Η πανδημία που πλήττει τον πλανήτη φέρνει στο προσκήνιο, με το πιο σκληρό τρόπο, την αξία της αναπνοής. Εκατομμύρια άνθρωποι εντός αλλά και εκτός νοσοκομείων παλεύουν για μια ανάσα. Την αξία της ανάσας γνωρίζουν όμως πολύ καλά όσοι πάσχουν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, καθιστώντας το μήνυμα της σημερινής Παγκόσμιας Ημέρας κατά της ΧΑΠ, πιο επίκαιρο από ποτέ.
Για αυτό και η ενημέρωση των πολιτών γύρω από τη νόσο, που στη χώρα μας απειλεί το 10% με 11% των ανθρώπων άνω των 45 ετών, που έχουν προδιαθεσικό παράγοντα αποτελεί κύριο μέσο στη διαχείριση της.
Στο πλαίσιο της ενημερωτικής εκστρατείας #happyBREATHday, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά της ΧΑΠ, διεξήχθη μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με διακεκριμένους πνευμονολόγους, γύρω από την πάθηση και την αντιμετώπισής της. Η πρωτοβουλία με θέμα «Ενημερώνομαι, δρω, ζω καλύτερα με τη Χ.Α.Π.», γιορτάζει έναν χρόνο επιτυχημένων δράσεων της καμπάνιας #happyBREATHday, που υλοποιείται από τη φαρμακευτική εταιρεία Chiesi Hellas, υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (Ε.Π.Ε.).
ΧΑΠ: Νόσος μόνο των καπνιστών;
Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια πάθηση των Πνευμόνων. Γνωστή και ως «η νόσος των καπνιστών», η ΧΑΠ προκαλείται συνήθως από το τσιγάρο αν και άλλοι παράγοντες μπορεί να συμμετέχουν, είτε συνεργικά είτε ως ανεξάρτητοι, όπως εξήγησε ο Στέλιος Λουκίδης, Καθηγητής πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
Μεταξύ αυτών των παραγόντων είναι η καύση βιομάζας, η μόλυνση του περιβάλλοντος, η γενετική προδιάθεση, οι συχνές και σοβαρές λοιμώξεις στην παιδική ηλικία και η επαγγελματική έκθεση σε αέρια και σωματίδια.
«Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, το κάπνισμα αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα για την εκδήλωσή της. Και φυσικά όταν αναφερόμαστε στο κάπνισμα, δεν εννοούμε μόνο το ενεργητικό, δηλαδή τα τσιγάρα που κάνει ένας καπνιστής, αλλά και το παθητικό, δηλαδή τον καπνό που εισπνέουν όσοι βρίσκονται στον ίδιο χώρο με έναν καπνιστή», ανέφερε από την πλευρά της η Αφροδίτη Μπούτου, Πνευμονολόγος Επιμελήτρια Β’ στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσ/κης «Γεώργιος Παπανικολάου».
Συμπτώματα: Τα «καμπανάκια κινδύνου»
Η νόσος επιδεινώνει σοβαρά την ποιότητα ζωής των ασθενών, αλλά στα αρχικά της στάδια μπορεί να είναι πολύ ήπια, όπως αναφέρει ο κ. Λουκίδης.
Τα κύρια συμπτώματα της πάντως είναι βήχας, απόχρεμψη, φλέματα δηλαδή, αλλά και δύσπνοια, συμπτώματα που ποικίλουν σε βαρύτητα. «Η πάθηση χαρακτηρίζεται από κλείσιμο των αεραγωγών, των «σωλήνων» με τους οποίους αναπνέουμε. Το πρόβλημα διαγιγνώσκεται μέσω μιας ειδικής εξέτασης που μετράει τη δύναμη των πνευμόνων που λέγεται σπιρομέτρηση», σημειώνει ο κ. Λουκίδης.
