Έως και 42% των ενηλίκων που η εικόνα του σώματος τους είναι πιο πληθωρική, βιώνουν κριτική που συνδέεται με το βάρος τους. Έτσι έρχονται συχνά αντιμέτωποι με αρνητικές πεποιθήσεις, στάσεις, υποθέσεις και κρίσεις από τον στενό ή ευρύτερο κοινωνικό τους περίγυρο που άδικα τους καταλογίζει τεμπελιά ή έλλειψη θέλησης και αυτοπειθαρχίας.
Οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι, πέφτουν επίσης συχνά και θύματα διακρίσεων στον χώρο εργασίας τους, στις οικογενειακές τους σχέσεις, στην εκπαίδευση, ακόμα και όταν αναζητούν υγειονομική περίθαλψη.
Πώς επηρεάζει η προκατάληψη
Το στίγμα που συνοδεύει το θέμα του βάρους, έχει συσχετιστεί με αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης, της κύριας ορμόνης του στρες. Αλλά και με αισθήματα αρνητικής εικόνας σώματος και δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία.
Για την ακρίβεια, η προκατάληψη που αντιμετωπίζει όποιος κριτικάρεται για το βάρος του, μπορεί να είναι πιο σοβαρή απειλή για το σώμα από ότι τα ενδεχομένως παραπάνω κιλά.
Ορολογία και αντίκτυπος
Οι συζητήσεις για το πώς μπορεί η κατάργηση ή μετονομασία μιας ορολογίας να μειώσει την κοινωνική προκατάληψη, δεν είναι νέα ιδέα.
Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1950 η ομοφυλοφιλία είχε ταξινομηθεί ως “κοινωνιοπαθητική διαταραχή προσωπικότητας”. Μετά από πολλά χρόνια διαμαρτυριών και ακτιβισμού, ο όρος και η περιγραφή αφαιρέθηκαν από την παγκόσμια τράπεζα αναγνωρισμένης ταξινόμησης των διαταραχών ψυχικής υγείας.
Τις τελευταίες εβδομάδες, Ευρωπαίοι ερευνητές μετονόμασαν τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος σε “ηπατική νόσο που σχετίζεται με τη μεταβολική δυσλειτουργία”.
Η απόφαση ήρθε μετά από τις απαντήσεις επαγγελματιών υγείας σε σχετικό ερώτημα, και με το 66% να θεωρούν ότι οι όροι “μη αλκοολικός” και “λιπώδης” εμπεριείχαν κοινωνικό στίγμα.
Σε αναζήτηση νέας ορολογίας
Υπάρχουν δύο συνήθεις τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν την παχυσαρκία.
Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τον όρο για να περιγράψουν άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) 30 kg/m² ή μεγαλύτερο. Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, οργανισμοί δημόσιας υγείας χρησιμοποιούν επίσης τον ίδιο δείκτη για να κατηγοριοποιήσουν την παχυσαρκία και να καταρτίσουν σχετικά πρωτόκολλά.
Ωστόσο, ο Δείκτης Μάζας Σώματος, από μόνος του δεν αρκεί για να συνοψίσει με ακρίβεια την κατάσταση της υγείας κάποιου, αφού δεν λαμβάνει υπόψη τη μυϊκή μάζα και δεν παρέχει πληροφορίες σχετικά με την κατανομή του σωματικού βάρους ή του λιπώδους ιστού. Ένας υψηλός ΔΜΣ μπορεί να καταγράφεται χωρίς βιολογικούς δείκτες κακής υγείας, τονίζουν κάποιοι ερευνητές.
Παράλληλα, η παχυσαρκία ως όρος, χρησιμοποιείται μερικές φορές για να περιγράψει την κατάσταση του υπερβολικού βάρους όταν συνοδεύεται κυρίως από μεταβολικές ανωμαλίες.
Η μετονομασία της παχυσαρκίας σε “χρόνια ασθένεια που βασίζεται στο λίπος” αναγνωρίζει τη χρόνια μεταβολική δυσλειτουργία και δεν κατηγοριοποιεί τα άτομα αποκλειστικά με βάση το σωματικό τους μέγεθος.
Τελικά η παχυσαρκία είναι ασθένεια ή όχι;
Η χρήση της ορολογίας “χρόνια νόσος που βασίζεται στο λίπος” περιγράφει πράγματι, λένε μελετητές, μια νοσογόνο κατάσταση. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη καθολική επιστημονική συναίνεση σχετικά με το εάν η παχυσαρκία πληρεί τον ορισμό της ασθένειας.
Όσοι ακολουθούν μια προσέγγιση βιολογικής οπτικής στα διάφορα νοσήματα, υποστηρίζουν ότι η δυσλειτουργία του οργανισμού προκύπτει από την αποτυχία του σώματος να επιτελέσει μια σειρά από προγραμματισμένες εργασίες.
Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, η παχυσαρκία θα μπορούσε να θεωρηθεί ασθένεια μόνο σε περιπτώσεις που το πρόσθετο βάρος προκαλεί βλάβες στην υγεία.
Οι ιδιοι μελετητές προσθέτουν ότι ακόμα κι αν τελικά όλοι αποφασίσουν ότι η παχυσαρκία αποτελεί νόσο, η μετονομασία της μπορεί να έχει αξία για τον ασθενή.
Ένα από τα οφέλη της αλλαγής, είναι η κατανόηση από την πλευρά του κοινού ότι αν και συχνά η παχυσαρκία συνδέεται με αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος, οι τιμές του δείκτη από μόνες τους δεν είναι νόσημα.
Η αλλαγή της λέξης που χρησιμοποιούμε, θα μπορούσε να μετακινήσει την εστίαση από την παχυσαρκία και το μέγεθος του σώματος, σε μια πιο βαθιά κατανόηση των βιολογικών, περιβαλλοντικών παραγόντων και του τρόπου ζωής που σχετίζονται με το βάρος, λένε οι ειδικοί.
Σε κάθε περίπτωση, οι εμπλεκόμενοι στην συζήτηση συμφωνούν ότι για μια τέτοια αλλαγή χρειάζεται διάλογος μεταξύ γιατρών, ειδικών ψυχικής υγείας αλλά και πολιτών που χαρακτηρίζονται παχύσαρκοι με την τρέχουσα ορολογία.
ΠΗΓΗ: theconversation.com