Μαϊμούδες που είχαν μολυνθεί με τον ιό Έμπολα θεραπεύτηκαν με ένα χάπι, σύμφωνα με νέα μελέτη, η οποία θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για πιο πρακτικές και οικονομικές θεραπείες για τους ανθρώπους.
Ο ιός Έμπολα, ο οποίος εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1976 και θεωρείται ότι μεταδόθηκε από νυχτερίδες, είναι μια θανατηφόρα ιογενής ασθένεια που μεταδίδεται μέσω άμεσης επαφής με σωματικά υγρά, προκαλώντας σοβαρή αιμορραγία και ανεπάρκεια των οργάνων. Επειδή οι επιδημίες του ιού επηρεάζουν κυρίως την υποσαχάρια Αφρική, οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν είχαν οικονομικά κίνητρα για την ανάπτυξη θεραπειών, ενώ ο σποραδικός χαρακτήρας των κρουσμάτων έχει καταστήσει δύσκολες τις κλινικές δοκιμές.
Ένα εμβόλιο εγκρίθηκε ευρέως μόλις το 2019, και ενώ έχει αποδειχθεί ότι δύο ενδοφλέβιες θεραπείες αντισωμάτων βελτιώνουν τα αποτελέσματα, απαιτούν δαπανηρή αποθήκευση και είναι δύσκολο να χορηγηθούν σε ορισμένες από τις φτωχότερες περιοχές του κόσμου.
«Προσπαθούμε να αναπτύξουμε κάτι πιο πρακτικό, πιο εύκολο στη χρήση, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσει στην πρόληψη, τον έλεγχο και την εξάλειψη των επιδημιών» δήλωσε στο AFP ο Τόμας Γκάισμπερτ, ιολόγος στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Γκάλβεστον, ο οποίος ηγήθηκε της νέας μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Science Advances.
Ο Γκάισμπερτ και οι συνεργάτες του, σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα του MedicalXpress δοκίμασαν το αντιϊκό φάρμακο obeldesivir, την από του στόματος μορφή του ενδοφλέβιου remdesivir, που αναπτύχθηκε αρχικά για τον COVID-19. Το obeldesivir είναι ένας «αναστολέας πολυμεράσης», που σημαίνει ότι μπλοκάρει ένα ένζυμο που είναι κρίσιμο για την ιική αναπαραγωγή. Η ομάδα μόλυνε μακάκους rhesus και cynomolgus με υψηλή δόση της παραλλαγής Makona του ιού Έμπολα.
Μια ημέρα μετά την έκθεση, δέκα από τους μακάκους έλαβαν ένα χάπι obeldesivir για δέκα ημέρες, ενώ τρεις της ομάδας ελέγχου δεν έλαβαν καμία θεραπεία και πέθαναν. Το φάρμακο προστάτευσε το 80% των μακάκων cynomolgus και το 100% των μακάκων rhesus, οι οποίοι είναι βιολογικά πιο κοντά στους ανθρώπους. Σύμφωνα με τους ερευνητές, το φάρμακο όχι μόνο καθάρισε τον ιό από το αίμα των θεραπευμένων μακάκων, αλλά προκάλεσε και ανοσολογική απόκριση, βοηθώντας τους να αναπτύξουν αντισώματα, αποφεύγοντας παράλληλα τη βλάβη των οργάνων. Ο Γκάισμπερτ εξήγησε ότι, ενώ ο αριθμός των μακάκων ήταν σχετικά μικρός, η μελέτη είχε στατιστική ισχύ γιατί εκτέθηκαν σε μια εξαιρετικά υψηλή δόση του ιού—περίπου 30.000 φορές την θανατηφόρα δόση για τους ανθρώπους.
Η φαρμακευτική εταιρεία Gilead δοκιμάζει επί του παρόντος το obeldesivir σε κλινικές δοκιμές φάσης 2 για τον ιό Μάρμπουργκ, έναν στενό συγγενή του Έμπολα.
Πηγή: ERTNEWS