Πιθανό κρούσμα του αιμορραγικού ιού Έμπολα εξετάζουν αρμόδιες βρετανικές υγειονομικές αρχές στο Κόλτσεστερ μετά την εισαγωγή ασθενούς σε νοσοκομείο του Έσεξ. Ο ασθενής είχε ταξιδέψει προ ημερών σε χώρα της Αφρικής και επέστρεψε με ύποπτα συμπτώματα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily mail η διοίκηση του νοσοκομείου αποφάσισε την ανάσχεση της εισαγωγής νέων περιστατικών στο κτίριο μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα έναντι του ασθενούς με τα ύποπτα συμπτώματα αιμορραγικού πυρετού.
{https://twitter.com/MailOnline/status/1593341580299350016?ref_src=twsrc%5Etfw%7Ctwcamp%5Etweetembed%7Ctwterm%5E1593341580299350016%7Ctwgr%5E51721aa35b34cc4aee97779a5254683080ee1fff%7Ctwcon%5Es1_&ref_url=https%3A%2F%2Fkosmodromio.gr%2F2022%2F11%2F17%2Fereuna-sth-bretania-gia-pithano-krousm%2F}
Εξαπλώνεται ο ιός του Έμπολα
Σύμφωνα με σχετική ενημέρωση του ΠΟΥ (WHO) , τα επιβεβαιωμένα κρούσματα Έμπολα (ή αλλιώς αιμορραγικού πυρετού) ανέρχονται στα 135 επιβεβαιωμένα (και 21 πιθανά κρούσματα) τα οποία αναφέρονται από 8 διαφορετικές περιφέρειες.
Όπως έγινε γνωστό, οι επιβεβαιωμένοι θάνατοι ανέρχονται σε 53 , ενώ όπως αναφέρεται, μέχρι στιγμής, έχουν αναρρώσει μόλις 62 ασθενείς.
Πως μεταδίδεται ο Έμπολα- Τα συμπτώματα
Ο ιός Έμπολα μεταδίδεται από άτομο σε άτομο, με άμεση επαφή (μέσω αμυχών στο δέρμα ή των βλεννογόνων) με αίμα, εκκρίσεις, όργανα, ιστούς ή άλλα σωματικά υγρά (π.χ. σάλιο, ούρα, κόπρανα, σπέρμα κ.λπ.) μολυσμένων ατόμων, νεκρών ή ζωντανών, καθώς και με την έμμεση επαφή με αντικείμενα (όπως ρούχα, σεντόνια, χρησιμοποιημένες βελόνες) που έχουν μολυνθεί από σωματικά υγρά ασθενών. Στους τρόπους μετάδοσης περιλαμβάνεται και η χωρίς προφυλάξεις σεξουαλική επαφή με ασθενείς, έως και επτά εβδομάδες (περίπου δύο μήνες) μετά την ανάρρωση τους.
Η νόσος να εκδηλωθεί με πυρετό, έντονους μυϊκούς πόνους, αίσθηση αδυναμίας, πονοκέφαλο και πονόλαιμο. Το επόμενο στάδιο της ασθένειας περιλαμβάνει εμετό, ναυτία, διάρροια, ανορεξία, κοιλιακό πόνο, εξάνθημα και δυσλειτουργία του ήπατου και των νεφρών. Μερικοί ασθενείς εμφανίζουν, επίσης, αιμορραγικές εκδηλώσεις εσωτερικών και εξωτερικών οργάνων (π.χ. αιμορραγίες από τη μύτη, τα ούλα, το δέρμα, αίμα στα εμέσματα ή/και στα κόπρανα, αιμορραγίες στα σημεία των ενέσεων) και πολυοργανικές ανεπάρκειες.
Η θνητότητα της νόσου κυμαίνεται από 25% έως 90%, ανάλογα με το είδος του ιού.