Από ένα κομμάτι του εαυτού μας που παίρνει το λόγο μέσα μας, μας στήνει σε μια γωνία και με περίτεχνο αλλά και σκληρό τρόπο ξεκινάει το κατηγορητήριο για όλα όσα κάναμε ή θα μπορούσαμε να κάνουμε λάθος, για όλα όσα είπαμε, δεν είπαμε ή θα μπορούσαμε να πούμε. Και η ταινία της ζωής μας αρχίζει να παίζει από την αρχή προκειμένου να εντοπιστούν αυτά τα «εγκλήματα» για να απαγγελθεί το κατηγορητήριο και να επέλθει η τιμωρία: τύψεις και ενοχές.
Μόνο που πρόκειται για μια τιμωρία που δεν μας λυτρώνει. Δεν σβήνει το υποτιθέμενο χρέος μας. Αλλά ξεκινάει από την αρχή. Όμως γιατί; Τι νόημα έχει να το κάνουμε αυτό στον εαυτό μας; Γιατί είναι τόσο δύσκολο να απεμπλακούμε από αυτόν τον φαύλο κύκλο;
Η διαδικασία των τύψεων είναι κάτι που δομείται μέσα μας από παλιά. Υφαίνεται από τα παιδικά μας ακόμα χρόνια, μέσα από τον τρόπο που μας αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι που είχαν αναλάβει την ανατροφή μας. Χρειάζεται συχνά αρκετά καλή ενδοσκόπηση για να συλλάβουμε υπόγειους και έμμεσους τρόπους με τους οποίους φυτεύτηκαν μέσα μας οι τύψεις.
Χρειάζεται να ξαναδιαβάσουμε την ιστορία της ζωής μας φορώντας τα γυαλιά ενός ενήλικα. Δεν προσποιούμαι ότι είναι εύκολο, ξέρω όμως ότι ενίοτε είναι αναγκαίο. Μάθαμε να νιώθουμε τύψεις. Μάθαμε να νιώθουμε ενοχές. Μάθαμε να μιλάμε με επίκριση στον εαυτό μας και να τον αντιμετωπίζουμε ως ένοχο. Χρειάζεται σιγά σιγά, ως ενήλικες, να μάθουμε κάτι άλλο.
«Φταις για όλα!»
Τι θα ανακαλύψουμε λοιπόν στο παρελθόν μας αν βρούμε το θάρρος και τον τρόπο να αρχίσουμε αυτήν την ανασκαφή; Πιθανόν να δούμε ότι μας χρέωναν λάθη και παραλείψεις τα οποία να μην μας αναλογούσαν. Μαζί με το λάθος έρχεται και η ευθύνη η οποία συνοδεύεται από έναν πρέπει ή θα έπρεπε.
Θα έπρεπε να προσέχεις τον αδερφό σου για να μην χτυπήσει! Είσαι ευχαριστημένος τώρα; ή με διαφορετικά λόγια: Νιώσε τύψεις τώρα γιατί δεν έχω ως ενήλικας το θάρρος να αποδεχθώ την ευθύνη μου για αυτό που έγινε. Ως παιδιά μάθαμε να αποδεχόμαστε αυτό το χρέος και να εσωτερικεύουμε την αντίληψη ότι κάτι κάναμε λάθος πάλι. Ότι όλα είναι δικά μας λάθη.
«Φταις για το πώς νιώθω!»
Μια ακόμα δυσλειτουργική συμπεριφορά στην οποία μπορεί να έχουμε εκτεθεί συστηματικά ως παιδιά αλλά και ως έφηβοι είναι η τάση των ενήλικων να μας χρεώνουν την ευθύνη για τα δικά τους συναισθήματα. Είναι αναμενόμενο οι γονείς να βιώνουν κούραση, θυμό, αγανάκτηση, λύπη στον δύσκολο συχνά ρόλο τους. Το να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα συναισθήματα τους είναι μια υγιής και ενήλικη στάση.
Δεν συμβαίνει όμως αυτό πάντα. Γονείς που κουβαλάνε τα δικά τους άλυτα θέματα συχνά χρεώνουν στα παιδιά την ευθύνη για τον δικό τους πόνο αλλά και για τις δικές τους αρνητικές συμπεριφορές. Είδες τώρα τι με ανάγκασες να κάνω; Με έχεις εξοργίσει! Εξαιτίας σου είμαι έτσι. Λόγια που κανένα παιδί δεν θα έπρεπε να ακούει. Ο λόγος; Γιατί τα παιδιά τα πιστεύουν. Μεγαλώνουν πασχίζοντας να μην στεναχωρήσουν ποτέ τους γονείς τους, θυσιάζοντας τις δικές τους ανάγκες και τα δικά τους θέλω για να είναι οι γονείς χαρούμενοι.
Γιατί ταλαιπωρούνται από την ενοχή ότι ταλαιπωρούν τους γονείς τους και πασχίζουν και ως ενήλικες ακόμα να έχουν τους γονείς τους ικανοποιημένους παραβλέποντας το ότι οι γονείς δεν μπορούν να ευτυχίσουν για δικούς τους όμως λόγους.
Παράλληλα τα παιδιά αυτά αναπτύσσουν την τάση να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα αρνητικά συναισθήματα των άλλων. Τείνουν δηλαδή ως ενήλικες να πιστεύουν ότι οι φταίνε οι ίδιοι αν ο σύντροφος τους θυμώσει ή στεναχωρηθεί, αδυνατώντας να κατανοήσουν την ευθύνη που έχει ο καθένας μας για το πώς νιώθει
«Πρέπει να είσαι τέλειος για να σε αποδεχθώ»
Τι μήνυμα λαμβάνουμε ως παιδιά όταν δεχόμαστε διαρκώς επίκριση ή απόρριψη για όλα αυτά για τα οποία κάνουμε υποτίθεται λάθη, για όλα αυτά για τα οποία φταίμε; Το υπόγειο συχνά μήνυμα είναι ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί για να μας αποδεχθούν και για να μας αγαπήσουν και ότι πρέπει να γίνουμε καλύτεροι. Άρα τι κάνουμε, ως παιδιά και ως ενήλικες μετέπειτα;
Προσπαθούμε παραπάνω, βάζουμε πιο ψηλά τον πήχη, αυξάνουμε και ισχυροποιούμε τα πρέπει μας, μέσα από μια αόρατη αίσθηση ότι έτσι θα γίνουμε καλύτεροι. Και αν γίνουμε καλύτεροι θα μας αποδεχθούν, θα μας αγαπήσουν εν τέλει και στη συνέχεια θα μπορέσουμε να αποδεχθούμε και εμείς τον ίδιο μας τον εαυτό.
Αυτό μας βάζει σε έναν αγώνα χωρίς τέλος και φυσικά χωρίς νικητή. Γιατί τίποτε δεν είναι ποτέ αρκετό για να δώσουμε τα εύσημα στον εαυτό μας. Γιατί δεν χρειάζεται να γίνουμε τίποτε περισσότερο από αυτό που ήμασταν πάντα για να αξίζουμε την αγάπη των γονιών μας. Την δικαιούμασταν ήδη.
ΠΗΓΗ: psychologynow