Οι περισσότεροι επιστήμονες κοιτούν «το δέντρο και όχι το δάσος», δηλαδή ασχολούνται συνέχεια με την πρωτεϊνική ακίδα και οχι το σύνολο του ιικού γονιδιώματος αλλά οι απαντήσεις που ψάχνουν μπορεί να βρίσκονται εκεί και αυτή η παρατήρηση έγινε αφού μελετήθηκαν οι περιπτώσεις δύο ατόμων που νόσησαν από κορονοϊό ενώ ήταν σε ανοσοκαταστολή.
Μια 47χρονη γυναίκα δεν μπορούσε να σταματήσει να βήχει ενώ η δύσπνοια που είχε την ταλαιπωρούσε για πολύ καιρό μετά την νόσηση από Covid -19. Η γυναίκα αυτή είχε νοσηλευτεί την άνοιξη του 2020. Το καλοκαίρι διαδέχτηκε το φθινόπωρο και μετά ήρθε ο χειμωνας και ενώ εκείνη έπρεπε να έχει αναρρώσει πλήρως συνέχισε να χρειάζεται συμπληρωματικό οξυγόνο στο σπίτι. «Κάποιες φορές ένιωθε καλύτερα και κάποιες άλλες χειρότερα» δήλωσε η γιατρός που την παρακολουθούσε, η Veronique Nussenblatt.
Τα τεστ που έκανε μετά ήταν θετικά στον ιό, ωστόσο πρέπει να σημειώσουμε ότι όπως έχουν εξηγήσει πολλοί γιατροί τα τεστ που γίνονται αφότου κάποιος έχει νοσήσει ανιχνεύουν μη βιώσιμα μέρη του κορονοϊού. Για την ακρίβεια, η περίπτωση της γυναίκας που νοσούσε σχεδόν ένα χρόνο αποδείχτηκε μοναδική περίπτωση και ήταν χαρακτηριστική καθώς έδειξε ότι η νόσος Covid -19 μπορεί να παραμείνει ενεργή για αρκετό καιρό. Οι περισσότεροι ωστόσο υποφέρουν από συμπτώματα του Long Covid, τα συμπτώματα που αφήνει ο κορονοϊός στο σώμα μας μετά την λοίμωξη και δεν ήταν το ίδιο πράγμα.
Η περίπτωση της γυναίκας αυτής είναι μοναδική και ασυνήθιστη γιατί είχε καρκίνο - λέμφωμα- και είχε καταφέρει να το «νικήσει» με μια πολύ επιθετική στρατηγική θεραπείας την λεγόμενη CAR-T θεραπεία, τρία χρόνια πριν. Η θεραπεία την άφησε με πολύ λίγα Β λεμφοκύτταρα, ένα είδος ανοσοποιητικών κυττάρων τα οποία «αναβλύζουν» αντισώματα και βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να λειτουργεί κανονικά.
Τον Μάρτιο ωστόσο του επόμενου χρόνου, ένα τεστ κορονοϊού που έκανε η ασθενής έδειξε ότι τα επίπεδα του κορονοϊού ήταν πιο υψηλά. Ο γιατροί προσπαθούσαν να καταλάβουν αν είχε μολυνθεί ξανά ή αν τελικά δεν είχε «καθαρίσει» ποτέ από την πρώτη μόλυνση. «Ποτέ δεν είχα ακούσει ξανά για περίπτωση ογκολογικού ασθενούς να έχει γρίπη για ένα χρόνο» είπε η γιατρός Nussenblatt.
Τότε ζήτησε βοήθεια από μια μοριακή βιολόγο την Elodie Ghedin, η οποία και μελετά τα τα γονιδιώματα του ιού SARS-CoV-2. Η Ghedin μαζί με την βιολόγο Allison Roder πήραν δείγματα από τον ασθενή και επιβεβαίωσαν ότι ο ιός συνέχισε όντως να αντιγράφεται. Έπειτα, σύγκριναν αυτές τις ακολουθίες με τις παλιές ακολουθίες της ασθενούς, όπως ήταν 10 μήνες πριν και συνειδητοποίησαν ότι ήταν ο ίδιος ιός. Δέκα μήνες μετά δεν γινόταν πια αντιγραφή.
