Σε «θολά νερά» φαίνεται να εισέρχονται οι σχέσεις του Υπουργείου Υγείας με τις Φαρμακευτικές Εταιρείας, με το επόμενο τρίμηνο να αποδεικνύεται κρίσιμο, κατά τον Θ. Πλεύρη, για την επιτυχία ελέγχου της φαρμακευτικής δαπάνης. Η υπέρβαση της φαρμακευτική δαπάνης, το γνωστό πλέον clawback που καλούνται να καταβάλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες, μοιάζει να αυξάνεται ανεξέλεγκτα.
Μόνο το 2021 η εξωνοσοκομειακή δαπάνη αυξήθηκε περαιτέρω κατά 10% και η νοσοκομειακή κατά 3%, όπως ανέφερε ο Πρόεδρος ΣΦΕΕ, Ολ. Παπαδημητρίου. Η ανάγκη περιορισμού της υπέρβασης είναι και μεταξύ των υποχρεώσεων της χώρας μας έναντι του Ταμείου Ανάκαμψης, ωστόσο πληροφορίες αναφέρουν πως και το πρώτο μήνα του 2022 η άνοδος συνεχίζεται.
Σύμφωνα με τον κ. Πλεύρη, μάλιστα, κάποιες κατηγορίες έχουν εξαντλήσει το budget όλης της χρονιάς ήδη από τους δυο πρώτους μήνες του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου. Παρότι, κατά την εκδήλωση του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) για το νέο έτος, τα πνεύματα ήταν ήρεμα και τα πρόσωπα χαμογελαστά, από τις τοποθετήσεις κατέστη σαφές πως οι δύο πλευρές προσεγγίζουν διαφορετικά τις προτεραιότητες για τον εξορθολογισμό της δαπάνης.
Ο Θ. Πλεύρης προειδοποίησε πως θα ληφθούν μέτρα αν δεν αποδώσουν όσα έχουν ήδη θεσμοθετηθεί, επιβεβαιώνοντας το ρεπορτάζ του News4Health, με τον Ολ. Παπαδημητρίου να ζητάει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και ρεαλιστική χρηματοδότηση.
Πλεύρης: Αλλαγές στην τιμολόγηση αν δεν επιτευχθεί ο στόχος της διαπραγμάτευσης
Κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια ελέγχου της υπέρβασης της φαρμακευτικής δαπάνης έχει αναθέσει ο Υπουργός Υγείας στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, ωστόσο οι διεργασίες στο πλαίσιο της δεν φαίνεται να προχωρούν με την απαιτούμενη ταχύτητα.
Για αυτό και όπως ανέφερε ο κ. Πλεύρης από το βήμα της εκδήλωσης, η Επιτροπή (η σύνθεση της οποίας αναμένεται να αλλάξει άμεσα) θα λάβει εντολή, μέσα στο επόμενο δίμηνο, δηλαδή μέχρι τα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, να τρέξουν όλες οι διαπραγματεύσεις και να επιφέρουν αποτέλεσμα.
Αυτές οι συζητήσεις θα κινηθούν στο πλαίσιο των μέτρων που ψηφίστηκαν στα τέλη του περασμένου έτους, μέτρα που χαρακτήρισε ενδιάμεσα και πυροσβετικά, έως ότου τεθούν σε εφαρμογή διαρθρωτικές αλλαγές, όπως τα πρωτόκολλα. Ωστόσο, «αν δεν αποδώσουν τα [ενδιάμεσα] μέτρα, υπάρχουν επιπλέον μέτρα τα οποία θα παρθούν», προειδοποίησε. Εξέφρασε, όμως, την αισιοδοξία ότι οι στόχοι θα επιτευχθούν.
Μεταξύ αυτών των μέτρων είναι οι αλλαγές στον τρόπο διαπραγμάτευσης με την εισαγωγική συγκεκριμένων κριτηρίων, η εφαρμογή των οποίων θα ενεργοποιηθεί με την έκδοση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης, που έχει υπογραφεί και σύντομα θα δημοσιευθεί σε ΦΕΚ.
