Στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό BMJ, δημοσιεύτηκε ένα άρθρο με τίτλο: «Μπορεί η διστακτικότητα για τα εμβόλια του κορονοϊού να έχει επηρεάσει τους εμβολιασμούς ρουτίνας των παιδιών».
Ειδικότερα, διατυπώνεται ένας προβληματισμός με αφορμή τη διαπίστωση ότι σε ένα κέντρο εμβολιασμού στο Σέφιλντ της Αγγλίας, διαπιστώθηκε μείωση των εμβολιασμών ρουτίνας σε παιδιά. Συγκεκριμένα, η εμβολιαστική κάλυψη για την ιλαρά, την ερυθρά και την παρωτίτιδα για την ηλικία μέχρι τα 2 έτη, ήταν χαμηλότερη του 90% και μέχρι τα 5 έτη ήταν χαμηλότερη του 85,5%.
Σημειώνεται ότι ο ΠΟΥ απαιτεί ένα ποσοστό ανοσοποίησης 95% για την εξάλειψη λοιμωδών νοσημάτων από ένα τόπο.
Επομένως, συζητείται η υψηλή πιθανότητα η μείωση των εμβολιασμών να απορρέει από το αντιμεβολιαστικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί λόγω της COVID, που ενδέχεται να έχει συμπαρασύρει τους εμβολιασμούς των παιδιών.
Χαρακτηρίζεται, μάλιστα, ως «εξαιρετικά θλιβερό και ανησυχητικό» το γεγονός ότι σε μελέτη που ρώτησαν τους γονείς για το τι μπορεί να προκαλέσουν αυτά τα λοιμώδη νοσήματα, 4/10 δε γνώριζαν ότι η ιλαρά αποτελεί θανατηφόρο νόσημα.
Η κ. Θεοδωρίδου τόνισε ότι και στη χώρα μας έχει διαπιστωθεί μία μείωση των εμβολιασμών ρουτίνας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Γι αυτό το λόγο, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών της χώρας μας έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει τη σημασία διενέργειας των εμβολιασμών, τονίζοντας να μην καθυστερούν και να μην παραλείπονται γιατί «δεν θα θέλαμε να δούμε ξανά λοιμώδη νοσήματα που έχουν ελεγχθεί με τον εμβολιασμό».