Η νόσος περιγράφηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία από το γιατρό James Parkinson το 1817.
Ο ρόλος της ντοπαμίνης
Η νόσος προσβάλλει κυρίως τα νευρικά κύτταρα που ελέγχουν τις εκούσιες κινήσεις του σώματος και ανευρίσκονται σε μια περιοχή του εγκεφάλου, η οποία καλείται μέλαινα ουσία. Στα υγιή άτομα, οι κινήσεις του σώματος ελέγχονται με την επικοινωνία (ή σηματοδότηση) μεταξύ των νευρικών κυττάρων μέσω ενός νευροδιαβιβαστή (ή χημικού αγγελιοφόρου), της ντοπαμίνης. Στους παρκινσονικούς ασθενείς υπάρχει έλλειμμα ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Αυτό το γεγονός ανακόπτει τα νευρικά σήματα και συνεπάγεται προβλήματα στον έλεγχο των κινήσεων (κινητικά προβλήματα).
Οι ειδικοί δε γνωρίζουν με βεβαιότητα τι είναι αυτό που καταστρέφει τα νευρικά κύτταρα στον εγκέφαλο και συνεπώς η ακριβής αιτία της νόσου του Πάρκινσον είναι άγνωστη. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι κάποια άτομα έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο από ό,τι άλλα (γενετική προδιάθεση). Παρόλα αυτά η νόσος είναι πιθανό να μην αναπτυχθεί και να ενεργοποιηθεί μόνο μετά από έκθεση σε ορισμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι τοξίνες, τα ζιζανιοκτόνα και τα παρασιτοκτόνα επιφέρουν τον θάνατο των νευρικών κυττάρων που παράγουν ντοπαμίνη εργαστηριακά, αλλά οι γνώσεις μας για τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που ενεργοποιούν ενδεχομένως τη νόσο στον άνθρωπο είναι περιορισμένες. Είναι, επομένως, αναγκαίο να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες.
Τα συμπτώματα της νόσου
Τα πρώτα σημεία της νόσου του Πάρκινσον φαίνονται συνήθως μη συγκεκριμένα και αόριστα στον πάσχοντα. Σε αυτά περιλαμβάνεται αίσθημα κόπωσης και απώλεια δύναμης και συνδυάζονται πιθανώς με υποβάθμιση της ποιότητας γραφής, μειωμένο εν γένει συντονισμό οφθαλμών-χεριών καθώς και μια αίσθηση τρόμου του βραχίονα. Τα συμπτώματα ωστόσο διαφέρουν σε κάθε άτομο και συνήθως ο πάσχοντας επισκέπτεται τον γιατρό όταν ήδη εμφανιστεί τρέμουλο, συχνά κατόπιν παρότρυνσης ενός κοντινού τους προσώπου.
Στα πρώιμα στάδια της νόσου, τα συμπτώματα τείνουν συχνά να εμφανίζονται σε μία πλευρά του σώματος πρώτα. Αργότερα, τα συμπτώματα μπορεί να εξαπλωθούν και στην άλλη πλευρά του σώματος. Όσο εξελίσσεται η νόσος, τα προβλήματα στην κίνηση προκαλούν μεγαλύτερη αναπηρία και μπορεί να οδηγήσουν σε σταδιακό περιορισμό της αυτονομίας, εάν δεν αντιμετωπιστούν με θεραπεία. Στα όψιμα στάδια της νόσου, η κίνηση και η ισορροπία είναι συχνά πολύ προβληματικές και υπάρχει σημαντικός κίνδυνος πτώσεων. Είναι πιθανό να αρχίσει η εκδήλωση και άλλων συμπτωμάτων που δεν σχετίζονται με την κίνηση, όπως αλλαγές στη διάθεση (π.χ. κατάθλιψη), άνοια και δυσκολίες στον ύπνο.
Τα συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον διακρίνονται συνήθως σε συμπτώματα που επηρεάζουν τις κινήσεις και αποκαλούνται κινητικά συμπτώματα και σε συμπτώματα που δεν έχουν σχέση με την κίνηση, τα οποία αποκαλούνται μη κινητικά συμπτώματα.
Μερικά συχνά συμπτώματα που είναι παρόντα στη νόσο του Πάρκινσον είναι τα εξής:
- Τρέμουλο των χεριών, των βραχιόνων, των ποδιών, της γνάθου και του προσώπου (συχνά αναφέρεται ως (“τρόμος”)
- Οι μύες γίνονται σφιχτοί και άκαμπτοι (συχνά αναφέρεται ως (“δυσκαμψία”)
- Βραδύτητα των κινήσεων ή δυσκολία στην έναρξη των κινήσεων, όπως το να σηκώνεται ο ασθενής από μια καρέκλα. Οι γιατροί μπορεί να το αναφέρουν αυτό ως «βραδυκινησία»
- Προβλήματα στην ισορροπία και στον συντονισμό, αλλά αυτά εμφανίζονται συνήθως αργότερα καθώς προοδεύει η πάθηση
Τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν σε σημαντικό βαθμό σε κάθε ασθενή. Για παράδειγμα, ένα άτομο μπορεί να έχει τρεμούλα και ένα άλλο μπορεί να έχει σημαντική δυσκαμψία και βραδυκινησία χωρίς καθόλου τρόμο.