Υπάρχουν λίγες μελέτες που ερευνούν τους ανοσοκατασταλμένους ασθενείς και τη διάρκεια που ο ιός συνεχίζει να αντιγράφεται δήλωσε ο Jonathan Li, ειδικός στα λοιμώδη νοσήματα στην κλινική Women’s Hospital του Μπέρμιγχαμ και στην Ιατρική σχολή του Harvard, τονίζοντας ότι απαιτούνται νέες έρευνες για να βοηθηθούν αυτοί οι ασθενείς και να εμποδίσουμε την αντιγραφή του ιού. Ο Li μαζί με τους συναδέλφους του, δημοσίευσαν επίσης μια ειδική μελέτη περίπτωσης ενός 45χρονου άνδρα που ήταν σε ανοσοκαταστολή για περίπου 5 μήνες, ο οποίος πέθανε από την ασθένεια το καλοκαίρι του 2020. Η περίπτωσή του εξακολουθεί να μαθαίνει πράγματα στους ειδικούς όπως αναφέρει ο Li.
Στον ασθενή αυτό ο ιός ανέπτυξε μεταλλάξεις που έχουν παρατηρηθεί και στα στελέχη Alpha, Gamma και Delta, καμία ωστόσο από αυτές δεν είχε επικρατήσει στον γενικό πληθυσμό. Οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς σου δίνουν ένα «παράθυρο» εξερεύνησης της αντίδρασης του ιού όπως εξήγησε η Nussenblatt.
Στην μια περίπτωση ασθενούς πάντως, η ακολουθία ανέδειξε δύο γενετικές διαγραφές που τράβηξαν το ενδιαφέρον των ερευνητών. Η μια ήταν το RNA το οποίο κωδικοποιεί την πρωτεϊνική ακίδα, η οποία βοηθά τον ιό να μπει στα κύτταρα. Επειδή ωστόσο η πρωτεϊνική ακίδα είναι αυτή που προκαλεί την μόλυνση, οι μεταλλάξεις όπως είναι λογικό μελετήθηκαν περισσότερο από τους επιστήμονες, Ωστόσο, μια μεγάλη διαγραφή σχεδόν 500 νουκλεοτιδίων του ιού από τα συνολικά 30.000 που «λιμνάζουν» έξω από την ακολουθία της ακίδας τους έκανε επίσης εντύπωση.
Ενδιαφέρον είναι και η παρατήρηση του Li οτι οι περισσότεροι επιστήμονες κοιτούν «το δέντρο και όχι το δάσος», δηλαδή ασχολούνται συνέχεια με την πρωτεϊνική ακίδα και οχι το σύνολο του ιικού γονιδιώματος καθώς οι απαντήσεις που ψάχνουν μπορεί να βρίσκονται εκεί.
Οι χρόνιες μολύνσεις που μπορεί να προκαλέσει ο κορονοϊός είναι σπάνιες σύμφωνα με τους ειδικούς, ωστόσο εξακολουθούν να θεωρούνται απειλή λέει ο Ravindra Gupta, επίσης ειδικός στα λοιμώδη νοσήματα στο πανεπιστήμιο του Cambridge. Η έρευνα του Gupta υποστηρίζει πάντως ότι το στέλεχος Alpha προτού επικρατεί στο Ηνωμένο Βασίλειο το Δεκέμβρη του 2020 μπορεί να πρωτοεμφανίστηκε σε ανοσοκατεσταλμένο ασθενή.
Και οι δύο περιπτώσεις οι ασθενείς έλαβαν θεραπεία με πλάσμα, το οποίο είναι γεμάτο από αντισώματα. Αυτό ωστόσο δεν φάνηκε να σταματά την αντιγραφή του ιού.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να μάθουν αν θεραπείες με τα μονοκλωνικά αντισώματα, τα οποία τώρα προτείνονται ως θεραπεία κατά του Covid-19 σε ασθενείς υψηλού κινδύνου μπορούν να επιταχύνουν την ανάπτυξη του ιού στους ανοσοκατεσταλμενους. Το πιο σημαντικό είναι ωστόσο να μην νοσήσουν αυτοί οι ασθενείς.
Ο ασθενής της γιατρού Nussenblatt είχε πάντως ευχάριστο τέλος. Όταν νοσηλεύτηκε για δεύτερη φορά και έλαβε περισσότερη θεραπεία, οι πνεύμονές της παρουσίασαν βελτίωση και οι βιοδείκτες της φλεγμονής «έπεσαν». Από τον Απρίλιο και μετά είχε αρνητικά τεστ κορονοϊού και τα συμπτώματα που είχε ήταν ήπια και ελάχιστα. Το καλοκαίρι πια η υγεία της είχε πλέον αποκατασταθεί.
Απόδοση από το https://www.science.org