Οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) Αγγελική Ανδρικοπούλου, Μαρία Καπαρέλου, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής - Ογκολογίας – Αιματολογίας) αναφέρουν ότι αρχικά στην νεοεπικουρική θεραπεία, ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της μελέτης CheckMate 77T που έδειξε πως η περιεγχειρητική χορήγηση ανοσοθεραπείας με νιβολουμάμπη σε ασθενείς με δυνητικά εξαιρέσιμο μη μικροκυτταρικό καρκίνωμα πνεύμονα σταδίου ΙΙΑ -ΙΙΙΒ οδήγησε σε αύξηση του ποσοστού παθολογοανατομικής πλήρους ανταπόκρισης της νόσου από σχεδόν 5% σε 25% και βελτίωσε το διάστημα ελεύθερο υποτροπής νόσου (HR: 0.58; Event-free survival: not reached versus 18.4 μήνες).
Το όφελος ήταν ακόμη μεγαλύτερο για τους ασθενείς σταδίου ΙΙΙ (HR: 0.51 vs 0.81), στους ασθενείς με πλακώδη ιστολογικό τύπο (HR: 0.46 vs 0.72) και σε καπνιστές (HR: 0.46 vs 0.72) εάν και οι μη καπνιστές ήταν λίγοι αριθμητικά. Ήδη από την μελέτη CheckMate 816 γνωρίζαμε πως η προσθήκη ανοσοθεραπείας με νιβολουμάμπη στην χημειοθεραπεία με βάση την πλατίνα αυξάνει σημαντικά το διάστημα μέχρι την υποτροπή της νόσου καθώς και το ποσοστό επίτευξης πλήρους ανταπόκρισης στο χειρουργείο. Με την ανακοίνωση της μελέτης CheckMate 77T πλέον καθιερώνεται και η συνέχιση της θεραπείας με νιβολουμάμπη ως επικουρική μετά το χειρουργείο για ένα έτος. Αξίζει να σημειωθεί πως η περιεγχειρητική θεραπεία με νιβολουμάμπη έδειξε όφελος σε όλους τους ασθενείς ανεξαρτήτως έκφρασης PD-L1.
Η αντίστοιχη μελέτη KEYNOTE-671 έχει ανακοινώσει ήδη τα αποτελέσματα της με βάση τα οποία η περιεγχειρητική ανοσοθεραπεία με πεμπρολιζουμάμπη σε ασθενείς με εξαιρέσιμο μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα σταδίου ΙΙ-ΙΙΙΒ ως νεοεπικουρική θεραπεία σε συνδυασμό με πλατίνα και εν συνεχεία ως επικουρική θεραπεία για ένα έτος μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου κατά 42%. Ωστόσο στο φετινό ESMO ανακοινώνονται και τα αποτελέσματα της συνολικής επιβίωσης όπου συνεχίζει να υπάρχει όφελος (HR: 0.72; 95% CI; 0.56-0.93; P =.00517).
Μάλιστα το όφελος της συνολικής επιβίωσης συνεχίζει να αυξάνεται όσο αυξάνεται η παρακολούθηση: στα τέσσερα έτη το ποσοοστό συνολικής επιβίωσης είναι 67% στο σκέλος του pembrolizumab έναντι 52% στο σκέλος του εικονικού φαρμάκου. Αυτή αποτελεί την πρώτη μελέτη νεοεπικουρικής θεραπείας σε δυνητικά εγχειρήσιμο καρκίνο πνεύμονα που επιτυγχάνει βελτίωση της συνολικής επιβίωσης από την δεκαετία του 90.
Η επικουρική θεραπεία με alectinib
Η δεύτερη μελέτη που ανακοινώθηκε στο ESMO 2023 την 2η ημέρα του συνεδρίου ήταν η μελέτη ALINA που καθιερώνει την επικουρική θεραπεία με alectinib σε ασθενείς με χειρουργηθέν ALK-μεταλλαγμένο καρκίνο του πνεύμονα. Ήδη γνωρίζουμε από την μελέτη ADAURA πως η επικουρική θεραπεία με Osimertinib για τρία έτη σε ασθενείς με χειρουργηθέν μη μικροκυτταρικό καρκίνωμα του πνεύμονα με EGFR μετάλλαξη σταδίου IB (δηλαδή όγκους >4cm) έως ΙΙΙΑ αυξάνει όχι μόνο το διάστημα ελεύθερο υποτροπής νόσου αλλά και τη συνολική επιβίωση αυξάνοντας το ποσοστό επιβίωσης στα 5 έτη από 78% σε 88%. Με την μελέτη ALINA καθιερώνεται πλέον η επικουρική χορήγηση alectinib σε ασθενείς με ALK μεταλλαγμένο καρκίνο πνεύμονα σταδίου IB (δηλαδή όγκους >4cm) έως ΙΙΙΑ. Συγκεκριμένα, οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν μετά το χειρουργείο θεραπεία με alectinib για 2 έτη έναντι χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα για 4 κύκλους. Η επικουρική θεραπεία με alectinib μείωσε την πιθανότητα υποτροπής της νόσου κατά 76% σε σχέση με την χημειοθεραπεία με βάση τη πλατίνα δηλαδή το ποσοστό των ασθενών που δεν είχαν υποτροπιάσει στα 3 έτη από 54% σε 89%. Η θεραπεία με alectinib ήταν καλά ανεκτή με διαχειρίσιμο προφίλ τοξικότητας. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα που φέρουν ALK αναδιατάξεις αποτελούν το 4-5%.
