Θετικότερα αξιολογούν την προσωπική τους υγεία οι συμμετέχοντες σε μια από τις δύο έρευνες που πραγματοποιήσε η IQVIA, αποτελέσματα των οποίων παρουσιασε στο πλαίσιο του συνεδρίου της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Οικονομίας & Πολιτικής της Υγείας (ΕΕΕΟΠΥ) .
Η μία έρευνα πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα πληθυσμού 800 ατόμων πανελλαδικά, τον Οκτώβριο του 2020, ενώ η δεύτερη έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή 1700 γιατρών 19 ειδικοτήτων, που πραγματοποιήθηκαν σε 3 φάσεις (Απρίλιο έως Ιούλιο), ενώ έγιναν και συνεντεύξεις σε φαρμακεία.
Στο γενικό πληιθυσμό, αίσθηση προκαλεί η αύξηση του ποσοστού συγκριτικά με πέρσι, των ερωτηθέντων που αξιολόγησαν θετικά την καταστάση της υγείας τους. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, το 73% των πολιτών δηλώνει ότι υγεία του είναι πολύ καλή ή καλή, σε σχέση με το περσινό 68%.
Στροφή στους ιδιώτες γιατρούς
Όπως ανέφερε η Μ. Τριανταφύλλου Head of Primary Intelligence της IQVIA καταγράφηκε μετακίνηση του πληθυσμού από γιατρούς του ΕΟΠΥΥ και του δημόσιου συστήματος υγείας σε ιδιώτες γιατρούς και συγχρόνως μικρότερη χρήση των δημόσιων νοσοκομείων και εν μέρει και των ιδιωτικών νοσοκομείων.
«Δηλαδή, τα άτομα που μας δήλωσαν πέρσι ότι όταν είχαν ένα πρόβλημα υγείας πήγαν σε δημόσιο νοσοκομείο αποτελούσαν το 35%, ενώ εφέτος το ποσοστό έπεσε 26%. Στα ιδιωτικά νοσοκομεία αυτή η μείωση είναι κατά τι μικρότερη, με τις επισκέψεις να μειώνεται από 12% σε 8%», σημείωσε η κ. Τριανταφύλλου.
Γενικότερα όπως καταγράφηκε μεγαλύτερη χρήση των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας. Οι νοσηλείες έχουν μειωθεί τόσο στα ιδιωτικά όσο και στα δημόσια νοσοκομεία, αλλά στις ιδιωτικά κλινικές έχει αυξηθεί η χρήση των νοσοκομείων για διαγνωστικά τεστ και επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία, σύμφωνα με την έρευνα.
Φρένο στις φυσικές επισκέψεις αλλά αύξηση της επικοινωνίας
Όπως ανέφεραν οι γιατροί που συμμετείχαν στην έρευνα, η εφαρμογή των περιοστικών μέτρων σήμανε και παύση των φυσικών επισκέψεων των ασθενών.
«Ένα τρομερό ποσοστό 96% των γιατρών δήλωσε τον Απρίλιο ότι οι επισκέψεις των ασθενών μειώθηκαν δραματικά. Σταδιακά αυτό αποκαταστάθηκε», ανέφερε η κ. Τριανταφύλλου.
Ωστόσο, αν και οι δια ζώσης επισκέψεις μειώθηκαν η επικοινωνία μεταξύ ασθενούς και γιατρού έγινε εντονότερη.
«Από τον Απρίλιο έως και τον Ιούνιο, κατά μέσο το 50% των ιατρών μας δηλώνουν ότι έχει ενταθεί η επικοινωνία με τους ασθενείς τους», πρόσθεσε η εισηγήτρια των ερευνών. Όπως εξήγησε οι κύριοι λόγοι επικοινωνίας αφορούσαν στον κορονοϊό, την αγωνία για τις συννοσηρότητα, τη λήξη των φαρμάκων, πιθανές εξετάσεις ή προγραμματισμένα χειρουργεία.
Η επικοινωνία γινόταν στην συντριπτική πλειοψηφία μέσω τηλεφώνου αλλά έγινε και με άλλα μέσα όπως οι διάφορες εφαρμογές (Viber, WhatsApp, Skype). 42% των ιατρών το Μάιο και 27% τον ούλιο δήλωναν πως επικοινωνούσαν με εφαρμογές με τους ασθενείς τους, ενώ και e-mail επικοινωνούσε σε ποσοστό γύρω στο 40%. Παράλληλα, έγινε χρήση και πλατφορμών των social media.
Χαμηλή γνώση τηλεϊατρικής
Σύμφωνα με την έρευνα, ο γενικός πληθυσμός στην πραγματικότητα έχει χαμηλή γνώση της τηλεϊατρικής.
Μόλις 16% του δείγματος δήλωσε ότι γνωρίζει πραγματικά τι είναι η τηλεϊατρική, ενώ το 51% δηλώνει ότι ξέρουν περίπου.
Παρόλα αυτά η πρόθεση χρήσης από το γενικό πληθυσμό έρχεται στο 44%. Ρωτώντας αντίστοιχα τους γιατρούς, μόλις το 14% δήλωσε ότι έχει χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια της πανδημίας εργαλεία τηλεϊατρικής και το 32% είναι θετικοί στη χρήση της τηλεϊατρικής από σήμερα και στο εξής. Υπάρχει όμως και ένα 45% των γιατρών που δηλώνει ότι ενδιαφέρεται αλλά μάλλον δεν θα τη χρησιμοποιήσει.
Σε ό,τι αφορά τα προγράμματα υποστήριξης ασθενών, όπως η κατ' οίκον παράδοση σκευασμάτων ή παραλαβή από το πλησιέστερο φαρμακείο, το 8% των πολιτών δήλωσε ότι έκαναν χρήση παραλαβής φαρμάκων στο σπίτι τους, ενώ το 20% δήλωσε ότι παρέλαβε φάρμακα από το κοντινό φαρμακείο.
Ακόμη, 20% δηλώνει ότι έκανε χρήση της άυλης συνταγογράφησης και το 34% ότι χρησιμοποίησε τις συνταγές τρίμηνης διάρκειας.