Τα νεότερα δεδομένα που αφορούν τη διάγνωση και διαχείριση των οσφρητικών διαταραχών των ασθενών με νόσο COVID-19, συνοψίζει ο Καθηγητής Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Τσιβγούλης.
Επιστημονικοί φορείς από την Ευρώπη και την Αμερική υποστηρίζουν ότι η αιφνίδια εγκατάσταση απώλειας όσφρησης ή/και γεύσης θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στα διαγνωστικά κριτήρια της νόσου COVID-19. Επίσης συνιστούν ότι η παραπάνω διαταραχή από μόνη της είναι αρκετή, ώστε να δικαιολογείται αυτοπεριορισμός και χρήση προστατευτικού εξοπλισμού, ιδιαίτερα όταν εκδηλώνεται επί απουσίας ρινικής συμφόρησης. Οι συστάσεις αυτές βασίζονται σε πρόσφατες διεθνείς μελέτες που καταγράφουν διαταραχές της όσφρησης στο 64%-98% των ασθενών που νοσηλεύονται με νόσο COVID-19 ή παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα της νόσου. Στους περισσότερους ασθενείς τα συμπτώματα των διαταραχών όσφρησης και γεύσης έχουν αιφνίδια εγκατάσταση, ίσως είναι συχνότερα σε νεότερους ασθενείς και στις γυναίκες, ενώ οι πρώτες αδημοσίευτες παρατηρήσεις συνηγορούν υπέρ της ύφεσης των συμπτωμάτων εντός δεκαπενθημέρου.
Φαίνεται επίσης ότι η κύρια διαταραχή που προκαλεί ο ιός SARS-CoV-2 αφορά την οσφρητική λειτουργία και δευτερευόντως τη γευστική λειτουργία.
Για την έγκυρη διάγνωση των οσφρητικών διαταραχών της νόσου COVID-19 συστήνεται να μη βασίζονται οι θεράποντες ιατροί μόνο στην αναφορά των συμπτωμάτων από τους ασθενείς τους αλλά να χρησιμοποιούνται ποσοτικά τεστ αντικειμενικής και σταθμισμένης αξιολόγησης της οσφρητικής λειτουργίας με τη χρήση διαφορετικών οσμών. Για τη διαταραχή της γευστικής λειτουργίας συστήνεται στο αρχικό διαγνωστικό στάδιο να καταγράφονται μόνο τα αναφερόμενα συμπτώματα των ασθενών χωρίς να αξιολογείται η γευστική λειτουργία με αντικειμενικά και σταθμισμένα τεστ που χρησιμοποιούν διαφορετικές γεύσεις.
Θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών με οσφρητικές διαταραχές
Σχετικά με τη θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών με οσφρητικές διαταραχές σε έδαφος νόσου COVID-19 συστήνεται η αναμονή για 15 ημέρες στα πλαίσια της αυτόματης ύφεσης και αποκατάστασης των συμπτωμάτων. Επίσης δε συστήνεται η χρήση κορτικοστεροειδών είτε συστηματικά είτε ενδορινικά λόγω των πιθανών παρενεργειών τους. Μόνο στην περίπτωση που οι ασθενείς ελάμβαναν ενδορινικά κορτικοστεροειδή πριν από την έναρξη λοίμωξης από το ιό SARS-CoV-2 (για παράδειγμα στα πλαίσια αλλεργικής ρινίτιδος) συστήνεται να αποφεύγεται η διακοπή των ενδορινικών κορτικοστεροειδών. Επίσης συστήνεται η λειτουργική άσκηση της όσφρησης με περιοδική έκθεση σε οσμές (κατά κανόνα λεμόνι, τριαντάφυλλο, ευκάλυπτο και γαρίφαλο). Προτείνεται η χρονική διάρκεια της έκθεσης να είναι τουλάχιστον για 20 δευτερόλεπτα για κάθε οσμή με συχνότητα τουλάχιστον για 2 φορές την ημέρα και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 3 μηνών.