Η 4η Φεβρουαρίου είναι ημέρα αφιερωμένη στη μάχη κατά του καρκίνου και εφέτος είναι η ημέρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ανακοινώσει την έναρξη των διαδικασιών για τη σύνταξη του Ευρωπαϊκού Σχεδίου κατά του Καρκίνου. Την ώρα που στην Ευρώπη, όμως, η συζήτηση για τη διαχείριση των καρκίνων αρχίζει να θέτει νέα ερωτήματα, στην Ελλάδα συζητάμε ακόμη τα βασικά: το Εθνικό Ινστιτούτο Νεοπλασιών παραμένει στα αζήτητα, ενώ το Σχέδιο Δράσης για το Καρκίνο είναι ανεπίκαιρο. Δυστυχώς, μάλιστα δεν είναι τα μόνα εμπόδια.
Τα παραπάνω τέθηκαν σε συνέντευξη τύπου που διοργάνωσε η Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ), όπου κατέστη σαφές πως πλέον η ανάγκη χάραξης στρατηγικής είναι πιο επιτακτική και επίκαιρη από ποτέ. «Η χώρα μας ανήκει στη μειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών που δεν έχουν ανανεώσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο τα τελευταία πέντε χρόνια», ανέφερε ο πρόεδρος της Εταιρείας, Ιωάννης Μπουκοβίνας. Επιπλέον, δεν λειτουργεί για αδιευκρίνιστους λόγους το Εθνικό Ινστιτούτο Νεοπλασιών που θα είχε και συμβουλευτικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός τέτοιου σχεδίου, παρότι θεσμοθετήθηκε πέρσι. «Έτσι πορευόμαστε στα τυφλά δίχως οραματικό σχεδιασμό για τον καρκίνο» ανέφερε ο κ. Μπουκοβίνας.
Βάσει των στοιχείων που παρουσιάστηκαν, στην Ελλάδα ο καρκίνος ευθύνεται για το 27% των συνολικών θανάτων, το 38% των θανάτων πριν το 65ο έτος της ηλικίας, ενώ περίπου 1.000.000 επιζώντες χρειάζονται συνεχιζόμενη ιατρική, συναισθηματική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Επιπλέον, εκατομμύρια ευρώ παραγωγικότητας χάνονται.
Η καινοτομία και η ανάπτυξη στο χώρο της ιατρικής, οι ταχύτατες εξελίξεις και οι υψηλές προσδοκίες των ασθενών, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενο κόστος και τη μείωση πόρων απαιτούν το σχεδιασμό και την υλοποίηση ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης, όπως ανέφερε η Γενική Γραμματέας της ΕΟΠΕ, Σ. Αγγελάκη. Κύριοι άξονες του θα πρέπει να είναι η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση της νόσου, η δημιουργία μητρώων ασθενών, η βέλτιστη οργάνωση και κατανομή των ογκολογικών υπηρεσιών, η προώθηση και άμεση εφαρμογή καινοτόμων θεραπευτικών προσεγγίσεων και τεχνολογιών, η αποκατάσταση, η προώθηση της κλινικής και μεταφραστικής έρευνας και η οργάνωση υπηρεσιών για την ανακούφιση των ασθενών, και των φροντιστών τους.
«Η έλλειψη οράματος και εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο «τον Αυτοκράτορα των Ασθενειών» είναι διαχρονική στη χώρα μας. Παρά τις δημόσια εκφρασμένες θέσεις μας για την ανάγκη κατάρτισης εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο και την βιο-ιατρική έρευνα για τον καρκίνο, δεν είχαμε καμία απάντηση από καμία κυβέρνηση. Η χώρα μας μέχρι τώρα δεν αντιμετώπισε τον καρκίνο με τη σοβαρότητα που αρμόζει, με αποτέλεσμα η Ελλάδα είναι απούσα από τα Ευρωπαϊκά forα πολιτικής για τον καρκίνο», δήλωσε η Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) και πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας Ασθενών με Καρκίνο, Κ. Αποστολίδου.
Διαχρονικό είναι και το πρόβλημα των ελλείψεων, για το οποίο χρειάζεται παρέμβαση και σχεδιασμό από την πολιτεία, όπως τόνισε η κ. Αποστολίδου. Όπως κατήγγειλε οι εκπρόσωποι των ασθενών έχουν θέσει το θέμα επανειλημμένως σε όλους τους Υπουργούς Υγείας, χωρίς να έχουν βρει ανταπόκριση. Όπως, άλλωστε τόνισε και η κ. Αγγελάκη η έλλειψη εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο αντικατοπτρίζεται και στις συχνές ελλείψεις που παρατηρούνται σε φάρμακα χαμηλού κόστους, υπογραμμίζοντας ότι είναι καταστροφικές για την επιβίωση των ασθενών. Τα εν λόγω φάρμακα είναι καίριας σημασίας για τη θεραπεία του καρκίνου και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν αποδεδειγμένα αποτελεσματικά υποκατάστατα. Μάλιστα, και η ΕΟΠΕ σε σχετική επιστολή καλεί τους αρμόδιους φορείς να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να καλυφθούν οι τρέχουσες ελλείψεις αλλά και να προληφθεί η εμφάνιση του ίδιου φαινομένου στο μέλλον.
