«Η κατάσταση αυτή επηρεάζει το 10-15% των υπογόνιμων ζευγαριών κι είναι γνωστή ως ανεξήγητη ή ως αδιευκρίνιστη υπογονιμότητα. Αυτό, δηλαδή, σημαίνει ότι οι συνήθεις διαγνωστικοί έλεγχοι, που θα μπορούσαν να ανιχνεύσουν την αιτία του προβλήματος, είναι φυσιολογικοί.», εξηγεί ο Δρ. Κυριάκος Τίγκας, M.D., Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας.
Ωστόσο, η ορμονική ανισορροπία έχει βαρύτητα στο ζήτημα της υπογονιμότητας.
Το 25% των αιτίων αφορά στην ανεπαρκή ή στην ασθενή λειτουργία των ωοθηκών, με αποτέλεσμα την ορμονική ανυπαρξία ή την ανεπάρκεια ή ανισορροπία μεταξύ τους. Έτσι παρατηρείται η λεγόμενη ανωοθυλακιορρηξία, ανεπαρκές ωχρό σωμάτιο, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρόωρη εμμηνόπαυση, γενετικές ή επίκτητες βλάβες των ωοθηκών.
«Το 35% της υπογονιμότητας χρεώνεται στην ενδομητρίωση, με ή χωρίς αποφρακτικά προβλήματα, που συνεπάγεται ορμονική ανισορροπία μεταξύ των οιστρογόνων και της προγεστερόνης στη γυναίκα. Το 20% οφείλεται σε φλεγμονές, ανατομικές ανωμαλίες και βλάβες του γεννητικού συστήματος, από τον τράχηλο της μήτρας μέχρι τις σάλπιγγες. Το 10% προκαλείται από ενδοκρινοπάθειες, σακχαρώδη διαβήτη και ανοσολογικές διαταραχές και το τελευταίο 10% παραμένει αδιάγνωστο. Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι πάνω από το 80% η γυναικεία υπογονιμότητα, οφείλεται σε ορμονικά αίτια και δυσλειτουργίες», τονίζει ο κύριος Τίγκας.
Η ορμονική αλληλεπίδραση μεταξύ των ωοθηκών, του προσθίου λοβού της υπόφυσης και του υποθαλάμου, ρυθμίζουν την αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας, η οποία φυσιολογικά αρχίζει να φθίνει μόλις από την ηλικία των 28 ετών. Η δε ορμονική πτώση (hormone decline) αρχίζει από τα 25 χρόνια της ηλικίας και μετά.
«Τα καλά νέα είναι ότι, πλέον, υπάρχουν εξειδικευμένοι έλεγχοι και πραγματοποιούνται αξιόλογες παρεμβάσεις, οι οποίες όχι μόνο ελαχιστοποιούν σημαντικά τα ποσοστά αδιευκρίνιστης υπογονιμότητας, αλλά αρκετές φορές καταφέρνουν να τα εξαλείφουν κιόλας. Η βιοχημική διαταραχή και η ορμονική ανισορροπία ανιχνεύονται και δίδονται κατάλληλες αγωγές και πρωτόκολλα ανά περίπτωση», σύμφωνα με τον κ. Τίγκα, ο οποίος αναφέρει ότι η επαναφορά των ορμονικών επιπέδων στη γυναίκα μπορεί να συμβάλει στη σύλληψη με φυσικό τρόπο. Η επαναφορά των ορμονικών επιπέδων στα ιδανικά κατά περίπτωση όρια μπορεί να πραγματοποιηθεί με βιομιμητικές ορμόνες, δηλαδή φυσικές ορμόνες, ίδιες με εκείνες που παράγει το γυναικείο σώμα. Πρόκειται για ορμόνες, που προέρχονται από φυσικούς καρπούς, οι οποίοι, μετά από φαρμακευτική επεξεργασία, έχουν την ίδια ακριβώς χημική σύσταση και δομή με τις ανθρώπινες και μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το σώμα, χωρίς καμία παρενέργεια. Με τη λήψη τους, παράλληλα με την ομαλοποίηση της έμμηνου ρύσης και της ωορρηξίας, μπορούν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση πολλαπλών νοσημάτων, προάγοντας τη γενικότερη υγεία της γυναίκας.