Την ίδια ώρα, σύμφωνα πάντα με τη Unicef, 55 εκατομμύρια παιδιά σε 20 χώρες της περιοχής είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα και άλλα 24 εκατομμύρια παιδιά υποφέρουν από «ελλιπή σίτιση, συγκεκριμένα από καθυστέρηση στην ανάπτυξη, εξάντληση και αδυναμία. Η επιδείνωση της κρίσης του υποσιτισμού στην περιοχή οφείλεται στη φύση και στον τρόπο με τον οποίο τρέφονται τα παιδιά, στην έλλειψη πρόσβασης στις θρεπτικές τροφές, στο πόσιμο νερό, στην ιατρική περίθαλψη και σε άλλες βασικές υπηρεσίες, καθώς και στην αύξηση των φτηνών, ανθυγιεινών τροφίμων, πλούσιων σε αλάτι, ζάχαρη και λίπος», προσθέτει η υπηρεσία.
Σε αυτά έρχεται να προστεθεί ένα περιβάλλον «μόνιμων συγκρούσεων, πολιτικής αστάθειας, κλιματικών σοκ και αύξησης των τιμών των τροφίμων, που, μαζί, στερούν τα παιδιά από το δικαίωμά τους σε μια θρεπτική διατροφή και περιορίζουν την πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας στους ευάλωτους πληθυσμούς».
«Μόνο το ένα τρίτο των παιδιών λαμβάνει θρεπτικές τροφές», δήλωσε η περιφερειακή διευθύντρια της Unicef για την περιοχή της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής, η Αντέλ Χοντρ.
Χαρακτηρίζοντας την αναλογία αυτή «σοκαριστική το 2024», η Αντέλ Χοντρ εκτιμά ότι η αναλογία «κινδυνεύει να επιδεινωθεί περαιτέρω με τη συνέχιση των συγκρούσεων, των κρίσεων και άλλων προκλήσεων» στην περιοχή.
Σύμφωνα με έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα τον Ιούλιο ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) και άλλες υπηρεσίες του ΟΗΕ, 733 εκατομμύρια άνθρωποι υπέφεραν από την πείνα το 2023, δηλαδή το 9% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Σχεδόν 2,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι θεωρούνται επίσης ότι βρίσκονται σε μέτρια ή σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια, δηλαδή πρέπει να παραλείπουν ένα γεύμα περιστασιακά. Και περισσότερο από το εάν τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού δεν μπορεί να έχει υγιεινή διατροφή, εκ του οποίου το 72% των κατοίκων των πλέον φτωχών χωρών.