Για την μεταστατική νόσο, ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα δύο μελετών που καθιερώνουν δύο νέες στοχευμένες θεραπείες στην πρώτη γραμμή. Αρχικά, η μελέτη PAPILLON απέδειξε πως η προσθήκη του amivantamab στην χημειοθεραπεία ως θεραπεία 1ης γραμμής σε ασθενείς με μετάλλαξη ένθεσης στο εξώνιο 20 του EGFR μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής κατά 60% αυξάνοντας μέσο διάστημα ελεύθερο υποτροπής νόσου από 6.7 μήνες σε 11.4 μήνες. To amivantamab αποτελεί ένα διειδικού αντισώματος έναντι των υποδοχέων του επιδερμικού αυξητικού παράγοντα (EGF) και της μεσεγχυματικής προς επιθηλιακή μετάβασης (MET). Έως τώρα το φάρμακο είχε λάβει έγκριση στην 2η γραμμή θεραπείας σε ασθενείς με μετάλλαξη ένθεσης στο εξώνιο 20 του EGFR μετά από πρόοδο νόσου σε χημειοθεραπεία με βάση την πλατίνα. Με την μελέτη PAPILLON η θεραπεία έδειξε όφελος και στην 1η γραμμή, ωστόσο με μία αύξηση της τοξικότητας καθώς το 7% των ασθενών διέκοψαν την θεραπεία.
Τα δεδομένα συνολικής επιβίωσης δεν είναι ακόμη ώριμα ωστόσο υπάρχει μία τάση αύξησης και της συνολικής επιβίωσης από την προσθήκη του amivantamab στην πρώτη γραμμή. Τα δεδομένα αυτά είναι πολύ σημαντικά ειδικά μετά την ανακοίνωση των αρνητικών αποτελεσμάτων του άλλου εγκεκριμένου EGFR αναστολέα για ασθενείς με μετάλλαξη στο εξώνιο 20 του EGFR mobocertinib στην πρώτη γραμμή θεραπείας (μελέτη EXCLAIM-2) που οδηγεί στην απόσυρση του φαρμάκου από την δεύτερη γραμμή θεραπείας. Παράλληλα, ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της μελέτης LIBRETTO-431 για τους ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνωμα πνεύμονα με σύντηξη RET. Η μελέτη έδειξε πως η θεραπεία με selpercatinib, έναν ισχυρό αναστολέα της RET κινάσης οδήγησε σε διπλασιασμό του διαστήματος ελεύθερο προόδου νόσου (25 μήνες έναντι 11 μήνες) συγκριτικά με την χημειοθεραπεία με ή χωρίς ανοσοθεραπεία.
Θετικά αποτελέσματα ανακοινώθηκαν για το φάρμακο αυτό και στον RET-μεταλλαγμένο μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς με την μελέτη LIBRETTO-531, μία μελέτη στην οποία συμμετείχε και η Θεραπευτική Κλινική του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» ως ερευνητικό κέντρο, και αλλάζει την θεραπευτική αντιμετώπιση του νοσήματος. Το μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς αποτελεί το 5% των καρκίνων του θυρεοειδούς. Μεταλλάξεις του RET γονιδίου βρίσκονται στο 100% των κληρονομικών περιπτώσεων και στο 40-60% των σποραδικών περιπτώσεων μυελοειδούς καρκινώματος θυρεοειδούς. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν θεραπεία είτε με selpercatinib είτε με cabozantinib ή vandetanib. Η θεραπεία με selpercatinib οδήγησε σε ένα εντυπωσιακά μεγαλύτερο μέσο διάστημα ελεύθερο προόδου νόσου μειώνοντας τον κίνδυνο υποτροπής ή θανάτου κατά 72% και αυξάνοντας το ποσοστό ανταπόκρισης της νόσου από 39% σε 69% με το 12% των ασθενών να επιτυγχάνουν πλήρη ύφεση. Αναμένονται τα αποτελέσματα και άλλων μελετών τις επόμενες μέρες του ESMO 2023.