Οι διαταραχές του ύπνου έχουν άμεσο αντίκτυπο στη γενική υγεία, αυξάνοντας τον κίνδυνο μεταβολικής δυσλειτουργίας, καρδιαγγειακών παθήσεων και ψυχιατρικών διαταραχών, επηρεάζοντας έτσι την συνολική ποιότητα ζωής.
Σε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό BMJ Open, μια διεθνής ομάδα ερευνητών που μελέτησαν τη σχέση μεταξύ της σωματικής δραστηριότητας και της ποιότητας του ύπνου για μια περίοδο παρατήρησης 10 ετών, εντόπισαν τις θετικές επιπτώσεις της άσκησης σχετικά με πιθανά προβλήματα αϋπνίας των συμμετεχόντων στην έρευνα.
Η επίδραση της γυμναστικής
Είναι ήδη γνωστό από παλαιότερες έρευνες ότι η σωματική δραστηριότητα μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα του ύπνου και να ελαττώσει τα συμπτώματα της αϋπνίας.
Η άσκηση έχει επίσης συσχετιστεί με μειωμένη υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η επίδραση ωστόσο της άσκησης, επηρεάζεται επίσης από παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, ο δείκτης μάζας σώματος, η γενική κατάσταση της υγείας, τα επίπεδα φυσικής κατάστασης και ο τύπος της σωματικής δραστηριότητας που επιλέγουμε.
Στην συγκεκριμένη μελέτη, οι ερευνητές θέλησαν να αξιολογήσουν εάν η συχνότητα, η ένταση και η διάρκεια της σωματικής δραστηριότητας συνδέονταν με την αϋπνία αλλά και τυχόν υπνηλία κατά την διάρκεια της μέρας.
Πώς έγινε η μελέτη
Η έρευνα διεξήχθη σε εννέα χώρες, σε διάστημα 10 ετών, σε ενήλικες από 39 έως 67 ετών.
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αφορούσαν στην συχνότητα της άσκησης του δείγματος αλλά και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά της.
Για να θεωρηθεί κάποιος από τους συμμετέχοντες ως σωματικά ενεργός, έπρεπε να έχει τουλάχιστον μία ώρα σωματικής δραστηριότητας, δύο φορές την εβδομάδα ή περισσότερο.
Παράλληλα οι ερευνητές αξιολόγησαν την ποιότητα ύπνου των συμμετεχόντων, καταγράφοντας συμπτώματα που σχετίζονται με διαταραχές ύπνου και αϋπνία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η επαρκής σωματική δραστηριότητα συνδέεται με χαμηλότερη συχνότητα διακυμάνσεων στην συνολική διάρκεια ωρών ύπνου και μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων συμπτωμάτων αϋπνίας.
Όσοι από τους συμμετέχοντες κατάφεραν να διατηρήσουν επαρκή επίπεδα φυσικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια των 10 ετών παρακολούθησης, ανέφεραν λιγότερα συμπτώματα αϋπνίας και είχαν περισσότερες πιθανότητες να κοιμούνται τις συνιστώμενες από τους ειδικούς έξι έως εννέα ώρες ύπνου ημερησίως.
Κατά μέσο όρο, τα άτομα που αθλούνταν σε σταθερή βάση διατηρώντας μάλιστα σε μεγάλο ποσοστό και χαμηλό δείκτη μάζας σώματος κατά την διάρκεια της δεκαετίας, ήταν άνδρες νεότερης ηλικίας, στην πλειονότητα τους μη καπνιστές και εργαζόμενοι.
Βασιζόμενοι στα ευρήματα, οι ειδικοί κατέληξαν ότι η συνεπής, μακροχρόνια σωματική δραστηριότητα μπορεί να μειώσει αποτελεσματικά τον κίνδυνο αϋπνίας και να βοηθήσει το οργανισμό να εξασφαλίσει επαρκείς ώρες νυχτερινής ανάπαυσης.
Επιπλέον, αν και τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας δεν φάνηκε να επηρεάζουν την εμφάνιση ημερήσιας υπνηλίας, βάση των παρατηρήσεων τους οι μελετητές εντόπισαν παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα που συνδέονται με την υπνηλία που νιώθουμε κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Πηγή: www.news-medical.net