Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής και Επιδημιολογίας) και Γιάννης Ντάνασης συνοψίζουν τα αποτελέσματα της πρόσφατης μελέτης των D.K.Gupta και συνεργατών του που δημοσιεύτηκαν στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA.
Στόχος της συγκεκριμένης μελέτης ήταν να εξεταστεί η κατανομή της ατομικής απόκρισης της αρτηριακής πίεσης στη διαιτητική λήψη νατρίου, η διαφορά στην αρτηριακή πίεση μεταξύ των ατόμων που κατανεμήθηκαν να καταναλώσουν πρώτα μια δίαιτα υψηλής ή χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο και κατά πόσον τα αποτελέσματα διαφοροποιούνται ανάλογα με την αρχική αρτηριακή πίεση και τη χρήση αντιυπερτασικών φαρμάκων.
Συνολικά, στη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ συμμετείχαν 213 άτομα ηλικίας 50 έως 75 ετών, συμπεριλαμβανομένων ατόμων με φυσιολογικές τιμές αρτηριακής πίεσης (25%), ελεγχόμενη υπέρταση (20%), μη ελεγχόμενη υπέρταση (31%) και μη θεραπευόμενη υπέρταση (25%). Οι συμμετέχοντες πραγματοποίησαν μια αρχική επίσκεψη ενώ κατανάλωναν τη συνήθη διατροφή τους, και στη συνέχεια ακολούθησαν δίαιτες υψηλής (περίπου 2200 mg νατρίου που προστέθηκαν καθημερινά στη συνήθη διατροφή) και χαμηλής (περίπου 500 mg ημερησίως συνολικά) περιεκτικότητας σε νάτριο διάρκειας 1 εβδομάδας η καθεμία. 118 άτομα ακολούθησαν πρώτα δίαιτα υψηλής και ακολούθως χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο και 95 άτομα ακολούθησαν πρώτα δίαιτα χαμηλής και ακολούθως υψηλής περιεκτικότητας σε νάτριο.
Η μέση ηλικία ήταν 61 έτη, το 65% ήταν γυναίκες και το 64% ανήκαν στη μαύρη φυλή. Η διάμεση μέτρηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης των συμμετεχόντων ήταν 125, 126 και 119 mm Hg για τη συνήθη δίαιτα, δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε νάτριο και δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο, αντίστοιχα. Η διάμεση ατομική μεταβολή της μέσης αρτηριακής πίεσης μεταξύ της δίαιτας υψηλής και χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο ήταν 4 mm Hg (ενδοτεταρτημοριακό εύρος, 0-8 mm Hg, διαφορά στατιστικά σημαντική), ανεξάρτητα από την κατάσταση υπέρτασης.
Σε σύγκριση με τη δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε νάτριο, η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο προκάλεσε μείωση της μέσης αρτηριακής πίεσης στο 73,4% των ατόμων. Το ευρέως χρησιμοποιούμενο όριο της μείωσης της μέσης αρτηριακής πίεσης κατά 5 mm Hg ή περισσότερο μεταξύ μιας δίαιτας υψηλής περιεκτικότητας σε νάτριο και μιας δίαιτας χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο κατέταξε το 46% των ατόμων ως «ευαίσθητα στο αλάτι».
Στο τέλος της πρώτης εβδομάδας διαιτητικής παρέμβασης, η μέση διαφορά της συστολικής αρτηριακής πίεσης μεταξύ των ατόμων που είχαν κατανεμηθεί σε δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο και σε δίαιτα με χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο ήταν 8 mm Hg, η οποία ήταν παρόμοια σε όλες τις υπο-ομάδες ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, τη φυλή, την υπέρταση, την αρχική αρτηριακή πίεση, την παρουσία σακχαρώδους διαβήτη και το δείκτη μάζας σώματος.
Συμπερασματικά, η μείωση του νατρίου μέσω της διατροφής μείωσε σημαντικά την αρτηριακή πίεση στην πλειονότητα των ενηλίκων μέσης και τρίτης ηλικίας. Η μείωση της αρτηριακής πίεσης από μια δίαιτα με υψηλή σε χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο ήταν ανεξάρτητη από την κατάσταση υπέρτασης και τη χρήση αντιυπερτασικής φαρμακευτικής αγωγής, για σε όλες τις υποομάδες ασθενών χωρίς σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.