Η Συμφωνία καλύπτει την προμήθεια του remdesivir τους επόμενους δώδεκα μήνες με δυνατότητα επεκτάσεώς της στο μέλλον για ακόμη έξι μήνες. Ακολουθεί τη λήξη της αρχικής «Συμφωνίας Κοινής Προμήθειας», της πρώτης που υπογράφτηκε τον Οκτώβριο 2020 για φάρμακο που αποδείχθηκε αποτελεσματικό για την θεραπεία της COVID-19.
«Χαιρετίζουμε αυτή τη νέα Συμφωνία Κοινής Προμήθειας για το remdesivir, η οποία θα συνεχίσει να βοηθά τις κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη να διασφαλίσουν ταχεία πρόσβαση σε αυτήν την κρίσιμη θεραπεία», δήλωσε η Johanna Mercier, Chief Commercial Officer, Gilead Sciences. «Το remdesivir αποτελεί την πρότυπη αντιιική θεραπεία (standardofcare) στη φροντίδα κατάλληλων ασθενών που νοσηλεύονται με COVID-19 σε ένα φάσμα κλινικών εκδηλώσεων και σοβαρότητας της νόσου όπως περιγράφονται στις ενδείξεις του. Βοήθησε εκατοντάδες χιλιάδες ασθενείς σε όλη την Ευρώπη να αναρρώσουν γρηγορότερα και να μειωθούν οι παραμονές στο νοσοκομείο, γεγονός που δημιουργεί εξοικονόμηση πόρων για τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης. Μετά την πρόσφατη διευρυμένη ένδειξη σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο εξέλιξης της νόσου, το remdesivir έχει τώρα τη δυνατότητα να βοηθήσει ακόμη περισσότερους ασθενείς, γι' αυτό χαιρόμαστε που αυτή η Συμφωνία Κοινής Προμήθειας θα διασφαλίσει ότι το remdesivir είναι διαθέσιμο σε ασθενείς όταν το χρειάζονται».
Στην ΕΕ και τον ΕΟΧ το remdesivir αποτελεί το μόνο αντιιικό φάρμακο που ενδείκνυται για τη θεραπεία της COVID-19 σε ενήλικες και εφήβους ασθενείς με πνευμονία που χρειάζονται συμπληρωματικό οξυγόνο (οξυγόνο χαμηλής ή υψηλής ροής ή άλλος μη επεμβατικός αερισμός). Τον Δεκέμβριο του 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέκτεινε την ένδειξη για το remdesivir ώστε να συμπεριλάβει ενήλικες που δεν χρειάζονται συμπληρωματικό οξυγόνο και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης σε σοβαρή νόσο COVID-19.
Η διευρυμένη ευρωπαϊκή υπό όρους άδεια κυκλοφορίας υποστηρίχθηκε από τα αποτελέσματα μιας τυχαιοποιημένης, διπλά τυφλής, ελεγχόμενης με εικονικό φάρμακο δοκιμής Φάσης 3 για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας ενός τριήμερου κύκλου χορήγησηςremdesivirγια τη θεραπεία της COVID-19 σε ασθενείς υψηλού κινδύνου για εξέλιξη της νόσου. Σε αυτή τη μελέτη, το remdesivir επέδειξε μια στατιστικά σημαντική μείωση κατά 87% στον κίνδυνο για το σύνθετο πρωτεύον καταληκτικό σημείο νοσηλείας που περιλάμβανε νοσηλεία σχετιζόμενη με COVID-19 ή θάνατο από κάθε αιτία έως την Ημέρα 28 (0,7% [2/279]) σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (5,3% [15/283]) p=0,008.
Στη μελέτη δεν υπήρξαν θάνατοι σε κανένα από τα δύο σκέλη μέχρι το πρωτεύον καταληκτικό σημείο. Η μελέτη αποτέλεσε επίσης τη βάση για την επικαιροποίηση των κατευθυντηρίων οδηγιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τη θεραπευτική της COVID-19, οι οποίες πλέον συνιστούν υπό όρους το remdesivir για χρήση σε ασθενείς με μη σοβαρή λοίμωξη COVID-19 με τον υψηλότερο κίνδυνο νοσηλείας.
Η Επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων κ. Στέλλα Κυριακίδου δήλωσε σχετικά: «Από την αρχή της πανδημίας, η Επιτροπή εργάζεται ακατάπαυστα για να διευκολύνει την πρόσβαση των Ευρωπαίων ασθενών σε ιατρικό εξοπλισμό και θεραπείες. Πρόκειται για δέσμευση που αναλάβαμε στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για τα φαρμακοθεραπευτικά μέσα και την οποία τώρα υλοποιούμε με μια δεύτερη σύμβαση, που θα εξασφαλίσει αντιιικές θεραπείες στους ασθενείς που τις χρειάζονται. Ο κορονοϊός είναι ακόμα εδώ και θα συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας για να διασφαλίσουμε ότι, εκτός από τα εμβόλια, διαθέτουμε επίσης τα απαραίτητα φαρμακοθεραπευτικά μέσα για τη θεραπεία όσων έχουν ανάγκη. Η προστασία της δημόσιας υγείας των πολιτών μας θα αποτελεί πάντα προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Υγείας».
Η συμφωνία κοινής προμήθειας της ΕΕ παρέχει στις 36 συμμετέχουσες χώρες τη δυνατότητα να προμηθεύονται από κοινού ιατρικά αντίμετρα ως εναλλακτική λύση ή ως συμπλήρωμα των προμηθειών που πραγματοποιούν σε εθνικό επίπεδο. Έχουν συναφθεί στο παρελθόν συμβάσεις-πλαίσιo για φαρμακοθεραπευτικά μέσα κατά του κορονοϊού με τις Hoffmann-La Roche και GlaxoSmithKline Ltd για την αγορά μονοκλωνικών αντισωμάτων. Η HERA εξακολουθεί να συνεργάζεται στενά με τις συμμετέχουσες χώρες για τον προσδιορισμό και την υλοποίηση προτεραιοτήτων όσον αφορά τις κοινές προμήθειες