
Αν ένας ασθενής παλαιότερα είχε κάνει ακτινοθεραπεία, στα σημεία του δέρματός του που είχαν ακτινοβοληθεί μπορεί λόγω της χημειοθεραπείας να αναπτυχθεί ερυθρότητα, φλύκταινες, απολέπιση ή πόνος. Η κατάσταση αυτή είναι φλεγμονώδης αντίδραση από ευαισθητοποίηση στην ακτινοβολία (radiationrecall).
Το δέρμα μπορεί να εκδηλώσει και αλλεργικές τοξικές αντιδράσεις στη χημειοθεραπεία. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται αιφνίδιο ή σοβαρό εξάνθημα, κνίδωση και αίσθημα καύσου (κάψιμο).
Η πιο γνωστή παρενέργεια της χημειοθεραπείας, πάντως, είναι η αλωπεκία, η οποία είναι συνέπεια της τοξικής δράσης των χημειοθεραπευτικών παραγόντων στους θυλάκους των τριχών. «Η αλωπεκία συνήθως είναι σοβαρότερη όταν ο ασθενής λαμβάνει συνδυασμούς χημειοθεραπευτικών παραγόντων. Ευτυχώς όμως είναι αναστρέψιμη και συνήθως το τριχωτό της κεφαλής ανακάμπτει 3-6 μήνες μετά το πέρας της θεραπείας», τονίζει ο κ. Μιχελάκης.
Οι μεταμοσχεύσεις αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων μπορεί να προκαλέσουν νόσο μοσχεύματος έναντι του ξενιστή (Graftversushostdisease). Η νόσος αυτή παρατηρείται στο 10% των ασθενών που υποβάλλονται σε ετερόλογη (από δότη) μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων. Ένα από τα χαρακτηριστικά συμπτώματά της είναι η δερματίτιδα, που εκδηλώνεται με εξάνθημα, φλύκταινες ή πάχυνση του δέρματος. Αναλόγως με τη σοβαρότητά της, το εξάνθημα μπορεί να καλύψει και πάνω από το 50% της επιφάνειας του δέρματος.
Μερικοί τύποι ανοσοθεραπείας μπορεί να προκαλέσουν σοβαρό και μερικές φορές εκτεταμένο δερματικό εξάνθημα. Μπορεί επίσης να προκαλέσουν ξηροδερμία ή φλύκταινες. Αντίστοιχα, οι στοχευμένες θεραπείες μπορεί να προκαλέσουν ξηροδερμία, εξάνθημα και προβλήματα στα νύχια.
«Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνουν τον θεράποντα ογκολόγο τους για κάθε αντίδραση που παρατηρούν στο δέρμα τους, ακόμα κι αν τους φαίνεται ήπια ή εύκολα διαχειρίσιμη», τονίζει ο κ. Μιχελάκης. «Καλό είναι να έχουν εκ των προτέρων ενημερωθεί για το τι μπορεί να περιμένουν, ώστε να μην αιφνιδιαστούν και να γνωρίζουν πως πρέπει να αντιδράσουν. Δυστυχώς συχνά δεν γνωρίζουν ότι οι θεραπείες για τον καρκίνο μπορεί να προκαλέσουν κάτι άλλο εκτός από αλωπεκία. Τα ενοχλήματα που μπορεί να νιώσουν, όμως, είναι τόσο έντονα, ώστε έχουν αναφερθεί περιστατικά ασθενών που διέκοψαν τη θεραπεία τους επειδή δεν άντεχαν άλλο τον κνησμό ή τον πόνο».
Δυστυχώς, οι ασθενείς συχνά δεν μπορούν να αποφύγουν εντελώς τις δερματικές τοξικότητες των αντινεοπλασματικών θεραπειών. Μπορούν όμως να λάβουν μέτρα για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις τους. Πριν καν αρχίσουν τη θεραπεία, λ.χ., καλό είναι να αρχίζουν εντατική, συχνή ενυδάτωση της επιδερμίδας τους, συνιστά ο κ. Μιχελάκης. Αν έχουν ιστορικό δερματικών προβλημάτων (π.χ. ψωρίαση, έκζεμα), καλό είναι να συμβουλευθούν εκ των προτέρων τον δερματολόγο τους για τον κίνδυνο εξάρσεως και τα μέτρα που πρέπει να λάβουν.
Απαραίτητο είναι ακόμα να λαμβάνουν μέτρα για να προστατευθούν από την ηλιακή ακτινοβολία. Αντηλιακό με υψηλό δείκτη προστασίας, ένδυση με τα κατάλληλα ρούχα και μείωση της διάρκειας έκθεσης στον ήλιο είναι απαραίτητα καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.
Τα ρούχα τους πρέπει επίσης να είναι άνετα και από απαλά υφάσματα για να αποφευχθούν οι δερματικοί ερεθισμοί και οι πληγές από την τριβή. Για τον ίδιο λόγο πρέπει να φορούν και άνετα παπούτσια. Εντατική φροντίδα του δέρματος, εξάλλου, χρειάζονται αν παραμένουν επί ώρες ξαπλωμένοι ή ακίνητοι, για να αποφύγουν τυχόν δερματικούς ερεθισμούς και πληγές λόγω τριβής.
Καλό είναι επίσης να χρησιμοποιούν μόνο ήπια προϊόντα, κατάλληλα για το δέρμα τους, και να αποφεύγουν ό,τι θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόβλημα. «Πριν από την ακτινοθεραπεία, λ.χ., οι ασθενείς δεν πρέπει να κάνουν αποτρίχωση στην περιοχή που θα ακτινοβοληθεί ούτε να χρησιμοποιούν ταλκ ή αφιδρωτικά προϊόντα», τονίζει ο κ. Μιχελάκης. «Εάν δεν γνωρίζουν τι είναι καλύτερο για την περίπτωσή τους, μπορούν να συμβουλευθούν την ογκολογική ομάδα και τον δερματολόγο τους. Οι ιατροί θα μπορέσουν επίσης να τους συμβουλεύσουν αν και τι πρέπει να κάνουν σε περίπτωση που παρουσιάσουν κάποια δερματική αντίδραση. Αυτό που πρέπει να θυμούνται είναι πως οι αντιδράσεις αυτές είναι συνήθως ήπιες, αλλά για να παραμείνουν υπό έλεγχο, χρειάζονται την κατάλληλη φροντίδα. Τέλος, δεν πρέπει να αποτελούν αιτία για να διακοπεί η αντινεοπλασματική θεραπεία, εκτός κι αν το συστήσει ο θεράπων ογκολόγος ιατρός».