Διευκρινίσεις για ένα από τα «αγκάθια» της διάταξης, της υποχρέωσης αναφοράς της χαμηλότερης τιμής του εκάστοτε φαρμάκου σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρθηκε ο Υπουργός. Σύμφωνα με τις εταιρείες, αυτή η πληροφορία συνήθως είναι εμπιστευτική και η επίσημη αναφορά της νομοθετικά περιορισμένη.
«Όσοι πηγαίνετε στις διαπραγματεύσεις, θα προσκομίζετε τη χαμηλότερη τιμή την οποία έχετε στην Ε.Ε., για να τη γνωρίζει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης. Δεν θα είναι σημείο αναφοράς, αλλά θα θέλουμε να ξέρουμε», ξεκαθάρισε.
«Εάν δεν δουλέψουν οι διαπραγματεύσεις θα ενεργοποιηθούν τα δύο μέτρα τα οποία ήδη ψηφίσαμε, η ανατιμολόγηση των φαρμάκων θα γίνει πριν το Νοέμβριο, μέσα στο καλοκαίρι, ενώ εξετάζουμε και το σενάριο της ανατιμολόγησης χωρίς τον κόφτη του 7%», τόνισε. Παράλληλα, θα επαναφέρει και το μίγμα χωρών της ανατιμολόγησης στα κράτη-μέλη της ΕΕ, από τις χώρες της Ευρωζώνη, που ισχύει τώρα.
Παράλληλα, ο κ. Πλεύρης ζήτησε από ΕΟΠΥΥ και ΕΟΦ να επεξεργαστούν και τα σενάρια των κλειστών προϋπολογισμών ανά κατηγορία φαρμάκων, ανέφερε πως θα γίνουν αλλαγές και στο 80/20 (τη συνταγή κατανομής του clawback) αλλά και στο πλαίσιο της εξομοίωσης της λιανικής τιμής με την ασφαλιστική τιμή.
Επανέλαβε, πάντως, πως αυτή τη στιγμή αύξηση του προϋπολογισμού του Φαρμάκου δεν εξετάζεται. Σε αυτό το πλαίσιο, «αν κάποιος θέλει να κυκλοφορεί αυτά τα φάρμακα και δεν θέλει να έχει clawback θα πρέπει να πάει στη διαπραγμάτευση. Αν δεν τα βρούμε στην διαπραγμάτευση δεν είναι υποχρεωμένος κανένας να κυκλοφορεί το οτιδήποτε», δήλωσε.
Ο στόχος στο πλαίσιο του RRF για το 2022 είναι 50 εκατομμύρια κάτω από την αύξηση δαπάνης του clawback το 2020, το οποίο φέρεται να επιτυγχάνεται. «Το ζήτημα είναι, όμως, ότι 1,5 δισεκατομμύριο clawback δεν είναι βιώσιμο», τόνισε. Μόνο όταν αντιμετωπιστεί θα επιδιωχθεί η ενίσχυση του προϋπολογισμού, αφού έχει υπολογιστεί και η πραγματική κατανάλωση.
Συμπληρώματα διατροφής και φάρμακα COVID-19
Στην αρνητική λίστα, στον κατάλογο με τα φάρμακα που μπορεί να συνταγογραφούνται αλλά δεν αποζημιώνονται, μετακινούνται σκευάσματα μαγνησίου, ασβεστίου, βιταμίνης D και σιδήρου, δήλωσε ο Υπουργός Υγείας
«Θα μετακινηθούν, αν προλάβουμε, από 1η Απριλίου, με πολύ μικρό κλειστό προϋπολογισμό για το τρίμηνο το οποίο θα έχει τρέξει», ανακοίνωσε ο κ. Πλεύρης, προσθέτοντας πως κάποια από αυτά θα μείνουν στη θετική λίστα (κατάλογος αποζημιούμενων συνταγογραφούμενων φαρμάκων), για πολύ συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών και ενδείξεων και με πολύ μικρό budget.
Η δαπάνη τώρα είναι στα 120 εκατ. ευρώ, με την αλλαγή δεν θα ξεπερνάει τα 30 εκατομμύρια. «Εξοικονόμηση 90 εκατομμυρίων ευρώ», τόνισε.
