Οι επιδράσεις του τραύματος από μόνες τους μπορεί να οδηγήσει τα παιδιά των τοξικών γονέων να έχουν ένα μειωμένο αίσθημα αυτοπεποίθησης, ανασφαλή στυλ προσκόλλησης, διαρκή άγχος και αυτοαμφισβήτηση, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά ακόμα και αυτοκτονικό ιδεασμό.
Ψυχολόγος που έχει κάνει έρευνα σε πάνω από 700 ενήλικα άτομα με ναρκισσιστές γονείς αναφέρει και εξηγεί τους πιο συχνούς αγώνες που δίνουν τα παιδιά που μεγάλωσαν με γονείς που έχουν αυτή την διαταραχή προσωπικότητας.
1. Έχουν την τάση να θέλουν να ευχαριστήσουν τους άλλους
Τα άτομα που μεγάλωσαν δίπλα σε ναρκισσιστές είναι πολύ συχνό να έχουν έρθει αντιμέτωποι με επιθέσεις θυμού και σε μη προβλέψιμες βίαιες συμπεριφορές από τους κακοποποιητικούς τους γονείς. Αν είσαι παιδί ναρκισσιστών τότε αν αποτύχεις να τους υπακούσεις, ή να προσαρμοστείς στις ανάγκες τους, ή αμφισβητήσεις το δικαίωμα που θεωρούν ότι έχουν ή την αίσθηση της υπεροχής τους με οποιοδήποτε τρόπο, τότε υποβάλλεσαι σε επιθέσεις που έχουν στόχο να σε ελέγξουν και να να σε κρατήσουν σε τάξη. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι άνθρωποι με τέτοιους γονείς αναπτύσσουν την τάση να θέλουν να κολακεύουν και να ευχαριστούν τους άλλους ανθρώπους. Είναι εκπαιδευμένοι σε πραγματικές απειλές φυσικής και ψυχολογικής βίας, έτσι ώστε να υπακούουν.
Οταν δέχεσαι τόσο απρόβλεπτες επιθέσεις αυτό σε οδηγεί να δικαιολογείς ανάλογες περιπτώσεις ως κάτι όχι τόσο σοβαρό ή να προσπαθείς να εκλογικεύσεις αυτές τις τρομερές ενέργειες ψυχολογικής βίας στην ενήλικη ζωή σου. Από την στιγμή που η οργή είναι μια αντίδραση στα όρια που συνήθως ομαλοποιείται στην παιδική ηλικία, τα παιδιά των ναρκισσιστών αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία να διατηρούν τα όριά τους ή να διαχειρίζονται συγκρούσεις στην ενήλικη ζωή τους. Μπορεί πραγματικά να προσπαθούν να αποφύγουν την σύγκρουση στην προσπάθειά τους να ευχαριστήσουν αυτούς που υποπτεύονται ότι είναι τοξικοί. Μπορεί επίσης να μην προσπαθούν να υπερασπίζονται τον εαυτό τους γιατί είναι συνηθισμένο να τιμωρούνται όταν το κάνουν.
Άλλα είδη συναισθηματικής κακοποίησης είναι να δείχνουν περιφρόνηση στο παιδί και να αγνοούν τα συναισθήματά του, γεγονός το οποίο δημιουργεί ένα δυσβάσταχτο αίσθημα τοξικής ντροπής. Τα παιδιά των ναρκισσιστών που συνηθίζουν να αγνοούν τις ίδιες τους ανάγκες, επειδή αυτό έμαθαν, ως ενήλικες συνήθως τείνουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και φοβούνται μην «ξυπνήσουν» τον θυμό του άλλου.
Αυτές τις τάσεις να τείνεις να ευχαριστείς τους άλλους τις κουβαλάς και στην ενήλικη ζωή σου. Για παράδειγμα, η ενήλικη κόρη ενός ναρκισσιστικού πατέρα μπορεί να μάθει να προσπαθεί να καθησυχάζει έξαλλους άνδρες επειδή ο πατέρας της συνήθιζε να έχει τέτοια ξεσπάσματα. Ο ενήλικος γιός μιας ναρκισσιστικής μητέρας μπορεί να κάνει σχέσεις με συναισθηματικά βίαιες γυναίκες. Ως ενήλικας μαθαίνει να αντιδρά από μια θέση φόβου, παρά από μια αίσθηση σιγουριάς και αυτοαξίας. Είναι βασικό να θέτει υγιή όρια με τους άλλους.
