Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που μελετά τον κίνδυνο από το αλκοόλ με βάση τη γεωγραφική περιοχή, την ηλικία, το φύλο και το έτος. Υποστηρίζει ότι η παγκόσμιες συστάσεις για την κατανάλωση αλκοόλ θα πρέπει να βασίζονται στην ηλικία και την τοποθεσία, με τις αυστηρότερες οδηγίες να αφορούν άντρες 15-39 ετών, που κινδυνεύουν περισσότερο από την κατανάλωση αλκοόλ παγκοσμίως.
Η έρευνα υποδεικνύει επίσης ότι οι ενήλικες άνω των 40 ετών με υποκείμενα νοσήματα ίσως δουν κάποια οφέλη από την ελαφριά κατανάλωση αλκοόλ (1-2 στάνταρ ποτήρια την ημέρα) συμπεριλαμβανομένου του μειωμένου κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, εγκεφαλικό και διαβήτη.
Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι περίπου 1,34 δις άτομα κατανάλωσαν επιβλαβείς ποσότητες το 2020. Σε κάθε περιοχή, το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού που έπινε μη ασφαλείς ποσότητες αλκοόλ ήταν άντρες ηλικίας 15-39 ετών. Γι αυτό το ηλικιακό γκρουπ η κατανάλωση αλκοόλ δεν παρέχει κανένα όφελος υγείας και παρουσιάζει πολλούς κινδύνους , με το 60% των σχετικών με το αλκοόλ τραυματισμών να συμβαίνουν σε αυτές τις ηλικίες, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκτονιών, των τροχαίων και των ανθρωποκτονιών.
«Το μήνυμά μας είναι απλό: Οι νέοι δεν πρέπει να πίνουν, αλλά οι ηλικιωμένοι μπορεί να επωφεληθούν από την κατανάλωση μικρών ποσοτήτων. Αν και μπορεί να μην είναι ρεαλιστικό να πιστεύουμε ότι οι νεαροί ενήλικες θα απέχουν από το ποτό, πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να κοινοποιήσουμε τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ώστε όλοι να μπορούν να λαμβάνουν ενημερωμένες αποφάσεις για την υγεία τους», λέει η ανώτερη συγγραφέας Δρ Εμμανουέλα Γκακίδου, Καθηγήτρια Επιστημών Μετρήσεων Υγείας στο Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον.
Οι 15-39 κατανάλωναν πιο επιβλαβείς ποσότητες αλκοόλ
Μεταξύ των ατόμων που κατανάλωναν επιβλαβείς ποσότητες αλκοόλ το 2020, το 59,1% ήταν ηλικίας 15-39 ετών και το 76,7% ήταν άνδρες, με 1,03 δισεκατομμύρια άνδρες και 0,312 δισεκατομμύρια γυναίκες να πίνουν επιβλαβείς ποσότητες αλκοόλ. Η επιβλαβής χρήση αλκοόλ ήταν μεγαλύτερη σε νεαρούς άνδρες στην Αυστραλασία, τη δυτική Ευρώπη και την κεντρική Ευρώπη.
Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ορισμένους περιορισμούς της μελέτης, συμπεριλαμβανομένου του ότι τα πρότυπα κατανάλωσης αλκοόλ δεν εξετάστηκαν. Ως εκ τούτου, αυτή η μελέτη δεν έκανε διάκριση μεταξύ των ατόμων που σπάνια επιδίδονται σε βαριά επεισοδιακή κατανάλωση αλκοόλ και εκείνων που καταναλώνουν την ίδια ποσότητα αλκοόλ για αρκετές ημέρες.
Η κατανάλωση αλκοόλ ήταν επίσης αυτοαναφερόμενη, γεγονός που θα μπορούσε να έχει εισαγάγει το υποκειμενικό στοιχείο. Επίσης, η μελέτη δεν θα μπορούσε να συμπεριλάβει δεδομένα σχετικά με την κατανάλωση κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 λόγω καθυστερήσεων που σχετίζονται με την πανδημία με τη συλλογή δεδομένων ρουτίνας, οι οποίες θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν αυτές τις εκτιμήσεις.
ΠΗΓΗ: medicalxpress