Ελλείψεις, δυσλειτουργίες και εμπόδια όμως πλήττουν και το πεδίο της ακτινοθεραπείας. Ο Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, Γ,. Πισσάκας ανέδειξε τη σημασία της τήρησης του νόμου για τη δυνατότητα των ασθενών να έχουν πρόσβαση και στα ιδιωτικά κέντρα με πολύ μικρό κόστος, καθώς η πρόσβαση των ασθενών στη στερεοτακτική ακτινοθεραπεία με αποζημίωση της γίνεται μετ’ εμποδίων ή δεν εφαρμόζεται εν γένει. Η Εταιρεία διεκδικεί και την ολοήμερη λειτουργία όλων των ακτινοθεραπευτικών τμημάτων, αλλά και την αντικατάσταση παλαιών μηχανημάτων (11 στο σύνολο). Απαραίτητη είναι δε, η δημιουργία 4 με 5 νέα κέντρα για την κάλυψη όλης της επικράτειας. «Στόχος είναι η απόσταση για κάθε ασθενή από το σπίτι του να μην υπερβαίνει τα 100 χιλιόμετρα, ιδανικά να μην υπερβαίνει η διάρκεια της διαδρομής τη μία ώρα», σημείωσε ο κ. Πισσάκας. Όλες οι προτάσεις υπολογίζεται ότι κοστίζουν γύρω στα 55 εκατ. ευρώ.
«Δυστυχώς η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες που δεν έχουν αναγνωρίσει την ιατρική ειδικότητα ή εξειδίκευση της χειρουργικής ογκολογίας, παρά τη σχετική ομόφωνη απόφαση της ολομέλειας του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας ( ΚΕΣΥ) εδώ και περισσότερο από 5 χρόνια», δήλωσε από την πλευρά του ο Ι. Καραϊτιανός, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ογκολογίας. «Εξάλλου οι ελλείψεις στη στελέχωση των 4 ειδικών ογκολογικών νοσοκομείων της χώρας στους τομείς της Παθολογοανατομίας και της Χειρουργικής καθιστούν δυσχερέστερη την αντιμετώπιση των ογκολογικών ασθενών και αναπόφευκτες τις καθυστερήσεις που μπορεί να επιβαρύνουν την τελική πρόγνωση της νόσου», συμπλήρωσε.
«Η χώρα μας υστερεί ογκολογικών νοσηλευτικών ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων και η προσπάθειά του Τ.Ν.Ο. ΕΣΝΕ θα επικεντρωθεί τα επόμενα χρόνια στη θεσμοθέτηση της ογκολογικής ειδικότητας, στην ενεργό συμμετοχή μας σε όλα τα επίπεδα της Πρόληψης (Πρωτογενές, Δευτερογενές και Τριτογενές επίπεδο πρόληψης) στο πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και της φροντίδας στο σπίτι, στην προβολή των αξιών και της σημασίας της ανακουφιστικής φροντίδας, καθώς και στην ανάδειξη του προβλήματος της υποστελέχωσης των Ογκολογικών Τμημάτων στα Νοσοκομεία», δήλωσε ο πρόεδρος του Τομέα Νοσηλευτικής Ογκολογίας του Εθνικού Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδος, Δ. Παπαγεωργίου.
«Στην Ελλάδα παραμένουμε παρατηρητές στις κοσμογονικές εξελίξεις που συντελούνται στην αντιμετώπιση του καρκίνου - με την προσωποποιημένη φροντίδα από το screening έως τη μακρόχρονη παρακολούθηση, την τεχνητή νοημοσύνη, τη διαχείριση δεδομένων μεγάλου όγκου, τα μητρώα ασθενών, τα στοιχεία που συλλέγονται από την υλοποίηση των διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, κοκ», εξήγησε ο κ. Μπουκοβίνας. «Οι ασθενείς στη χώρα μας περιμένουν να δουν μία άλλη προοπτική, αυτήν της έγκαιρης διάγνωσης, της γρήγορης παραπομπής σε ειδικό, τη γενίκευση χρήσης των βιοδεικτών, την έγκαιρη πρόσβαση σε νέες θεραπείες, την επανένταξη στην κανονικότητα, τη δημιουργία αρχείου καταγραφής νεοπλασιών, τη δημιουργία μητρώων, την αξιολόγηση των υπαρχουσών δομών, την παρακολούθηση της προόδου των στόχων που τέθηκαν από την Πολιτεία. Αυτά δεν μπορούν να γίνουν αποσπασματικά αλλά μόνον κάτω από τον συντονιστικό ρόλο ενός οργάνου σαν το ΕΙΝΕ, με μία σφικτή δομή και με ευελιξία κινήσεων», κατέληξε ο κ. Μπουκοβίνας.
