Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε σήμερα Τρίτη (16/05) τα στοιχεία για την υγεία του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω. Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών, του έτους 2022.
Με την έρευνα, η οποία διενεργείται ετησίως, συγκεντρώνονται αναλυτικές πληροφορίες για τη γενική κατάσταση υγείας του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, καθώς και για τη χρήση υπηρεσιών υγείας (πραγματοποίηση ή μη ιατρικών και οδοντιατρικών εξετάσεων, λήψη ή μη θεραπείας), ανάλογα με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά (φύλο και ηλικία), την εκπαίδευση, την ασχολία και το εισόδημα.
Ειδικότερα, στην έρευνα του 2022 συγκεντρώθηκαν πληροφορίες και για τον δείκτη μάζας σώματος, την ικανότητα του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω να εκτελεί βασικές λειτουργίες (όραση, ακοή, μετακίνηση,
μνήμη / συγκέντρωση), για παράγοντες που επηρεάζουν –θετικά ή αρνητικά– την κατάσταση της υγείας, όπως είναι η φυσική άσκηση, η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ,
καθώς και για την επιβάρυνση δαπανών υγείας των νοικοκυριών.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα για την γενική κατάσταση υγείας του πληθυσμού
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 74,2% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει πολύ καλή ή καλή υγεία, το 15,5% μέτρια υγεία και το 10,3% κακή
ή πολύ κακή υγεία (Γράφημα 1)
Σε σχέση με τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2009, καταγράφεται μικρή μείωση στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πολύ καλή ή καλή υγεία, κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες, και αύξηση στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει μέτρια υγεία και κακή ή πολύ κακή υγεία, κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες και στις δύο περιπτώσεις.
Τα άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας - Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής τους
Το 24,9% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω έχει χρόνιο πρόβλημα υγείας.
Χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση δηλώνουν περίπου 3 στις 10 γυναίκες (27,0%) και 2 στους 10 άνδρες (22,6%).
Το 9,0% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω για διάστημα έξι μηνών ή περισσότερο είχε περιορίσει, λόγω δικού του προβλήματος υγείας, κάποιες, συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό δραστηριότητες ή είχε δυσκολευτεί σε αυτές πάρα πολύ, ενώ το 13,2% είχε περιορίσει κάποιες δραστηριότητες ή δυσκολευτεί σε αυτές, αλλά όχι πάρα πολύ.
Με τον δείκτη GALI (Global Activity Limitation Indicator) εκτιμάται το κατά πόσο ο ερευνώμενος θεωρεί (αυτοεκτιμά) ότι έχει περιορίσει, λόγω προβλημάτων υγείας (σωματικών, ψυχικών ή συναισθηματικών), υφιστάμενης πάθησης / αναπηρίας ή λόγω ηλικίας, δραστηριότητες συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό, για διάστημα 6 μηνών ή και περισσότερο.
Περιλαμβάνονται και περιορισμοί λόγω εκ γενετής προβλημάτων υγείας, καθώς και αυτοί που προκλήθηκαν από ατυχήματα/τραυματισμούς, ενώ δεν περιλαμβάνονται περιορισμοί για οικονομικούς ή άλλους λόγους.
Τι είναι το χρόνιο πρόβλημα υγείας;
Σύμφωνα με πληροφορίες από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, χρόνιο θεωρείται το πρόβλημα υγείας ή η πάθηση που διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει περισσότερους από 6 μήνες, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή.
Περιορισμοί σε σωματικές και αισθητηριακές λειτουργίες
Η έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε περιορισμούς που υφίστανται στις αισθητηριακές και σωματικές λειτουργίες του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, πιο συγκεκριμένα τον βαθμό δυσκολίας στην όραση, την ακοή, την κινητικότητα και τη μνήμη και συγκέντρωση, ανεξάρτητα εάν οι περιορισμοί προκύπτουν λόγω ηλικίας, ασθενειών, ατυχημάτων ή εκ γενετής προβλημάτων.
Το 13,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζουν δυσκολία στην όραση (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν βλέπουν τίποτα).