Ο Υπουργός αναφέρθηκε και στην προσπάθεια ανάπτυξης των θεραπευτικών πρωτοκόλλων, των «κοφτών» συνταγογράφησης, τον ηλεκτρονικό και ψηφιακό φάκελο, τα οποία όμως δύσκολα θα ολοκληρωθούν μέσα στο 2022.
Πάντως, όπως, εξήγησε ο Υπουργός Υγείας, στο 1,5 δισ. ευρώ του clawback, είναι 200 με 300 εκατ. ευρώ, που είναι κλειστά στις διαπραγματεύσεις. Επιπλέον, από τα κονδύλια κάλυψης των αναγκών αντιμετώπισης της πανδημίας για το 2021 θα αναζητηθεί να καλυφθούν και τα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν για τη θεραπεία της COVID-19 στα νοσοκομεία. Το ποσό προσεγγίζει τα 90 εκατ. ευρώ.
Πρόεδρος ΣΦΕΕ: Η βιωσιμότητά των επιχειρήσεων ισορροπεί στην κόψη του ξυραφιού
Μια δυσμενή εικόνα, που χαρακτηρίζεται από έναν ανεπαρκή προϋπολογισμό και ένα αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον, περιέγραψε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ.
«Η φαρμακοβιομηχανία προσφέρει ως δωρεά ένα στα δυο κουτιά φαρμάκου τουλάχιστον, όχι εθελοντικά αλλά με την επιβολή του νόμου και με την υποβολή όλων μας σε ένα αέναο ηθικό δίλημμα – θα έχει τα φάρμακα που χρειάζεται ο Έλληνας ασθενής ή όχι;», ανέφερε ο κ. Παπαδημητρίου, ο οποίος υποστήριξε πως η διαθεσιμότητα των απαραίτητων φαρμάκων από τις «εκλαμβάνεται από τους κρατούντες ως αδυναμία ή ως ένδειξη αντοχής για ακόμη μεγαλύτερη υπερφορολόγηση».
Η συνεισφορά της φαρμακοβιομηχανίας σε υποχρεωτικές επιστροφές όλα αυτά τα χρόνια έχει ξεπεράσει κατά πολύ τα 10 δισ. ευρώ ενώ την τελευταία περίοδο έχει σε ετήσια βάση σχεδόν ισοφαρίσει τη συνεισφορά του δημοσίου. «Εκτός από την παροχή φαρμάκων ασκούμε εξ ημισείας κοινωνική πολιτική με το κράτος», τόνισε.
«Είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια συνεχώς επιδεινούμενη τοπική πραγματικότητα, όπου η προβλεψιμότητα για τις επιχειρήσεις είναι πλήρως απούσα, ενώ η βιωσιμότητά τους ισορροπεί στην κόψη του ξυραφιού», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, «το πρόβλημα της υποχρηματοδότησης της δημόσιας υγείας είναι πολύ μεγάλο στη χώρα μας. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ανα κεφαλή στην Ελλάδα βρίσκεται σημαντικά χαμηλότερα από τον Ευρωπαϊκό Μέσο Όρο (στην Ελλάδα η Πολιτεία ξοδεύει πολύ λιγότερα χρήματα για το φάρμακο συγκριτικά με τις χώρες τόσο της Νότιας όσο και της Δυτικής Ευρώπης) και ενώ θεσπίστηκαν πολλά οριζόντια, πολλές φορές αντιφατικά μέτρα, απέτυχαν να ελέγξουν τη συνταγογράφηση και τη ζήτηση, με αποτέλεσμα η λύση του clawback να μεταβληθεί από δίχτυ ασφαλείας για την τήρηση του προϋπολογισμού σε εργαλείο χρηματοδότησης του συστήματος υγείας».
Ο κ. Παπαδημητρίου δεν δίστασε να αναφέρει πως «το clawback έχει παραταθεί μέχρι το 2025, και αναλώνεται περισσότερη φαιά ουσία από το υπουργείο υγείας για τον τρόπο επιμερισμού του παρά για τον περιορισμό του μεγέθους του. Την ίδια στιγμή προωθείται νομοθεσία για ακραίου χαρακτήρα διαπραγματεύσεις με στόχο τη μετατροπή της υπέρβασης σε έκπτωση που καταβάλλεται εκ των προτέρων και τελικά το «κουκούλωμα» της υπέρβασης με λογιστικά τεχνάσματα ώστε να επιτευχθούν και οι σχετικοί στόχοι που έχουν συμπερηληφθεί στο RRF.