Όπως εξηγεί ο Ελευθέριος Βρουβάκης, Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος, Διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής «Ανάσα» στο Metropolitan hospital, τα συμπτώματα που θα πρέπει να μας οδηγήσουν στον γιατρό είναι:
- Έκπτωση των δραστηριοτήτων στην καθημερινότητα λόγω αισθήματος δυσφορίας
- Βήχας, παραγωγικός ή μη παραγωγικός, ο οποίος αν και καθημερινός, συχνά θεωρείται φυσιολογικός από τον ασθενή λόγω καπνίσματος
- Απώλεια ευεξίας
- Απώλεια βάρους
- Άγχος
- Κατάθλιψη
«Ο ασθενής με ΧΑΠ δυσκολεύεται να εκτελέσει καθημερινές δραστηριότητες όπως να ανέβει σκάλες, να σηκωθεί από το κρεβάτι, να κάνει μπάνιο, να κάνει απλές καθημερινές δουλειές του σπιτιού», σημειώνει ο κ. Βρουβάκης.
Οι ασθενείς με ΧΑΠ μπορεί να παρουσιάζουν ακόμη και διαταραχές στον ύπνο!
«Επομένως καταλαβαίνετε πως όλα τα παραπάνω σίγουρα επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής των ασθενών με ΧΑΠ», προσέθεσε ο κ. Βουράκης.
Διάγνωση και αντιμετώπιση: Τα βήματα για τη διαχείριση της νόσου
Δυστυχώς, προς το παρόν, η νόσος δεν θεραπεύεται. «Αλλά, ευτυχώς, μπορεί να προληφθεί και να ελεγχθεί, εφ’ όσον διαγνωσθεί νωρίς, γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες αναχαίτισης της φυσικής πορείας της μέσω διακοπής του καπνίσματος και γίνουν οι κατάλληλες φαρμακευτικές και μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις», τόνισε ο κ. Λουκίδης.
Άμεση επίσκεψη στον πνευμονολόγο είναι η πρώτη κίνηση που θα πρέπει να κάνουν όλοι όσοι παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα.
«Παρά το γεγονός ότι το ιστορικό του ασθενή, δηλαδή το κάπνισμα, τα χρόνια συμπτώματα όπως δύσπνοια και βήχας ή συχνές λοιμώξεις αναπνευστικού, θέτουν την υποψία της ΧΑΠ, η διάγνωση γίνεται μόνο με την σπιρομέτρηση», ξεκαθαρίζει η κ. Μπούτου.
Μάλιστα, είναι πολύ σημαντικό να τεθεί σωστά η διάγνωση και να εκτιμηθεί και το στάδιο της νόσου, προκειμένου ο ασθενής να λάβει την κατάλληλη θεραπεία, σημειώνει η Πνευμονολόγος.
Η σπιρομέτρηση είναι μια σχετικά απλή, ανώδυνη και γρήγορη εξέταση που μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε πνευμονολογικό ιατρείο.
Μπορεί να πραγματοποιηθεί σε άτομα όλων των ηλικιών, από μικρά παιδιά μέχρι ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Απλά φυσούν στο σπιρόμετρο με συγκεκριμένο τρόπο, ακολουθώντας τις οδηγίες που δίδονται από τον ιατρό που εκτελεί την εξέταση.
«Με το σπιρόμετρο επί της ουσίας μετράται ο αέρας που μπορεί το άτομο να εκπνεύσει με συγκεκριμένο τρόπο, σε συγκεκριμένο χρόνο. Η διάγνωση της ΧΑΠ γίνεται με βάση αν ο όγκος του αέρα είναι φυσιολογικός ή όχι», σημείωσε η κ. Μπούτου.
Είναι σαφές πως η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην πρόληψη εξέλιξης της νόσου, με το ποσοστό αναπηρίας να καθορίζεται από τη βαρύτητα της νόσου (Ήπια- Μέτρια - Σοβαρή - Πολύ σοβαρή). Μάλιστα, όπως αναφέρει ο κ. Βρουβάκης, το 64% των ασθενών περνάνε το χρόνο τους καθιστοί ή ξαπλωμένοι, λόγω της ΧΑΠ, συγκριτικά με τους υγιείς συνομηλίκους τους.
Αλλά η διακοπή του καπνίσματος είναι η πρώτη και σημαντικότερη παρέμβαση που συστήνεται σε όλους. «Η διακοπή είναι απαραίτητη και για να προληφθεί η ανάπτυξη της νόσου, αλλά ακόμη και μετά την εκδήλωσή της, προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματική η αντιμετώπισή της και καλύτερη η ποιότητα ζωής του ασθενή», εξηγεί η κ. Μπούτου.
Οι βασικές παρεμβάσεις είναι:
- Διακοπή καπνίσματος
- