Την ανάγκη επίσπευσης της ανάπτυξης και εφαρμογής ενός Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για τον Καρκίνο, που θα συνοδεύεται από επαρκή χρηματοδότηση όλων των σταδίων της ογκολογικής φροντίδας υπογραμμίζουν για ακόμη μια φορά όλοι οι εμπλεκόμενοι από τους ασθενείς έως τους γιατρούς και από την ακαδημαϊκή κοινότητα έως τη φαρμακευτική αγορά.
«Ο καρκίνος δε συνεπάγεται μόνο φάρμακα, επεμβάσεις και νοσηλείες. Συνεπάγεται, παράλληλα, όλη την υποστήριξη των πασχόντων και των οικογενειών τους, ώστε να μπορούν να επιστρέψουν στην εργασία τους, στην κοινωνία και στην καθημερινότητά τους», σημείωσε Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Οικονομικής Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας στο Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, στο πλαίσιο συζήτησης που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία της Bristol Myers Squib.
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, «απαιτείται μία ολιστική στρατηγική για την ογκολογική φροντίδα και συνεπώς επαρκείς πόροι, σε όλα τα στάδια της ογκολογικής φροντίδας», συμπλήρωσε ο Καθηγητής.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο κ. Αθανασάκης παρουσίασε ένα εργαλείο, μια πρόταση χρηματοδότησης της ογκολογικής φροντίδας, από την πρόληψη έως την αποκατάσταση ή το τελικό στάδιο, που αξιοποιεί, μεταξύ άλλων, υπάρχοντα έσοδα, όπως η ειδικοί καταναλωτικοί φόροι.
Δαπάνες & κόστος καρκίνου
«Επιδιώκοντας μία αδρή εκτίμηση περίπου το 8% της συνολικής δαπάνης υγείας στην Ελλάδα αφορά στη διαχείριση του καρκίνου», ανέφερε ο καθηγητής σημειώνοντας πως αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 1,35 δις. ευρώ. Το αντίστοιχο ποσοστό τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται γύρω στο 9% με 9,5% της συνολικής δαπάνης υγείας, κατά μέσο όρο.
Οι δημόσιοι πόροι συνιστούν το 62% της δαπάνης υγείας στην Ελλάδα οι ιδιωτικοί το 38%, ενώ στην Ευρώπη είναι 78% και 22 %, αντιστοίχως.
Την ίδια ώρα, η δημόσια δαπάνη υγείας στη χώρα μας υστερεί κατά περίπου 1,5% του ΑΕΠ σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ περίπου το 10% των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης κατευθύνονται στην υγεία, όταν ο μέσος όρος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στο 15%.
Το οικονομικό φορτίου του καρκίνου όμως συνεχίζει να συμπιέζει τα συστήματα υγείας, αλλά και τους πολίτες. Ο κ. Αθανασάκης έστρεψε την προσοχή σε μόλις δύο από τις βασικές, αλλά και αφανείς, διαστάσεις του κόστους του καρκίνου, το έμμεσο κόστος από την απώλεια παραγωγικότητας του ατόμου και των συγγενών του που προστρέχουν προς βοήθεια και την καταστροφική δαπάνη.
Το έμμεσο κόστος και η άτυπη φροντίδα υπερβαίνουν τα 700 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ στην Ελλάδα εκτιμάται ότι κάθε χρόνο το 8,9% των νοικοκυριών υφίσταται καταστροφική δαπάνης υγείας, με τον καρκίνο να αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες του προβλήματος το οποίο πλήττει κυρίως τους οικονομικά αδύναμους.
Εθνικό Ταμείου Καρκίνου και «φόροι υγείας»
Πέραν της παραδοσιακής μορφής χρηματοδότησης, μέσω της γενικής φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, νέα εργαλεία όπως επιδοτήσεις αλλά και οι λεγόμενοι και φόροι υγείας θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να συγχρηματοδοτήσουν την ογκολογική φροντίδα σε όλα τα στάδια.
Παραδοσιακές και νέες πηγές χρηματοδότησης μπορούν να αποτελέσουν μάλιστα ένα Εθνικό Ταμείο για τον Καρκίνο με αρχικό προϋπολογισμό 1,4 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, όπως εξήγησε ο καθηγητής αυτή η προσέγγιση αποτελεί ένα εργαλείο το οποίο υποστηρίζει τη συγχρηματοδότηση της ογκολογικής φροντίδας, μέσω της δημιουργίας ενός Εθνικού Ταμείου για τον Καρκίνο.
Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με τον κ. Αθανασάκη, αν αποφασίσουμε να αυξήσουμε την δημόσια δαπάνη μέσω νέων Εργαλείων όπως είναι οι φόροι αμαρτίας 440 εκατ. ευρώ θα πρέπει να αποδοθούν για τη διαχείριση του καρκίνου.
Συγκεκριμένα, λοιπόν, στο πλαίσιο αυτής της χρηματοδοτικής προσέγγισης, προάγεται η δέσμευση πόρων από ένα μέρος των εσόδων από τη διαφορική φορολογία σε προϊόντα με τεκμηριωμένη αρνητική επίδραση στην επίπτωση του καρκίνου, σε ετήσια βάση. Παράλληλα, όμως, προωθείται και η στοχευμένη μείωση φορολογικών συντελεστών σε αγαθά, όπως φρέσκα φρούτα και λαχανικά.