Η πολιτεία δεν εννοεί να καταλάβει πως μείωση του clawback για τις επιχειρήσεις σημαίνει μείωση της υπερφορολόγησης που υφίστανται σήμερα και αγγίζει το 70% - πρωτοφανές επίπεδο – και όχι το πως θα τακτοποιηθεί ένα νούμερο στα λογιστικά του κράτους ενώ θα συνεχίσουν να καταλογίζονται θηριώδεις επιβαρύνσεις στις εταιρείες του χώρου του φαρμάκου».
Επενδυτικό clawback
Σε ό,τι αφορά το «επενδυτικό clawback», ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ επανέλαβε πως πρόκειται για κίνητρο προσέλκυσης επενδύσεων και όχι εργαλείο διαχείρισης του clawback, «δεδομένου πως είναι ζήτημα αν τα ποσά που διατίθενται από το Υπ. Ανάπτυξης φτάνουν στο 8% του ύψους του clawback. Είναι αναμφισβήτητο πως ο Νόμος του 2019 θεωρήθηκε μια θετική κίνηση για την προσέλκυση επενδύσεων, καθώς επέτρεψε την αντιστάθμιση των υποχρεωτικών επιστροφών (clawback) με αντίστοιχες επενδύσεις σε ορισμένους τομείς επενδύσεων Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α) και κεφαλαιουχικών δαπανών (CAPEX). Ωστόσο η ένταξη του σχήματος αυτού στο πλαίσιο του RRF έφερε σημαντικές, δυσμενείς αλλαγές, πολλές από τις οποίες είναι αμφίβολο αν τις επέφερε το ίδιο το πλαίσιο ή αν ήταν επιλογές του υπουργείου ανάπτυξης».
Σημείωσε ειδικότερα πως:
- Πλέον μόλις το ένα τέταρτο των υποβαλλομενων δαπανών για κλινικές μελέτες μπορεί στην καλύτερη περίπτωση να συμψηφιστεί με clawback ενώ παλαιότερα, θεωρητικά θα μπορούσε έως και το 100%.
- Όλα τα νέα προτζεκτ κλινικών μελετών που ξεκίνησαν στην περίοδο 2020-2021 είναι εκτός του νέου πλαισίου ανεξάρτητα αν συνεχίζονται στα επόμενα χρόνια.
- Καταργήθηκε ο επιμερισμός των κονδυλίων προς συμψηφισμό κατά 50%-50% μεταξύ των δαπανών Ε&Α και δαπανών επενδυτικών σχεδίων ανάπτυξης, γεγονός που εξασφάλιζε μια στοιχειώδη ισορροπία μεταξύ των δυο τομέων.
- Καταργήθηκε η δυνατότητα για τις αλλοδαπές μητρικές επιχειρήσεις να επενδύουν σε δαπάνες Ε&Α στην Ελλάδα απευθείας από το εξωτερικό και το ποσό αυτό να συμψηφίζεται με το clawback της θυγατρικής τους στην Ελλάδα.
«Για άλλη μια φορά ως χώρα δημιουργήσαμε ένα πλαίσιο για να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις και το αθετήσαμε μέσα σε δυο χρόνια», δήλωσε προσθέτως πς δεν έρχονται επιπλέον κλινικές μελέτες. «Η στήριξη της τοπικής φαρμακοβιομηχανίας είναι επιτακτική ανάγκη αλλά είναι λάθος να γίνεται εις βάρος της διεθνούς, εφόσον είναι γνωστό πως το απαραίτητο για τον ασθενή φάρμακο δεν έχει πατρίδα».
Για αυτό και χρειάζεται, κατά τον κ. Παπαδημητρίου, άμεσα ένα διαφορετικό πλαίσιο κινήτρων για τις κλινικές μελέτες σε σχέση με το clawback, πιθανόν με χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους – κατά το επιτυχημένο παράδειγμα της Πορτογαλίας.