Η μελέτη παρέχει περαιτέρω ενδείξεις ότι εάν μία γυναίκα πάσχει από Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών, ανεξάρτητα από την παχυσαρκία που μπορεί να υφίσταται εξαιτίας του συνδρόμου, τα περιγεννητικά προβλήματα, τον διαβήτη κύησης και τη μεγαλύτερη πιθανότητα για καισαρική τομή, η ύπαρξη της νόσου συνεπάγεται ένα ευρύ φάσμα δυσμενών επιδράσεων και στη νευροαναπτυξιακή υγεία των απογόνων.
Το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών (ΣΠΩ) είναι η πιο κοινή ενδοκρινική διαταραχή που επηρεάζει τις γυναίκες σε γόνιμη ηλικία σε εκτιμώμενο ποσοστό 6-20% και χαρακτηρίζεται κυρίως από έναν συνδυασμό μεγάλου αριθμού ανδρογόνων και δυσλειτουργίας των ωοθηκών, με χαρακτηριστικό γνώρισμα τις σοβαρές διαταραχές κύκλου εξαιτίας ανωοθυλακιορρηξίας. Μαζί με τη σχετιζόμενη παχυσαρκία, την αντίσταση στην ινσουλίνη και τις επιπλοκές της εγκυμοσύνης, είναι πιθανό να παρέχει ένα αλλοιωμένο ενδομήτριο περιβάλλον, το οποίο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το έμβρυο.
Τι γνωρίζαμε μέχρι τώρα για το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών και τις νευροψυχιατρικές διαταραχές
Το ΣΠΩ στη μητέρα είχε προηγουμένως συσχετιστεί με διαταραχή φάσματος αυτισμού, διαταραχές έλλειψης προσοχής/υπερκινητικότητας και πιθανώς αναπτυξιακή καθυστέρηση στους απογόνους. Ωστόσο, λίγες μελέτες έχουν διερευνήσει τη σχέση μεταξύ τους.
Το Σύνδρομο έχει προταθεί ως μοντέλο έκθεσης σε υπερβολικά ανδρογόνα στη μήτρα, αναφέροντας ότι τα προσβεβλημένα παιδιά είχαν αυξημένους κινδύνους νευροψυχιατρικών διαταραχών, όπως διαταραχή φάσματος αυτισμού (ΔΑΦ), διαταραχές έλλειψης προσοχής / υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ ) και πιθανώς σύνδρομο Tourette/χρόνια τικ.
Επιπλέον, μελέτη έχει διαπιστώσει ότι τα παιδιά γυναικών με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν αναπτυξιακή καθυστέρηση πριν από την ηλικία των 3 ετών.
Επίσης, ένας φαινότυπος τύπου ΣΠΩ σε ποντίκια συσχετίστηκε με συμπεριφορές που μοιάζουν με άγχος στους απογόνους.
Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών μπορεί να έχει ευρεία αρνητική επίδραση στη νευροαναπτυξιακή ανάπτυξη. Ωστόσο, από όσα γνωρίζουμε, δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της σχέσης μεταξύ Συνδρόμου Πολυκυστικών Ωοθηκών στη μητέρα και των νευροαναπτυξιακών και ψυχιατρικών διαταραχών των παιδιών.
Επιπλέον, η υπογονιμότητα είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό στις γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών και πολλές από αυτές ζητούν ιατρική βοήθεια για θεραπείες γονιμότητας. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν επιπλοκές, συμπεριλαμβανομένου του σακχαρώδους διαβήτη κύησης (ΣΔΚ) και περιγεννητικών προβλημάτων, όπως πρόωρος τοκετός.
Μελέτες στον γενικό πληθυσμό αποκάλυψαν ότι τα περιγεννητικά προβλήματα, ο ΣΔΚ, η προεκλαμψία, η καισαρική τομή και πιθανώς η θεραπεία γονιμότητας είναι παράγοντες κινδύνου για νευροψυχιατρικές διαταραχές στους απογόνους. Αλλά είναι άγνωστο εάν και σε ποιο βαθμό υπάρχει σχέση μεταξύ του ΣΠΩ και νευροψυχιατρικών διαταραχών των απογόνων. Όπως αναφέρει ο Μαιευτήρας Γυναικολόγος δρ Δημήτρης Μπιλάλης, MBBCh MMedSc CCST FRCOG, μέλος του Βασιλικού Κολεγίου Μαιευτήρων Γυναικολόγων της Μεγάλης Βρετανίας, εξειδικευμένος στην υπογονιμότητα ζεύγους και τις προηγμένες μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, «το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών αποτελεί μία σοβαρή γυναικεία ορμονική διαταραχή με πολλές και διαφορετικές αρνητικές επιπτώσεις και επιπλοκές στην υγεία μίας γυναίκας, στην ομαλή έκβαση μίας κύησης και όπως φαίνεται και στους απογόνους. Η έγκαιρη διάγνωση παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της νόσου. Για αυτό και ο Σεπτέμβρης είναι μήνας αφιερωμένος για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση σχετικά με αυτή τη νόσο».
H μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στη Φιλανδία, στόχευσε στη διερεύνηση του κατά πόσον το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα νευροψυχιατρικών διαταραχών των παιδιών.
Η μελέτη
Αυτή ήταν μια μελέτη με βάση τον πληθυσμό στη Φινλανδία, συμπεριλαμβανομένων όλων των ζωντανών γεννήσεων μεταξύ 1996 και 2014 (1.105.997). Τα παιδιά παρακολουθήθηκαν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, δηλαδή έως την ηλικία των 22 ετών.
Σε αυτήν την εθνική μελέτη, εντοπίστηκαν συσχετίσεις του ΣΠΩ στις μητέρες με ένα ευρύ φάσμα παιδιατρικών νευροαναπτυξιακών και ψυχιατρικών διαταραχών στους απογόνους, όπως: διαταραχές της διάθεσης, διαταραχές άγχους, διαταραχές διατροφής, διαταραχές ύπνου, διανοητικές αναπηρίες, συγκεκριμένες αναπτυξιακές διαταραχές, διαταραχές του φάσματος αυτισμού, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας και συμπεριφοράς, διαταραχές τικ και άλλες συμπεριφορικές και συναισθηματικές διαταραχές, με παρόμοιο αυξημένο κίνδυνο σε άνδρες και γυναίκες απογόνους.
Αποτελέσματα
Στη μελέτη εξετάστηκε εάν οι αυξημένοι νευροψυχιατρικοί κίνδυνοι σε σχέση με το μητρικό ΣΠΩ τροποποιήθηκαν από περιγεννητικά προβλήματα, καισαρική τομή ή θεραπεία γονιμότητας.
Σε σύγκριση με τους μη-εκτεθειμένους απογόνους, τα παιδιά σε μητέρες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών είχαν υψηλότερο κίνδυνο οποιασδήποτε νευροψυχιατρικής διαταραχής. Συνολικά το 9,8% των παιδιών διαγνώστηκαν με νευροαναπτυξιακή ή ψυχιατρική διαταραχή.
Πρώτον, το μητρικό ΣΠΩ συσχετίστηκε με οποιαδήποτε ψυχιατρική διάγνωση σε απογόνους. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος αυξήθηκε για διαταραχές του ύπνου, διαταραχές έλλειψης προσοχής/υπερκινητικότητας και διαταραχές συμπεριφοράς, διαταραχές τικ, διανοητικές αναπηρίες, διαταραχή φάσματος αυτισμού, ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές, διατροφικές διαταραχές, διαταραχές άγχους, διαταραχές της διάθεσης και άλλες συμπεριφορές και συναισθηματικές διαταραχές. Συνοπτικά, δεν υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ των φύλων.
Δεύτερον, η ανάλυση σύμφωνα με τον μητρικό Δείκτη Μάζας Σώματος έδειξε ότι ο κίνδυνος οποιασδήποτε νευροψυχιατρικής διαταραχής αυξήθηκε στους απογόνους σε μητέρες φυσιολογικού βάρους με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών και ήταν σημαντικά υψηλότερος στις παχύσαρκες μητέρες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών, σε σύγκριση με τον απόγονο σε μητέρες κανονικού βάρους χωρίς το σύνδρομο.
Αυτά τα ευρήματα έρχονται να προστεθούν στη μακρά λίστα των προβλημάτων που μπορεί να δημιουργήσει το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών σε μία γυναίκα αλλά και στους απογόνους της και μπορούν ενδεχομένως να βοηθήσουν στην παροχή συμβουλών και στη διαχείριση των εγκυμοσυνών. Σε κάθε περίπτωση, τονίζει ο δρ Δημήτρης Μπιλάλης, η διατήρηση του ιδανικού σωματικού βάρους και η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφικής καθημερινότητας είναι από τους βασικούς παράγοντες πρόληψης προβλημάτων που ενδεχομένως να δημιουργήσει το Σύνδρομο.