Εν μέσω «διασταυρούμενων πυρών» από πολλαπλές απειλές για την υγεία τους βρίσκονται χιλιάδες παιδιά και στη χώρα μας, αποτέλεσμα άλλης μιας παράπλευρης επίπτωσης της πανδημίας. Η επέλαση της Covid-19 και τα περιοριστικά μέτρα και lockdown που ακολούθησαν, ανάγκασαν πολλούς γονείς να αναβάλλουν τον εμβολιασμό ρουτίνας των παιδιών τους για νόσους όπως η διφθερίτιδα, η ιλαρά ή ακόμα και ο πνευμονιόκοκκος, η ανεμοβλογία, η μηνθγγίτιδα κλπ.
Τα στοιχεία της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας είναι ενδεικτικά. Στο πρώτο lockdown του Μαρτίου, «ο βασικός εμβολιασμός ρουτίνας (διφθερίτιδα, τέτανος, κοκκύτης, ηπατίτιδα Β, Hib, πολιομυελίτιδα, πνευμονιόκοκκος, ιλαρά, ερυθρά, παρωτίτιδα) ελαττώθηκε σημαντικά. Στα παιδιά ηλικίας μικρότερης των 18 μηνών μόνον ποσοστό 20% εμβολιάστηκε. Στα παιδιά ηλικίας άνω των 4 ετών και τους εφήβους, δυστυχώς τα ποσοστά εμβολιασμού σχεδόν μηδενίστηκαν».
Παρότι, η σταδιακή άρση των περιορισμών άνοιξε το δρόμο για να επανέλθουν οι οικογένειες στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, αρκετοί γονείς φαίνεται πως συνεχίζουν να αποφεύγουν ή να αμελούν τον εμβολιασμό των παιδιών, αφήνοντας την άμυνα του οργανισμού τους αλλά και του κοινωνικού συνόλου έναντι μεταδοτικών νοσημάτων διάτρητη.
Μάλιστα, παρότι μετά την καραντίνα του Μαρτίου του 2020 τα ποσοστά άρχισαν να αυξάνονται, ήρθε το δεύτερο lockdown για να «πετάξει εκτός ισορροπίας» το εμβολιαστικό πρόγραμμα. «Τα ποσοστά των βασικών εμβολιασμών ρουτίνας στα παιδιά κάτω των 18 μηνών μειώθηκαν και πάλι κατά 17-20%, ενώ στα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους μειώθηκαν κατά 40%», σημειώνεται.
Το ανησυχητικό αυτό κενό φάνηκε να διευρύνθηκε με τους εμβολιασμούς στους εφήβους σχεδόν να μηδενίζονται μετά το Φεβρουάριου 2021. «Αν δεν δράσουμε άμεσα, θα εμφανισθούν παλιά (ξεχασμένα) λοιμώδη νοσήματα, όπως ιλαρά, κοκκύτης, μηνιγγίτιδα κλπ. Το πρόβλημα θα είναι πιο έντονο για τη μηνιγγίτιδα Β, που η κάλυψη είχε φθάσει στο 40%», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Η περίπτωση της μηνιγγίτιδας Β είναι χαρακτηριστική. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα επικίνδυνη νόσο, που προσβάλλει βρέφη, νήπια, ακόμη και νεαρούς ενήλικες. Εξελίσσεται ταχύτατα και μέσα σε 24 μόλις ώρες μπορεί να προκαλέσει μόνιμες αναπηρίες ή να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Περίπου 1 στα 5 περιστατικά μηνιγγίτιδας μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόνιμες αναπηρίες ή βλάβες.
Ωστόσο, μπορεί να προληφθεί μέσω του εμβολιασμού και μόνο. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε, δε, ότι 1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ασυμπτωματικά και μπορεί να μεταδώσει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειας του, μέσω καθημερινών συνηθειών όπως το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα.
Αν, λοιπόν, στην περίπτωση της πανδημίας της COVID-19 χρειάζεται μια παγκόσμια και απαιτητική προσπάθεια, που περιλαμβάνει μαζικούς εμβολιασμούς σε ταχείς ρυθμούς για να τεθεί υπό έλεγχο, η προστασία έναντι παλαιότερων μεταδοτικών νοσημάτων μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα χάρη στην εμπειρία, τη σύνεση και συνέπεια που επιδεικνύουν χρόνια τώρα οι γονείς στην Ελλάδα.
Καθώς παλεύουμε να επανέλθουμε σε κάποια κανονικότητα, μαζί με την επιστροφή στις αγαπημένες κοινωνικές συνήθειες, όπως οι διακοπές, η διασκέδαση ή συνεύρεση με αγαπημένους μας ανθρώπους, δίνεται στις οικογένειες η δυνατότητα να ανακτήσουν και τις συνήθειες εκείνες που διασφαλίζουν πως τα παιδιά τους θα είναι προστατευμένα έναντι πολλαπλών απειλών.
Συνεπώς, η ανάληψη δράσης για την κάλυψη των κενών στην εμβολιαστική κάλυψη είναι επιτακτική. Για αυτό και σε άρθρο που δημοσιεύεται από τον αμερικανικό ΕΟΔΥ, το γνωστό CDC, προτείνεται αφενός η αξιολόγηση της εμβολιαστικής κατάστασης παιδιών και εφήβων και συστήνεται στους παρόχους υγείας, τους αρμόδιους υγειονομικούς φορείς, να επικοινωνήσουν με όσους έχουν καθυστερήσει να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, ώστε να επισπεύσουν τις διαδικασίες.