Η πρώτη Εθνική Στρατηγική για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών 2025-2030, που στόχο έχει να στηρίξει τον μετασχηματισμό της υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα, παρουσιάζεται αύριο Παρασκευή 31 Ιανουαρίου. Ο επικεφαλής του Γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα μίλησε στο News4Health για το εγχείρημα. Η Εθνική Στρατηγική επιδιώκει να αποτελέσει «φάρο» που θα καθοδηγεί την ελληνική υγειονομική περίθαλψη, σύμφωνα με τον Joao Breda, επικεφαλής του Γραφείου για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα.
«Η στρατηγική ήταν μια άσκηση συν-δημιουργίας, που αναπτύχθηκε από κάτω προς τα πάνω. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι νέο για την Ελλάδα», δήλωσε ο κ. Breda.
Το σχέδιο αναπτύχθηκε σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, τον Οργανισμό Διασφάλισης Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ) και με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG REFORM).
Επιπλέον, για τη διαμόρφωση των προτάσεων αξιοποιήθηκαν πληροφορίες από τις απαντήσεις 405 συμμετεχόντων σε μια διαδικτυακή έρευνα και επτά εργαστήρια και στις επτά υγειονομικές περιφέρειες της Ελλάδας, με 348 ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων ασθενών.
Στο πλαίσιο της ανάπτυξης της Στρατηγικής, βέβαια, μια σειρά προκλήσεων που δοκιμάζουν το σύστημα αναγνωρίστηκαν.
Μεταξύ αυτών, τα προβλήματα με την οργάνωση των υπηρεσιών, η περιορισμένη εστίαση στους ασθενείς και τις οικογένειές τους και η ανεπαρκής ευαισθητοποίηση των ασθενών όσον αφορά την ποιότητα της περίθαλψης και την ασφάλεια.
Τα παραπάνω συμβάλλουν στη δημιουργία ανισοτήτων στην ποιότητα της υγειονομικής περίθαλψης μεταξύ διαφορετικών περιοχών της χώρας και παρόχων, όπως αναφέρει το Γραφείο του ΠΟΥ.
Για αυτό οι πολιτικές που θα αναπτυχθούν θα πρέπει να είναι συγκεκριμένες και να έχουν στο επίκεντρο τον ασθενή.
«Αυτή είναι η πρώτη στρατηγική για την ποιότητα της περίθαλψης και την ασφάλεια των ασθενών που κάνουμε για την Ελλάδα. Μόνο περίπου μία στις τρεις χώρες στην ευρωπαϊκή περιοχή του ΠΟΥ έχουν μια τέτοια στρατηγική», εξήγησε η Breda, προσθέτοντας πως αυτή είναι μόνο η αρχή και πως το Υπουργείο Υγείας και οι φορείς είναι αποφασισμένοι να το εφαρμόσουν.
Μάλιστα, σε εξέλιξη είναι η ανάπτυξη ενός οδικού χάρτη εφαρμογής της Στρατηγικής με συγκεκριμένες προτάσεις για την επόμενη δεκαετία. Μια εκ των βασικών προτεραιοτήτων της στρατηγικής είναι παρεμβάσεις σε τομείς ηγεσίας και διοίκησης».
«Πρέπει να ενισχύσουμε τη νομοθεσία για την ποιότητα της περίθαλψης και την ασφάλεια των ασθενών. Διατάξεις πρέπει προστεθούν όπου δεν υπάρχουν και να επικαιροποιηθούν και να βελτιωθούν υπάρχουσες», τόνισε ο Breda.
Οι προτάσεις σχετικά με το νομικό πλαίσιο όσον αφορά στην ασφάλεια των ασθενών εκτείνονται από την αναφορά συμβάντων έως τη συλλογή και παροχή δεδομένων μέσω μιας πλατφόρμας που θα ενσωματωθεί μέσω του έργου Health-IQ. «Τα νοσοκομεία και οι οργανισμοί χρειάζονται ένα νομικό πλαίσιο για την παροχή δεδομένων, την κατάρτιση των επαγγελματιών και άλλες συναφείς δραστηριότητες», εξήγησε ο Joao Breda.
Ειδικότερα, η στρατηγική διατυπώνει συγκεκριμένες προτάσεις για τοπικούς, περιφερειακούς και εθνικούς μηχανισμούς.
«Η στρατηγική είναι ο “φάρος”. Το Health-IQ είναι το εργαλείο εφαρμογής. Είναι ο τρόπος με τον οποίο κατευθύνονται οι “βάρκες”».
Η στήριξη του εργατικού δυναμικού αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής. Ο κ. Breda εξήγησε ότι ο αριθμός των νοσηλευτών πρέπει να αυξηθεί στην Ελλάδα, ενώ μια καλύτερη κατανομή των γιατρών θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα της έλλειψης τους σε ορισμένα μέρη.
Για τον επικεφαλής του γραφείου ποιότητα του ΠΟΥ, όμως, πέρα από αυτό, υπάρχει και η ευημερία όλων των επαγγελματιών υγείας.
«Αν είναι εξαντλημένοι, αν έχουν να φροντίσουν πολλούς ασθενείς, αν δεν έχουν επαρκή κίνητρο και η ψυχική τους υγεία δοκιμάζεται, αυξάνεται η πιθανότητα λαθών και επιδείνωσης της ποιότητας», σημείωσε ο κ. Breda, προσθέτοντας ότι υπάρχει και μια νέα γενιά επαγγελματιών υγείας που θέλουν περισσότερη ισορροπία στη ζωή τους.
