Ειδικότερα, όπως καταδεικνύει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «PLOS ONE» τα άτομα που εξακολουθούν να έχουν συμπτώματα κορονοϊού, αντιμετωπίζουν καθημερινά δυσκολίες στην ζωή τους.
Επιστήμονες από την Ιατρική Σχολή του Hull York στη Βρετανία, εφάρμοσε μια διαδικτυακή ανώνυμη έρευνα η οποία περιείχε ένα τεστ μνήμης που μπορούσε να συμπληρωθεί γρήγορα χρησιμοποιώντας smartphones, tablet's και laptops.
Οι περισσότεροι ασθενείς με Covid-19 βιώνουν την λεγόμενη «εγκεφαλική ομίχλη», ένα είδος γνωστικής δυσλειτουργίας που περιλαμβάνει προβλήματα μνήμης, αδυναμία συγκέντρωσης και εκτέλεσης καθημερινών εργασιών.
Επίσης, υπάρχει ακόμη ανησυχία σχετικά με τη Long Covid, κατά την οποία οι άνθρωποι υποφέρουν από συμπτώματα, μήνες μετά τη νόσηση.
Η έρευνα ξεκίνησε από τις 8 Δεκεμβρίου 2020 και κράτησε μέχρι και τις 5 Ιουλίου 2021, στην οποία και συμμετείχαν 5.400 άτομα.
Το 68,6% μάλιστα των ερωτηθέντων απάντησε πως δεν είχε νοσήσει ποτέ από Covid-19, ενώ το 31,4% απάντησε πως είχαν ασθενήσει από την νόσο.
Με βάση τα ευρήματα αυτά οι επιστήμονες διαπίστωσαν πως τα άτομα που είχαν νοσήσει από Covid-19 είχαν χαμηλότερες βαθμολογίες στο τεστ μνήμης σε σχέση με εκείνα που δεν είχαν νοσήσει.
Οι παράγοντες που επηρέασαν σημαντικά τις βαθμολογίες ήταν το στάδιο Covid-19, η ηλικία, ο χρόνος μετά τη νόσηση και το κατά πόσον τα άτομα βίωναν μακροχρόνια συμπτώματα.
Οι βαθμολογίες για όλες τις ηλιακές ομάδες που είχαν νοσήσει από Covid-19 ήταν σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τους συμμετέχοντες που δεν είχαν νοσήσει. Ειδικότερα,πιο πολυ από την ηλικία των 25 και άνω.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν επίσης ότι οι βαθμολογίες βελτιώθηκαν σταδιακά κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 17 μηνών μετά τη νόσηση. Ωστόσο, τα άτομα με μακροχρόνια συμπτώματα, συνέχισαν να παρουσιάζουν χαμηλότερες βαθμολογίες.
Τι νευρολογικές συνέπειες είχε
«Αν και είναι γνωστό ότι ο Covid-19 επηρεάζει το αναπνευστικό σύστημα, αυτό που ίσως είναι λιγότερο γνωστό, είναι ότι μπορεί να έχει και νευρολογικές συνέπειες και να επηρεάσει τις γνωστικές λειτουργίες, όπως η μνήμη», δήλωσε η δρ Χάιντι Μπέισελερ, Ανώτερος Λέκτορας στις Επιστήμες Απεικόνισης στο Hull York Medical School και κύρια συγγραφέας της μελέτης.
«Θέλαμε να αναπτύξουμε μια έρευνα που θα αφορούσε όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό, ώστε να μας επιτρέψει να αξιολογήσουμε γρήγορα τον αντίκτυπο του Covid-19 ειδικά στη λειτουργία της εργασιακής μνήμης», πρόσθεσε ο δρ Αζίζ Ασγκάρ, Ανώτερος Λέκτορας νευροεπιστημών στην Ιατρική Σχολή Hull York και συν-συγγραφέας της μελέτης.
Η εργασιακή μνήμη είναι μια μορφή βραχυπρόθεσμης μνήμης η οποία μας επιτρέπει να αποθηκεύουμε και να ανακτούμε πληροφορίες κατά την εκτέλεση μιας εργασίας, όπως η επίλυση προβλημάτων, η ανάγνωση και η συνομιλία. Ο αντίκτυπος που έχει σε ένα άτομο η μειωμένη λειτουργία της εργασιακής μνήμης είναι σημαντικός.
«Αυτό που καταδεικνύει η μελέτη είναι ότι ο Covid-19 επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργία της εργασιακής μνήμης ή της βραχυπρόθεσμης μνήμης, αλλά μόνο σε ενήλικες ηλικίας 25 ετών και άνω», σημείωσε η δρ Μπέισελερ.
«Ενώ η έρευνα δείχνει ότι η λειτουργία της μνήμης μπορεί να ανακάμψει με την πάροδο του χρόνου, τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα άτομα με συνεχιζόμενα συμπτώματα μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τη βραχυπρόθεσμη μνήμη τους», πρόσθεσε η ερευνήτρια.
«Τα αποτελέσματα αυτά θα ενημερώσουν την τρέχουσα κλινική πρακτική σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης της δυσλειτουργίας της μνήμης σε ασθενείς με Covid-19. Δεδομένου ότι η έρευνα και το τεστ μνήμης μπορεί να συμπληρωθούν γρήγορα, θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν σε ασθενείς που έχουν περιορισμένη διάρκεια διατήρηση της προσοχής ή σε ασθενείς με άλλες παθήσεις που επηρεάζουν τη μνήμη, όπως η άνοια», δήλωσε ο δρ Αμπαγιόμι Σαλάου, σύμβουλος Ιατρικής Αποκατάστασης στο Πανεπιστήμιο Hull.