Η νόσος του Πάρκινσον σπάνια θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του ασθενούς, αντιθέτως, πρόκειται για μια πάθηση που εξελίσσεται βραδέως και επιδεινώνεται βαθμιαία με το πέρασμα του χρόνου. Η νόσος του Πάρκινσον είναι προς το παρόν μια ανίατη ασθένεια, αλλά πολλά από τα συμπτώματα της υποχωρούν χάρη στις σύγχρονες ιατρικές θεραπείες.
Διάγνωση: Πιο κοντά στα τεστ ταχείας ανίχνευσης της νόσου
Δεν υπήρχαν καθοριστικές εργαστηριακές εξετάσεις για την αναγνώριση της νόσου του Πάρκινσον μέχρι σήμερα. Ωστόσο νεότερες έρευνες δίνουν ελπίδες και δεν αποκλείεται σε λιγότερο από 5 χρόνια από τώρα να υπάρχουν τεστ ταχείας ανίχνευσης της νόσου. Παράλληλα, σήμερα υπάρχουν ερευνητικές ομάδες που μπορούν να αναγνωρίσουν το είδιος του πάρκινσον και είναι σε θέση να γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η νόσος στον κάθε ασθενής μέσω ειδικών αξιολογικών συστημάτων τα οποία «σκανάρουν» το σώμα του ασθενούς.
Η καθηγήτρια Xρυσταλίνα Αντωνιάδου μιλώντας στο news4health.g, το πρώτο site στην Ελλάδα που μίλησε μαζί της σχετικά με την έρευνά της γύρω από το πάρκινσον και μας εξήγησε σε τι στάδιο βρίσκεται η θεραπεία της νευροεκφυλιστικής ασθένειας.
Η ίδια ηγείται της ερευνητικής κλινικής ομάδας που εδρεύει στην Οξφόρδη, την NeuroMetrology η οποία και αξιολογεί τα στάδια της εξέλιξης του Πάρκινσον μεταξύ άλλων. Η ομάδα αυτή είναι σε θέση να παρακολουθεί παρκινσονικούς ασθενείς και μέσω ειδικών μετρήσεων να κατανοεί σε βάθος το πρόβλημα του κάθε ατόμου ξεχωριστά, συμβάλλοντας δραστικά στην θεραπεία του.
‘Ετσι, σήμερα είναι σε θέση μέσα από μια αρχική αξιολόγηση που γίνεται από την ίδια και την ομάδα της σε συνδυασμό με τις μετρήσεις που μπορούν να κάνουν μέσω την οργάνων που χρησιμοποιούν να «σκανάρουν» την κίνηση του ασθενούς και να καταλήγουν σε πιο ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με τη νόσο μέσω ποσοτικοποίησης.
Μέσα από την έρευνά αυτή λοιπόν οι επιστήμονες μπορούν δουν από τι πάσχει ο κάθε ασθενής στην πράξη. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι μπορούν να κατανοήσουν την αποτελεσματικότητα των φαρμακων που λαμβάνει ο ασθενής.
Παράλληλα, αυτό είναι σημαντικό τόσο για την οικογένεια όσο και τους φροντιστές του ασθενούς να γνωρίζουν ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα για να το αντιμετωπίζουν με καλύτερο τρόπο.
Φαρμακευτική θεραπεία
Πολλά συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον μπορούν να ελεγχθούν με φάρμακα ή, στα όψιμα στάδια της νόσου, με χειρουργική επέμβαση. Στα πολύ πρώιμα στάδια της νόσου, μερικοί γιατροί μπορεί να συμβουλεύσουν να μην ληφθεί φαρμακευτική αγωγή. Όμως, τελικά οι περισσότεροι παρκινσονικοί ασθενείς θα χρειαστούν φάρμακα για τον έλεγχο των συμπτωμάτων τους.
Μόλις ληφθεί η απόφαση να ξεκινήσει φαρμακευτική θεραπεία, ο γιατρός μπορεί να υποδείξει ένα φάρμακο το οποίο, αν και πιθανώς δεν είναι το αποτελεσματικότερο από τα διαθέσιμα σκευάσματα, προσφέρει επαρκή έλεγχο των συμπτωμάτων για λίγο καιρό. Αυτό γίνεται επειδή η νόσος του Πάρκινσον είναι μια χρόνια ασθένεια και ο γιατρός πρέπει να αντισταθμίσει τον έλεγχο των συμπτωμάτων με την ανάγκη αποφυγής επιπλοκών που σχετίζονται με την αγωγή.
Οι αποφάσεις για τη θεραπεία λαμβάνονται συνήθως κατόπιν συζήτησης ανάμεσα στον γιατρό και στον ασθενή σχετικά με το τι είναι κατάλληλο για τον ασθενή και με βάση τις μεμονωμένες συνθήκες.
Είναι σημαντικό να γνωρίζει ο ασθενής αλλά και η οικογένειά του ότι η συνδυαστική θεραπεία ενδεχομένως να είναι σημαντική. Η συμπεριφοριστική θεραπεία, η βελτίωση της κίνησης μαζί με τα φάρμακα σε συνδυασμό μπορούν να βοηθήσουν.
Πληροφορίες από parkinson.org
Διαβάστε επίσης:
Πάρκινσον: Πιο έγκαιρα από ποτέ η διάγνωση, πόσο κοντά είμαστε στα τεστ ταχείας ανίχνευσης (βίντεο)