Σημαντικό μέρος της στρατηγικής είναι και η χρήση δεδομένων, ιδίως για τη λήψη αποφάσεων.
«Πρέπει να γνωρίζουμε γιατί το ένα νοσοκομείο έχει καλύτερα αποτελέσματα από το άλλο στον έλεγχο της υπέρτασης ή του διαβήτη, για παράδειγμα, και αυτό είναι εφικτό μόνο με δεδομένα», δήλωσε ο κ. Breda, προσθέτοντας ότι το έργο Health-IQ αρχίζει να συλλέγει αυτού του είδους τις πληροφορίες.
«Αν το σύστημα στηρίζεται σε δεδομένα, τότε μπορεί να επιτύχει και εξοικονομήσεις που θα επηρεάσουν θετικά την αντιμετώπιση των ασθενών. Το 30% των πόρων στο σύστημα υγείας σπαταλιέται», πρόσθεσε.
«Πρόκειται περισσότερο για πολιτισμική αλλαγή, νοοτροπία και συμπεριφορά. Φυσικά, απαιτείται η επένδυση κεφαλαίων. Αλλά η απόδοση της επένδυσης θα είναι τεράστια. Η μείωση των λαθών γύρω από τη φαρμακευτική αγωγή, τις νοσοκομειακές λοιμώξεις ή την αντίσταση στα αντιβιοτικά με τη βελτίωση της ασφάλειας των ασθενών θα εξοικονομήσει χρήματα», υπογράμμισε.
Επιπλέον, ο υγειονομικός αλφαβητισμός είναι σημαντικός.
«Πρέπει επίσης να εκπαιδεύσουμε περισσότερο τους επαγγελματίες υγείας, αλλά και το κοινό. Οι ασθενείς πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στη θεραπεία τους. Έτσι, πρέπει να ενδυναμώσουμε τους ασθενείς, τους φροντιστές και τις οικογένειες και να μάθουμε από τις απόψεις τους», δήλωσε.
«Αυτή η στρατηγική συμβουλεύει το υπουργείο να ακούει περισσότερο τους ανθρώπους, να τους εμπλέκει περισσότερο στις διαδικασίες. Ο πατερναλιστικός τρόπος παροχής υγειονομικής περίθαλψης, όπου ο γιατρός είναι ο Θεός, δεν έχει πλέον νόημα», εξήγησε.
«Φυσικά, ο γιατρός και ο νοσηλευτής -σε διαφορετικό επίπεδο- λαμβάνουν τις αποφάσεις, αφού είναι εκείνοι που διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρία, αλλά η συνεργασία με τον ασθενή και την οικογένεια τους είναι σημαντική για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων και την τήρηση της θεραπείας», πρόσθεσε.
Διευκρινίζοντας πως αξιοποιείται η φωνή των ασθενών, ο κ. Breda σημείωσε πως οι απόψεις τους «θα χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της ποιότητας της περίθαλψης μέσω της παροχής ανατροφοδότησης, της ενσωμάτωσης αυτής της ανατροφοδότησης στην αξιολόγηση του νοσοκομείου και των κέντρων υγείας και της διασφάλισης ότι αυτή παρέχεται επίσης κεντρικά στο υπουργείο».
Πάντως, κατά τη διάρκεια των εργαστηρίων με τις επτά υγειονομικές περιφέρειες, ο ΠΟΥ κατέγραψε μια σειρά καλών πρακτικών που έχουν ήδη υιοθετηθεί.
Μεταξύ αυτών είναι τα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας και οι ηλεκτρονικές συνταγές, η πρόληψη και ο έλεγχος των λοιμώξεων, η εκπαίδευση και η πιστοποίηση των νοσηλευτών, η τηλεϊατρική και οι πλατφόρμες ηλεκτρονικής μάθησης/κατάρτισης για τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας και της περίθαλψης, τα περιφερειακά μητρώα υγείας (π.χ. για τον εμβολιασμό) και τα απογευματινά χειρουργεία για τη μείωση των λιστών αναμονής.
Υπήρξε επίσης η δημιουργία γραφείων, τμημάτων και επιτροπών ποιότητας στα νοσοκομεία και τις υγειονομικές περιφέρειες, η ανάπτυξη εργαλείων μέτρησης της ικανοποίησης των ασθενών και πρωτοκόλλων για τυποποιημένες διαδικασίες, πρωτοβουλίες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας των ατόμων με αναπηρίες και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας για το υγειονομικό προσωπικό, καθώς και ψηφιακά συστήματα, μεταξύ άλλων για την υποστήριξη της αναφοράς περιστατικών ασφάλειας των ασθενών.
«Βρήκαμε καλές επαφές με τους ασθενείς σε ορισμένες περιοχές. Σε άλλες, η πρωτοβάθμια περίθαλψη λειτουργεί σχετικά καλά. Βρήκαμε μεγάλες διαφορές σε όλη τη χώρα και καλά παραδείγματα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως έμπνευση», υπογράμμισε.
«Νομίζω ότι αυτή η Στρατηγική μπορεί να ανυψώσει την Ελλάδα να καταγράφει μια από τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρώπη», διαβεβαίωσε ο Breda.