2.Υποφέρουν από μια διαρκή αίσθηση αυτοαμφισβήτησης
Πολλά ενήλικα παιδιά ναρκισσιστών όπως έχουν δείξει οι έρευνες κάνουν δεύτερες σκέψεις για τον ίδιο τους τον εαυτό, τις εμπειρίες τους και τις επιλογές τους. Το χρόνιο gaslighting στην παιδική ηλικία οδηγεί σε διαρκή αμφισβήτηση στην ενήλικη ζωή. Gaslighting να σημειώσουμε ότι είναι ένα είδος χειραγώγησης κατά το οποίο κάποιος αμφισβητεί τα συναισθήματα και την εμπειρία του άλλου ατόμου, διαψεύδοντας στην ουσία αυτό που υποστηρίζει το άλλο άτομο, τονίζοντάς του ότι δεν μπορεί να νιώθει έτσι, ή ότι δεν έχει καν δικαίωμα να βιώνει την πραγματικότητά του. Αυτό μπορεί να κάνει το άλλο άτομο ευάλωτο σε αυτή την τακτική και από άλλα άτομα και να απαξιώνεται από άλλα άτομα που λειτουργούν ως «αρπακτικά» σε σχέσεις, φιλίες και στον εργασιακό χώρο. Όταν δεν εμπιστευόμαστε ούτε το ίδιο μας το ένστικτο, είναι πολύ πιο πιθανό να πέσουμε πάνω σε κακοποιητικά άτομα.
Παρόλα αυτά,τα παιδιά ναρκισσιστών αναπτύσσουν κάτι σαν… σουπερ δύναμη, καθώς έχουν την ικανότητα να καταλαβαίνουν τα κίνητρα των άλλων ανθρώπων ενστικτωδώς. Η έρευνα έχει επιβεβαιώσει δηλαδή ότι όσοι έχουν απομείνει τέτοιες δυσκολίες ως παιδιά αναπτύσσουν ένα ραντάρ που ανιχνεύει τον κίνδυνο. Γενικά οι άνθρωποι που έχουν κακοποιηθεί ως παιδιά μπορεί να αναπτύξουν αυτό που ο Dr. Ungar (2016) ονομάζει ως μια μοναδική ικανότητα ανίχνευσης απειλών στο περιβάλλον του και μια αυξημένη δυνατότητα να μαθαίνει νέα πράγματα και έχουν ακόμα πιο βελτιωμένη μνήμη σε ότι αφορά την παρακολούθηση του περιβάλλοντος με το οποίο σχετίζονται περισσότερο.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μη προβλέψιμα ή επικίνδυνα σπίτια μαθαίνουν να ανιχνεύουν τις απειλές ή τις αλλαγές στο περιβάλλον τους αρκετά νωρίς στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τον εαυτό τους. Έχουν κάνει τον ντετέκτιβ, τον αστυνομικό, τον ψυχολόγο και τον πράκτορα του FBI πριν ακόμα φτάσουν την ηλικία των 8 ετών. Μπορούν επίσης να «διαβάσουν» μη λεκτικά μήνυμα από την γλώσσα του σώματος, να παρατηρήσουν μικροεκφράσεις και να πιάσουν αλλαγές στον τόνο κάποιου προτού καν πει «γεια». Το καλό είναι ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή την σουπερ δύναμη για να αποφύγουν άλλα τοξικά άτομα και να τα απομακρύνουν, πριν καλά καλά σχετιστούν μαζί τους.
3.Νιώθουν ντροπή, ενοχή και φόβο όταν επιτυγχάνουν ή όταν είναι στο επίκεντρο
Είναι πολύ συχνό για τα παιδιά αυτά να σαμποτάρουν τον εαυτό τους ή να γίνονται υπερβολικά τελειομανείς στην προσπάθειά τους να αποφύγουν την επίκριση στην οποία υποβάλλονται από την παιδική τους ηλικία. Η χρόνια συναισθηματική και ψυχολογική κακοποίηση τους κάνει να νιώθουν έναν φόβο που τους κυριεύει, νιώθουν ενοχή και ότι δεν είναι αρκετοί σε ό,τι σχετίζεται με την επιτυχία τους, τα επιτεύγματά τους, τους στόχους τους και τα όνειρά τους.