Ποσοστό 78,8% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών και το 11,0% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία στην ακοή (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν ακούνε τίποτα). Ποσοστό 86,6% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών και
Το 15,8% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία κατά τη μετακίνησή του (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν μπορούν να περπατήσουν ή να ανέβουν / κατέβουν σκάλα χωρίς τη χρήση οποιουδήποτε βοηθήματος ή βοήθειας από άλλον). Ποσοστό 74,4% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
Το 11,6% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία με τη μνήμη / συγκέντρωση (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν θυμούνται τίποτα ή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε ό,τι κάνουν).
Ποσοστό 82,5% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών και άνω. Το 8,0% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία με τη φροντίδα (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτόν τους, όπως να πλένονται, να ντύνονται κ.λπ.). Ποσοστό 78,1% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
Το 4,7% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζουν δυσκολία στην επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους (κάποια δυσκολία, μεγάλη δυσκολία, δεν τους καταλαβαίνουν ή δεν τον/την καταλαβαίνουν, παρ’ όλο που μιλούν την ίδια γλώσσα). Ποσοστό 70,1% αυτών είναι ηλικίας 65 ετών.
Χρήση Υπηρεσιών Υγείας
Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, περίπου 1 στους 2 (44,7%) ενήλικες ηλικίας 16 ετών και άνω χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία.
Ποσοστό 24,5% όσων χρειάστηκαν ιατρική εξέταση ή θεραπεία δεν την έλαβε.
Σύμφωνα με την έρευνα, ποσοστό 19,3% του φτωχού πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, δεν έλαβε ιατρική εξέταση ή θεραπεία, αν και χρειάστηκε. Το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού ανέρχεται στο 8,9%.
Χρήση υπηρεσιών φροντίδας - κατανάλωση φαρμάκων
Με την έρευνα συλλέχθηκαν πληροφορίες αναφορικά με τη χρήση υπηρεσιών υγείας, συγκεκριμένα, για τις εισαγωγές –με διανυκτέρευση– σε νοσοκομείο και για τη χρήση υπηρεσιών φροντίδας (νοσηλευτικής ή άλλης)
κατ’ οίκον, ενώ καταγράφηκε και το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω που κατανάλωσε φάρμακα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας παρατηρούνται τα παρακάτω:
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, πριν τη διενέργεια της έρευνας το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω που έκανε εισαγωγή σε νοσοκομείο με διανυκτέρευση, ανήλθε σε 9,3%. Οι ημέρες νοσηλείας κυμάνθηκαν από 1 έως 180.
Το 62,2% του πληθυσμού νοσηλεύτηκε 1 έως 5 ημέρες, ενω περισσότερες από 5 και έως 10 ημέρες το 25,1%.
Με την έρευνα καταγράφονται πληροφορίες αναφορικά με τις υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον, που παρέχονται σε άτομα τρίτης ηλικίας ή άτομα που αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις ή προβλήματα υγείας και
οι οποίες μπορεί να είναι νοσηλευτικές ή άλλες.
Περιλαμβάνεται η νοσηλευτική φροντίδα που παρέχεται από επαγγελματίες υγείας (νοσηλευτή, φαρμακοποιό, διατροφολόγο, φυσικοθεραπευτή κ.ά.) ή κοινωνικούς
λειτουργούς, ενώ δεν περιλαμβάνονται οι κατ’ οίκον επισκέψεις ιατρών.
Η μη νοσηλευτική φροντίδα μπορεί να παρέχεται από μη εξειδικευμένα άτομα που εργάζονται ή παρέχουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους μέσω κάποιου επίσημου προγράμματος, ενώ, η κατ’ οίκον φροντίδα από την οικογένεια ή από φίλους δεν περιλαμβάνεται.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, πριν τη διενέργεια της έρευνας, υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον χρησιμοποίησε το 3,2% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω.
Κατά τη διάρκεια των δύο εβδομάδων πριν την ημέρα διενέργειας της έρευνας 1 στους 2 (46,2%) κατανάλωσε φάρμακα, θεραπευτικά βότανα ή βιταμίνες με συνταγή γιατρού. Περιλαμβάνονται φάρμακα που καταναλώθηκαν το προαναφερθέν χρονικό διάστημα και τα οποία είχαν συνταγογραφηθεί κατά το παρελθόν από γιατρό (π.χ. λόγω συνεχιζόμενης θεραπείας).
Δείτε εδώ αναλυτικά τα στατιστικά στατιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.