«Τα προβλήματα, που πολλά επανέρχονται τακτικά όπως οι ελλείψεις φαρμάκων, οι μεγάλες ελλείψεις ιατρό-νοσηλευτικού προσωπικού ογκολογικών ειδικοτήτων, ο απαξιωμένος νοσοκομειακός εξοπλισμός, η παντελής έλλειψη ανακουφιστικής φροντίδας στο νοσοκομείο ή στο σπίτι, είναι θέματα που χρήζουν άμεσης τεκμηριωμένης αντιμετώπισης, από ένα σύγχρονο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο, με την αναγκαία χρηματοδότηση και ένα άρτια συγκροτημένο πληθυσμιακό Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να ανακαλύψει ξανά τον τροχό για να οργανώσει αποτελεσματικά την ογκολογική περίθαλψη, έχει διακεκριμένους επιστήμονες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και μπορεί να χρησιμοποιήσει το απαύγασμα της Ευρωπαϊκής ογκολογικής εμπειρίας και πολιτικής για τον καρκίνο, που εμπεριέχεται στις συστάσεις πολιτικής των Ευρωπαϊκών Κοινών Δράσεων για τον Έλεγχο του Καρκίνου», σημείωσε η κ. Αποστολίδου.
Ανακουφιστική φροντίδα
Στην Ελλάδα πάσχουμε και στο πεδίο της ανακουφιστικής φροντίδας, που στοχεύει στη διαχείριση των παρενεργειών και των ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων του καρκίνου και της θεραπείας του. «Αποτελεί και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα αναπόσπαστο μέρος ενός ολοκληρωμένου εθνικού σχεδίου για τον καρκίνο», υπογράμμισε η κ. Αγγελάκη. Σύμφωνα με την μελέτη σκοπιμότητας για την ανακουφιστική φροντίδα στην Ελλάδα, 120.000 έως 135.000 ασθενείς και οι οικογένειές τους χρειάζονται σχετικές υπηρεσίες ετησίως ενώ περισσότεροι από το 95% αυτών θα μπορούσαν να λαμβάνουν φροντίδα στο περιβάλλον του σπιτιού τους. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, περίπου 37% των αναγκών Ανακουφιστικής Φροντίδας αφορά καρκινοπαθείς.
«Στο εξωτερικό η ανακουφιστική φροντίδα αναπτύσσεται διαρκώς και υπάρχουν εξιδεικευμένοι κλινικοί ιατροί με τη μορφή υποειδικότητας. Στην Ελλάδα η ανακουφιστική φροντίδα δεν έχει θεσμοθετηθεί σαν ιατρική εξειδίκευση», ανέφερε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας Β, Κουλουλίας. Όπως σημείωσε, η ανακουφιστική φροντίδα μπορεί και πρέπει να ξεκινά από τα αρχικά στάδια της νόσου, ενώ στο ΚΕΣΥ έχουν ήδη κατατεθεί οι προτάσεις ειδικής 14μελούς επιτροπής για την εκπαίδευση στην ακτινοθεραπευτική ογκολογία όπου αναφέρεται σαν επιλογή από τον εκπαιδευόμενο για εξειδίκευση στο πλαίσιο της ειδικότητας. «Θεωρούμε σκόπιμη την ολιστική αντιμετώπιση των καρκινοπαθών στο πλαίσιο της ανακουφιστικής φροντίδας, η οποία πρέπει να απελευθερωθεί από την νοσοκομειακή περίθαλψη και να αναπτυχθεί σε φροντίδα κατ’ οίκον. Αυτό θα είχε σαν συνέπεια την αποδέσμευση της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης στα Νοσοκομεία της χώρας μας, με την προϋπόθεση ότι θα αναπτυχθεί σχετική ιατρική εξειδίκευση», συμπλήρωσε.
Κλείνοντας την εκδήλωση, η Πρόεδρος του Συλλόγου Ανακουφιστικής Φροντίδας Κρήτης «Ζαχαρίας Κ. Μπαντουβάς», Ρ. Μπαντουβά ανέλυσε τα πολλαπλά οφέλη της ανακουφιστικής φροντίδας για τους ασθενείς και τις οικογένειες τους, την κοινωνία και το Εθνικό Σύστηματος Υγείας, ποιους αφορά στην Ελλάδα, σχετικά παραδείγματα από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. «Το βασικό μέλημα της Ανακουφιστικής φροντίδας πρέπει να γίνει εξίσου γνωστό σε όλους τους εργαζομένους στον τομέα υγείας, αλλά και στο ευρύτερο κοινό, όπως το βασικό μέλημα της προληπτικής, θεραπευτικής και αποκαταστικής υγείας», σημείωσε.