«Μέσω αυτής της πολιτικής επιτυγχάνεται ένα κρίσιμο τρίπτυχο», σημείωνει ο κ. Αθανασάκης και προσθέτει:
«Πρώτον, το φορολογικό σύστημα λειτουργεί «παιδευτικά» μέσω μίας μορφής «συνυπευθυνότητας» στην κατανάλωση αγαθών που επιβαρύνουν την επίπτωση του καρκίνου. Δεύτερον, συνιστά μία έμπρακτη έκφραση αλληλεγγύης της κοινωνίας προς μία από τις πλέον ευάλωτες ομάδες συμπολιτών μας, τους ογκολογικούς ασθενείς και τις οικογένειές τους. Τρίτον, δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος για την επαρκή χρηματοδότηση της εθνικής στρατηγικής αντιμετώπισης του καρκίνου, όπως έχει πρόσφατα δεσμευθεί το Υπουργείο Υγείας και η ελληνική Κυβέρνηση».
Βήματα προς τα μπρος
«Οφείλουμε, πλέον, να επικεντρωθούμε ώστε να οργανώσουμε ένα πιο βατό «μονοπάτι του ασθενούς» από τη διάγνωση έως τη θεραπεία και την αποκατάσταση. Προς την κατεύθυνση αυτή το Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών συνιστά ένα εμβληματικό βήμα, καθώς για πρώτη φορά θα μπορούμε να γνωρίζουμε πόσους ασθενείς με καρκίνο έχουμε, με τι τύπους καρκίνου νοσούν, ποιες θεραπείες λαμβάνουν και ποιες είναι οι εκβάσεις τους. Σε αυτή τη στέρεη βάση οφείλουν να αναπτυχθούν οι δράσεις του Εθνικού Σχεδίου αντιμετώπισης για τον Καρκίνο», ανέφερε από την πλευρά της η Πρόεδρος Δ.Σ. της Ένωσης Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας, Ζένια Σαριδάκη, αναγνωρίζοντας ότι η χώρα μας έχει κάνει ορισμένα σημαντικά βήματα για την αναβάθμιση της ογκολογικής φροντίδας.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου, Γιώργος Καπετανάκης επισήμανε την ανάγκη να επισπευσθεί η εφαρμογή της πρόσφατης δέσμευσης του Υπουργείου Υγείας για μία εθνική στρατηγική στην ογκολογική φροντίδα.
«Αυτή τη στιγμή 20 από τα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζουν εθνικά σχέδια για την αντιμετώπιση του καρκίνου, ενώ και σε επίπεδο Ε.Ε. υλοποιείται το αντίστοιχο EU Beating Cancer Plan. Μία τέτοια προοπτική και στην Ελλάδα δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά θα μας επιτρέψει -με επαρκή χρηματοδότηση- να δράσουμε συντεταγμένα με συγκεκριμένους στόχους», συμπλήρωσε.
«Ο ΣΦΕΕ έχει ήδη διοργανώσει δύο συναντήσεις με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στα γραφεία του Ευρωκοινοβουλίου στην Αθήνα, όπου συζήτησαν ανοιχτά και εποικοδομητικά για την πρόληψη, τη διαχείριση και την αντιμετώπιση του καρκίνου και για πρώτη φορά έγινε ένα σημαντικό βήμα με τη δημιουργία Εθνικού Μητρώου Νεοπλασιών. Μόνο μέσα από ολοκληρωμένες βιώσιμες πολιτικές μπορούμε να διασφαλίσουμε την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών σε νέες και καινοτόμες θεραπείες», ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, Μιχάλης Χειμώνας αναγνωρίζοντας ότι η επίδοση της Ελλάδας ως προς την πρόσβαση σε καινοτόμες ογκολογικές θεραπείες είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όμως οι προκλήσεις παραμένουν επιτακτικές.
«Με την πολιτική βούληση της Πολιτείας, τη συνεργασία όλων των επιστημονικών και κοινωνικών εταίρων και την εξασφάλιση επαρκών πόρων είμαι αισιόδοξη ότι θα μπορέσουμε ως χώρα να μετατρέψουμε το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο σε απτές θετικές πράξεις που θα φτάσουν σε κάθε ελληνικό σπίτι που πλήττεται από τον καρκίνο. Το οφείλουμε στη χώρα μας, στους ασθενείς και στις οικογένειές τους. Ως Bristol Myers Squibb είμαστε και θα παραμείνουμε ένα ενεργό μέλος αυτής της εθνικής προσπάθειας, υποστηρίζοντας προτάσεις και πρωτοβουλίες που συμβάλλουν στην επίτευξη του τελικού στόχου που έχουμε θέσει ως χώρα», τόνισε η Γενική Διευθύντρια της Bristol Myers Squibb Ελλάδας, Ελισάβετ Προδρόμου.
Ο Γιώργος Τσιακαλάκης, Corporate & Government Affairs Lead της BMS υπογράμμισε ότι «το Εθνικό Σύστημα Υγείας, παρά τις αδυναμίες του είναι μία κατάκτηση της χώρας, προκειμένου όλοι οι πολίτες και οι ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε όλα τα στάδια της φροντίδας. Οφείλουμε, λοιπόν, να το στηρίξουμε με επαρκείς πόρους και εποικοδομητικές προτάσεις που έχουν δοκιμαστεί επιτυχώς στο εξωτερικό, όπως η δέσμευση πόρων από τη διαφορική φορολογία υπέρ της υγείας των ανθρώπων. Θωρακίζοντας το Ε.Σ.Υ. και θέτοντας προτεραιότητες για την αντιμετώπιση του καρκίνου, θωρακίζουμε το μέλλον μας και το μέλλον των οικογενειών μας».