Σύμφωνα με την ανακοίνωση το cemiplimab έδειξε κλινικά σημαντική και ανθεκτική στον χρόνο ανταπόκριση σε συγκεκριμένη ομάδα ασθενών για τους οποίους δεν υπάρχουν εγκεκριμένες θεραπείες.
Σε αυτή την κατεύθυνση Sanofi και Regeneron σχεδιάζουν την κατάθεση εγκριτικών φακέλων στις ρυθμιστικές αρχές το 2020.
Στο πλαίσιο της πιλοτικής, ανοικτής μελέτης μονού σκέλους, το cemiplimab, ο αναστολέας της πρωτεΐνης προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου (PD-1) της Sanofi και της Regeneron χορηγήθηκε σε ασθενείς με προχωρημένο βασικοκυτταρικό καρκίνωμα, οι οποίοι είχαν εμφανίσει εξέλιξη της νόσου ή ανοχή σε προηγούμενη θεραπεία με έναν αναστολέα του σηματοδοτικού μονοπατιού Hedgehog (HHI).
Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα είναι ένας τύπος καρκίνου του δέρματος και αποτελεί την πιο συνηθισμένη μορφή καρκίνου παγκοσμίως, με περίπου δύο εκατομμύρια νεοδιαγνωσθέντα περιστατικά κάθε χρόνο μόνο στις ΗΠΑ. Αν και η πλειονότητα των περιστατικών βασικοκυτταρικού καρκινώματος διαγιγνώσκονται έγκαιρα και θεραπεύονται με χειρουργική επέμβαση ή ακτινοθεραπεία, ένα μικρό ποσοστό των όγκων είναι δυνατό να εξελιχθούν και να διεισδύσουν βαθύτερα στους παρακείμενους ιστούς (τοπικά προχωρημένη νόσος), με αποτέλεσμα να είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Περίπου 20.000 ασθενείς στις ΗΠΑ πάσχουν από προχωρημένο βασικοκυτταρικό καρκίνωμα και υπολογίζεται ότι περίπου 3.000 πεθαίνουν κάθε χρόνο. Το βασικοκυτταρικό καρκίνωμα αποτελεί το δεύτερο μη μελανωματικό καρκίνο του δέρματος, για τον οποίο το cemiplimab έχει δείξει πρώτο στην κατηγορία του δεδομένα. Η αρχική έγκριση του cemiplimab που αφορά στο προχωρημένο πλακώδες καρκίνωμα του δέρματος (CSCC) είναι διαθέσιμη από το 2018 στις ΗΠΑ και από το 2019 στην Eυρωπαϊκή ένωση.
Στη μελέτη, το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR) για τους ασθενείς με τοπικά προχωρημένη νόσο ήταν 29% με την εκτιμώμενη διάρκεια ανταπόκρισης να ξεπερνά το ένα έτος στο 85% των ασθενών που εμφάνισαν ανταπόκριση.
Το ανθεκτικό στον χρόνο ποσοστό ελέγχου της νόσου ήταν 60%. Σε μία προκαταρκτική ανάλυση των ασθενών με μεταστατική νόσο, το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης ήταν 21%, με την εκτιμώμενη διάρκεια ανταπόκρισης (DOR) να ξεπερνά το ένα έτος στο 83% των ασθενών που εμφάνισαν ανταπόκριση.
Το ανθεκτικό στον χρόνο ποσοστό ελέγχου της νόσου ήταν 46%. Όλα τα δεδομένα εκτιμήθηκαν καλύτερα βάσει ανεξάρτητης κεντρικής αξιολόγησης. Τα δεδομένα αναμένεται να συνεχίσουν να εξελίσσονται με την περαιτέρω παρακολούθηση και των δύο ομάδων ασθενών.
«Μολονότι οι αναστολείς της PD-1 έχουν αλλάξει ριζικά τις προοπτικές για πολλούς ασθενείς με μελάνωμα, η πρόοδος για ασθενείς με μη μελανωματικούς τύπους καρκίνου του δέρματος δεν υπήρξε εξίσου ταχεία», δήλωσε ο Peter C. Adamson, M.D, Global Head of Oncology Development της Sanofi.
«Συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε αυτή την ανεκπλήρωτη ιατρική ανάγκη, προσφέροντας καταρχάς το cemiplimab στους ασθενείς με προχωρημένο πλακώδες καρκίνωμα του δέρματος και τώρα, με αυτή τη δεύτερη μελέτη, ως δυνητική θεραπεία στους ασθενείς με προχωρημένο βασικοκυτταρικό καρκίνωμα. Αυτά τα σημαντικά νέα αποτελέσματα καταδεικνύουν περαιτέρω το ενδεχόμενο χορήγησης του cemiplimab σε ασθενείς με μη μελανωματικούς τύπους καρκίνου που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν», συμπλήρωσε.
Δεν παρατηρήθηκαν νέα συμβάντα ασφάλειας στη συγκεκριμένη μελέτη. Στους 132 ασθενείς που αξιολογήθηκαν για ασφάλεια (84 με τοπικά προχωρημένη νόσο και 48 με μεταστατική νόσο), το 95% των ασθενών εμφάνισε μία ανεπιθύμητη ενέργεια, το 32% εμφάνισε μία σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια και το 13% διέκοψε τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητης ενέργειας. Καταγράφηκαν 10 θάνατοι στην ομάδα των ασθενών με τοπικά προχωρημένη νόσο και εννέα θάνατοι στην ομάδα με μεταστατική νόσο. Κανένας από τους θανάτους δεν θεωρήθηκε ότι σχετιζόταν με τη θεραπεία. Η Sanofi και η Regeneron θα παρουσιάσουν πρόσθετα ευρήματα από τη μελέτη σε προσεχές ιατρικό συνέδριο.
«Το cemiplimab ερευνάται ως μονοθεραπεία και ως βασική θεραπεία για συνδυασμό με νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις που αναπτύσσονται από τη Regeneron και τους συνεργάτες μας», δήλωσε ο Israel Lowy, M.D., Ph.D., Senior Vice President, Translational and Clinical Sciences, Oncology της Regeneron. «Αυτά τα δεδομένα για το προχωρημένο βασικοκυτταρικό καρκίνωμα σηματοδοτούν την τρίτη φορά που η μονοθεραπεία με cemiplimab κατέδειξε ισχυρά και κλινικά σημαντικά αποτελέσματα στον προχωρημένο καρκίνο, μετά και την ανακοίνωση της προηγούμενης εβδομάδας στον προχωρημένο μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα όπου η πιλοτική μελέτη διακόπηκε πρόωρα καθώς καταγράφηκε θετική συνολική επιβίωση».
Σε αυτή την υπό εξέλιξη παγκόσμια μελέτη Φάσης 2, οι ασθενείς λάμβαναν cemiplimab 350 mg ενδοφλεβίως κάθε τρεις εβδομάδες για χρονικό διάστημα έως 93 εβδομάδων ή μέχρι να καταγραφεί εξέλιξη της νόσου, μη αποδεκτή τοξικότητα, ανάκληση συγκατάθεσης ή επιβεβαιωμένη πλήρης ανταπόκριση. Το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR) είναι το πρωτεύον καταληκτικό σημείο και τα βασικά δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία συμπεριλαμβάνουν τη συνολική επιβίωση, την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου, τη διάρκεια ανταπόκρισης, την ασφάλεια και την ποιότητα ζωής.
Το cemiplimab αναπτύσσεται και διατίθεται στην αγορά από κοινού από τη Sanofi και τη Regeneron στο πλαίσιο μίας συμφωνίας παγκόσμιας συνεργασίας.
Η χρήση του cemiplimab για την αντιμετώπιση του προχωρημένου βασικοκυτταρικού καρκινώματος είναι υπό έρευνα και η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα δεν έχουν αξιολογηθεί από καμία ρυθμιστική αρχή.