Πολυσύνθετη και δαιδαλώδης, η φαρμακευτική πολιτική στη χώρα μας βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο αλλαγών, που συνήθως προσδοκούν να συμβάλλουν στον έλεγχο της δαπάνης και τον περιορισμό της υπέρβασης της.
Η αποζημίωση των φαρμάκων δεν εξαιρείται αυτής της περίπλοκης κατάστασης. Η νομοθεσία προβλέπει πως υπάρχει, μεταξύ άλλων, η λιανική τιμή ενός σκευάσματος και η τιμή αποζημίωσης. Η τιμή αποζημίωση αποτελεί το ποσό που καλύπτει η κοινωνική ασφάλιση και βασικά ο ΕΟΠΥΥ δηλαδή.
Ο ασφαλισμένος καταβάλλει το ποσοστό συμμετοχής, που του αντιστοιχεί, ενώ αν το κόστος του φαρμάκου που επιλέγει, καθ' υπόδειξη του γιατρού λογικά, υπερβαίνει την τιμή αποζημίωσης, τότε ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει και τη διαφορά μεταξύ τιμής αποζημίωσης (χαρακτηρίζεται και αναφοράς) και λιανικής τιμής.
Από τον κανόνα αυτό εξαιρούνταν τα γενόσημα φάρμακα, για τα οποία η ασφαλιστική τιμή εξισωνόταν με τη λιανική. Με νομοθετική ρύθμιση του περασμένου Ιουλίου, το πλαίσιο θα άλλαζε και όπως εξηγούν παράγοντες της αγοράς πλέον θα ίσχυε ενιαίος κανόνας για όλα τα φάρμακα, χωρίς την πρόβλεψη εξίσωσης.
Η αλλαγή στο πλαίσιο θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε αύξηση της έμμεσης συμμετοχής ασθενών σε κάποια φάρμακα, αφού θα καλούνταν να πληρώσουν και τη διαφορά λιανικής με ασφαλιστική τιμή, εφόσον επέλεγαν ακριβότερο σκεύασμα (θεσμοθετημένη συμμετοχή + διαφορά Α.Τ. με Λ.Τ.).
Με το σαρωτικό κύμα ακρίβειας στα καταναλωτικά προϊόντα να πλήττει τα νοικοκυριά, όμως, κρίθηκε απαραίτητο να αποφευχθεί κάθε είδους επιπλέον επιβάρυνση των πολιτών και έτσι η απόφαση για αλλαγές στο πλαίσιο εξίσωσης ασφαλιστική τιμή με την τιμή αποζημίωσης. Έτσι, με απόφαση του ο Υπουργός Υγείας, Θ. Πλεύρης μεταθέτει την εφαρμογή της απόφασης έως την 1η Ιουλίου 2023.