Με τους θανάτους COVID στη χώρα μας να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, ο Πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Θεοκλής Ζαούτης, επιχείρησε να περιγράψει τι συμβαίνει στην Ελλάδα, κατά τη σημερινή έκτακτη ενημέρωση για την πανδημία.
Για να περιγράψει το τοπίο αναφορικά με τους θανάτους COVID στη χώρα μας, εστίασε στο δείκτη της υπερβάλλουσας θνησιμότητας. Στην υπερβάλλουσα θνησιμίτητα γίνεται η σύγκριση όλων των θανάτων στις δύο περιόδους. Δε γίνεται σύγκριση αν ήταν θανάτοι από COVID ή θάνατοι μη COVID.
Τι είναι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα
Σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς, η υπερβάλλουσα θνησιμότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συγκρίσεις της επίδρασης της πανδημίας στη θνησιμότητα μεταξύ διαφορετικών περιοχών
Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα (Excess Mortality, EM) ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ του αριθμού των θανάτων από κάθε αιτία σε μια χρονική περίοδο (π.χ. πανδημία), και του αναμενόμενου αριθμού θανάτων στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Υπερβάλλουσα θνησιμότητα: Χαμηλότερη στην Ελλάδα από Δυτική και Κεντρική Ευρώπη
Σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε ο κ. Ζαούτης, η υπερβάλλουσα θνησιμότητα για την Ελλάδα στην περίοδο 2020-2021, ήταν: 127,1 θάνατοι ανά 100,000 πληθυσμού. *Δηλαδή, μετρήσαμε 127 παραπάνω θανάτους (ανεξαρτήτου αιτίας) σε σχέση με τον αριθμό των θανάτων που θα περιμέναμε.
Ο αντίστοιχος δείκτης για όλη τη Δυτική Ευρώπη ήταν: 140 θάνατοι ανά 100,000 και για την Κεντρική Ευρώπη ήταν: 315,7 θάνατοι ανά 100,000 πληθυσμού
Ενδεικτικά ο ίδιος δείκτης ήταν για την:
- Ιταλία: 227,4
- Ισπανία: 186,7
- Πορτογαλία: 202,2, Γαλλία: 124,2
- Γερμανία: 120,5
- Ηνωμένο Βασίλειο: 126,8 θάνατοι
Η Ελλάδα ΔΕΝ υποκαταγράφει τους θανάτους COVID
Αναφερόμενος στον τρόπο δήλωσης των θανάτων που οφείλονται στην COVID-19, είναι φανερό ότι στη χώρα μας ΔΕΝ υποκατγράφονται οι θάνατοι COVID. Ίσως, μάλιστα, να συμβαίνει και το αντίθετο.
Για να εξαχθεί αυτό το συμπέρασμα, εκτιμήθηκε ο λόγος της υπερβάλλουσας θνησιμότητας προς τον δηλούμενο αριθμό θανάτων από COVID-19. Ο δείκτης αυτός αποτυπώνει έμμεσα αν οι θάνατοι από COVID-19 υποδηλώνονται (όσο υψηλότερος δείκτης τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα υποδήλωσης)
- Για την Ελλάδα ο λόγος ήταν 1,22
- Για τη Δυτική Ευρώπη ήταν: 1,48 και για την Κεντρική Ευρώπη ήταν 2,0
- Ιταλία: 1,89
- Ισπανία, 1,64
- Πορτογαλία: 2,13
- Γαλλία: 1,28
- Γερμανία: 1,82
- Ηνωμένο Βασίλειο: 0,97
Επομένως, είτε υπάρχει τεκμηρίωση για υποκαταγραφή θανάτων στην υπόλοιπη Ευρώπη σε σχέση με την Ελλάδα, ή η Ελλάδα δηλώνει σε αυξημένα ποσοστά COVID-19 θανάτους σε σχέση με άλλες χώρες.
Θυμίζουμε ότι η καθηγήτρια Παιδιατρικής, Βάνα Παπαευαγγέλου, είχε εξηγήσει σε πρόσφατη ενημέρωση έναν από τους λόγους που επιμένουν οι θάνατοι COVID στη χώρα μας αυτήν την περίοδο.
Όπως είχε πει, σύμφωνα με τους κλινικούς γιατρούς της Επιτροπής, σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων που χάνουν τη ζωή τους σήμερα, αφορά σε άτομα με σοβαρό υποκείμενο νόσημα ή σε άτομα - υπερήλικες με πολλές συννοσηρότητες, οι οποίοι βρίσκονται θετικοί στον κορονοϊό, νοσηλευόμενοι για το υποκείμενο νόσημά τους.
Φαίνεται ότι σε ένα σημαντικό ποσοστό αυτό οι ασθενείς αυτοί καταγράφονται ως θάνατοι COVID ενώ δεν ευθύνεται ο ιός για την απώλειά τους. «Πρόκειται δηλαδή για συνανθρώπους μας που χάνονται με COVID και όχι από COVID» συμπλήρωσε.
Γιατί δεν πρέπει να εξετάζουμε τον απόλυτο αριθμό των θανάτων
Τέλος, ο κ. Ζαούτης εξήγησε γιατί είναι λάθος να βγάζουμε συμπεράσματα από τη σύγκριση του απόλυτου αριθμού των θανάτων COVID της κάθε χώρας. Ειδικότερα, ο αριθμός των θανάτων από COVID-19 δεν αποτελεί αντικειμενικό δείκτη για συγκρίσεις μεταξύ διαφορετικών χωρών για τρεις λόγους:
- O τρόπος καταγραφής των θανάτων δεν είναι ενιαίος
- Ο αριθμός των θανάτων εξαρτάται από το στάδιο της πανδημίας (αριθμός κρουσμάτων ανά μονάδα πληθυσμού) σε κάθε χρονική περίοδο
- Οι προγνωστικοί παράγοντες για COVID-19 θανάτους, όπως η ηλικία, οι συννοσηρότητες, η εμβολιαστική κάλυψη και οι δυνατότητες του συστήματος υγείας διαφέρουν σημαντικά ανά γεωγραφική περιοχή