Η περιεμμηνοπαυσιακή περίοδος (κλιμακτήριος και ιδιαίτερα η εμμηνόπαυση) αποτελεί στρεσογόνο παράγοντα για την εμφάνιση κατάθλιψης στις γυναίκες είναι το βασικό μήνυμα της διαδικτυακής Συνέντευξης Τύπου που οργάνωσε ο Σύλλογος «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΗΣ», με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Εμμηνόπαυσης – 18 Οκτωβρίου.
«Παρότι η εμμηνόπαυση αποτελεί μία φυσική εξέλιξη στη ζωή κάθε γυναίκας, για πολλές από αυτές εξελίσσεται σε μία τραυματική εμπειρία, καθώς σηματοδοτεί μεγάλες αλλαγές στο σώμα και στον ψυχισμό τους» τόνισε η κα Αθανασία Παππά, Πρόεδρος της ΕΛΕΤΕΜ.
«Τα πιο συχνά συμπτώματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες γυναίκες είναι οι διαταραχές στην περίοδο, οι εξάψεις και οι μεταπτώσεις στη διάθεση. Άλλα συμπτώματα που αναφέρουν γυναίκες σε εμμηνόπαυση είναι: πνευματική σύγχυση, διαταραχή στη μνήμη και τη σκέψη και τη συγκέντρωση, κυκλοθυμία, αίσθημα θλίψης και κάποιες φορές κατάθλιψη, διαταραχή στον ύπνο, ελαττωμένη επιθυμία για επαφή αλλά και ξηρότητα στον κόλπο» κατέληξε η κα Παππά.
«Τα συμπτώματα της κατάθλιψης της εμμηνόπαυσης» διευκρίνισε ο κος Γιώργος Παπαζήσης, Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής, Αναπληρωτής Καθηγητής Φαρμακολογίας & Κλινικής Φαρμακολογίας Ιατρικής ΑΠΘ, «διαφοροποιούνται από τα τυπικά συμπτώματα της κατάθλιψης στις άλλες φάσεις της ζωής της γυναίκας, και αφορούν 5 άξονες (εικόνα εαυτού, σεξουαλική ζωή, σωματική αλλαγή, γνωστικό και διαταραχή ύπνου). Για την εμφάνιση αυτής της διαταραχής ευθύνονται διάφοροι παράγοντες, μεταξύ των οποίων ορμονικοί και ψυχοκοινωνικοί ενώ η θεραπεία παραμένει εξατομικευμένη περιλαμβά- νοντας φαρμακοθεραπεία και ψυχοθεραπεία.»
«Αποτελέσματα μελέτης που διεξήχθη με τη συνεργασία της Ελληνικής Εταιρείας Εμμηνόπαυσης διαδικτυακά σε 510 εμμηνοπαυσιακές γυναίκες στην Ελλάδα με στόχο την επιδημιολογική καταγραφή καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε αυτό το δείγμα του γενικού πληθυσμού και τη συσχέτιση με πιθανούς παράγοντες κινδύνου», συνέχισε ο κος Παπαζήσης, «έδειξαν ότι 27.1% των γυναικών σε εμμηνόπαυση παρουσιάζει συμπτωματολογία ενδεικτική Κλινικής Κατάθλιψης με τις καπνίστριες και τις ανασφάλιστες γυναίκες να εμφανίζουν μεγαλύτερη πιθανότητα για κατάθλιψη κατά την εμμηνόπαυση.»
Ο μέσος όρος ηλικίας των γυναικών που συμμετείχαν ήταν τα 54 έτη, το 55% ήταν εργαζόμενες ενώ το 8.2% ήταν ανασφάλιστες. Το 53% του δείγματος ήταν καπνίστριες, το 49% υπέφερε από κάποια χρόνια νόσο με συχνότερη τη θυρεοειδοπάθεια ενώ 13.1% λάμβανε ήδη κάποια αντικαταθλιπτική φαρμακευτική αγωγή.
«Η Δημιουργία Κέντρων Πρόληψης και Φροντίδας για την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης είναι κομβικής σημασίας για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των συνεπειών της εμμηνόπαυσης που συχνά σηματοδοτεί την έναρξη μιας σειράς μακροχρόνιων αλλαγών» επεσήμανε η Ναταλία Τσουμάνη, ΤΕ Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, του Κ.Υ. Ηρακλείου της 7ης ΥΠΕ Κρήτης, Νοσηλεύτρια, MSc Δημόσια Υγεία- ΜΒΑ Διοίκηση Μονάδων Υγείας
«Για το λόγο αυτό», συνέχισε η κα Τσουμάνη, «το Κ.Υ. Ηρακλείου δημιούργησε και λειτουργεί από την 1η Ιουνίου 2020 Κέντρο Πρόληψης και Φροντίδας για Κλιμακτήριο –Εμμηνόπαυση. Στόχοι του Κέντρου το οποίο απαρτίζεται από 1 γυναικολόγο, 3 μαίες, ένα ορθοπαιδικό, μία καρδιολόγο και μία διατροφολόγο είναι:
· Η χωρίς αλλαγή της καθημερινότητας και η σταδιακή βελτίωση της φυσικής κατάστασης και υγείας των προ-εμμηνοπαυσιακών και εμμηνοπαυσιακών γυναικών
· Η εξάλειψη δυσάρεστων συμπτωμάτων
· Η διαχείριση βάρους
· Η προφύλαξη από οστεοπόρωση
· Η πρόληψη γυναικολογικών καρκίνων
· Οι Εξατομικευμένες Θεραπείες.
Οι παρεχόμενες υπηρεσίες του περιλαμβάνουν:
· Προγραμματισμένες ενημερώσεις για τα συμπτώματα και τις παθήσεις που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση
· Κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο για την εκτίμηση του ατομικού κινδύνου της κάθε γυναίκας για τα νοσήματα αυτά
· Ηλεκτρονικό φάκελο με το ιατρικό ιστορικό της κάθε γυναίκας, προσβάσιμο από όλους τους εμπλεκόμενους επαγγελματίες, με σκοπό τη μακροχρόνια συντονισμένη παρακολούθησή της κάθε γυναίκας»
Σύμφωνα με την κα Τσουμάνη, από την 1η Ιουνίου 2020 έως σήμερα έχουν εισαχθεί στο πρωτόκολλο 159 γυναίκες. Τα αποτελέσματα ήταν η μείωση των εξάψεων και νυχτερινών εφιδρώσεων στο 100% με τη χρήση φυτοοιστρογόνων, η μείωση ή διατήρηση του βάρους, ο έλεγχος της κολπικής ξηρότητας, η αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και τέλος η μείωση στις διαταραχές ύπνου.