Δεν είναι τυχαίο που έχουν την ανάγκη να κρύβουν τις επιτυχίες τους. Έχουν τιμωρηθεί από παθολογική ζήλια και τους τοξικούς τους γονείς όταν πράγματι κατόρθωσαν κάτι ή όταν εξέφρασαν την χαρά τους, γεγονός το οποίο τους έσπρωξε σε αυτή την τάση. Το ίδιο συμβαίνει και με όσους ήταν για μια μεγάλη περίοδο σε μια ναρκισσιστική συντροφική σχέση. Αργότερα πια ως ενήλικη μαθαίνουμε ότι η ντροπή ανήκει σε αυτά τα άτομα και εμείς έχουν δικαίωμα να είμαστε περήφανοι για τα κατορθώματά μας.
4.Έχουν ανασφαλή ή αγχώδη στυλ προσκόλλησης και συχνά καταλήγουν σε κακοποιητικές σχέσεις
Νιώθουν ότι είναι ανάξιοι και «κουβαλάνε» τοξική ντροπή. Υποσυνείδητα είναι προγραμματισμένα με αυτόν τον τρόπο, γεγονός το οποίο τους προκαλεί να γίνουν ακόμα πιο συνδεδεμένοι με συναισθηματικά...αρπακτικά.
Επίσης, καθώς μεγαλώνουν είναι πιθανό να σχετίζονται με ναρκισσιστές. Είναι λογικό όταν έχεις στυλ προσκόλλησης το οποίο κυμαίνεται από αγχώδη μέχρι αποφευκτικό. Είναι πιο γνώρισμο σε εσένα από το να είσαι με κάποιον με τον οποίο νιώθεις ασφάλεια, με κάποιον που ξέρει ότι ο σύντροφός του θα είναι εκεί και το ίδιο θα κάνει και ο ίδιος, που είναι το υγιές και λογικό.
Επίσης, πολλές φορές αναζητούν κάποιον να σώσουν και να νιώσουν ολοκλήρωση ως σωτήρες. Έχουν μεγάλο αίσθημα εγκατάλειψης και γίνονται αρκετά εξαρτημένοι στους συντρόφους τους. Αυτό συνήθως μπορεί να απομακρύνει τους συντρόφους τους και να εκπληρωθεί ο φόβος τους. Όταν αυτό συμβαίνει αυτό τους οδηγεί σε μεγαλύτερο άγχος.
Όσοι αποφεύγουν την δέσμευση και έχουν αποφευκτικό στυλ είναι συνήθως συναισθηματικά απόμακροι στις σχέσεις τους. Προτεραιότητά τους είναι η ανεξαρτησία και συνήθως δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμοι. Από την άλλη, υπάρχουν και εκείνοι που φοβούνται την οικειότητα και την ζεστασιά και μπλέκουν σε σχέσεις με πόνο. Ο σύντροφός τους νιώθει ότι τους απορρίπτει και κάποιες φορές νιώθουν ότι παγιδεύονται όταν κάποιος φτάνει κοντά στην καρδιά τους…
5.Νιώθουν άχρηστοι και ελλιπείς
Το αίσθημα της αβοηθησίας, του αποχωρισμού και της τοξικής ντροπής, γενικά όταν νιώθει κανείς διαφορετικός λόγω του τραύματός τους δημιουργεί προβλήματα. Μιλούν αρνητικά στον εαυτό τους και για τον εαυτό τους και έχουν ενοχές που δεν είναι η πραγματική τους «φωνή». Αυτή η εσωτερική φωνή που συνεχώς τους ρίχνει όλο το φταίξιμο, το μίσος για τον εαυτό και η ανάγκη για τελειότητα που αναπτύσσει το άτομο που έχει επιβιώσει από την συναισθηματική κακοποίηση τους οδηγεί στο να αισθάνονται ότι οι ανάγκες του δεν έχουν σημασία. Αυτά εξηγεί ο Pete Walker (2013), θεραπευτής που ειδικεύεται στο τραύμα.
Ένα παιδί που βιώνει κακοποίηση και μαθαίνει να αποδέχεται ότι η βία αυτή είναι ως αποτέλεσμα της δικής τους ευθύνης. Μαθαίνει να κάνει δική του μια «φωνή» που του λέει συνεχώς ότι δεν αξίζει. Χρειάζεται δουλειά με το εσωτερικό παιδί, οριοθέτηση και καθοδήγηση ώστε να μάθει ότι αξίζει για να μπορέσει να πατήσει σωστά στις...ράγες του. Είναι δύσκολι, αλλά είναι εφικτό.
Με πληροφορίες από το https://psychcentral.com/blog και medcircle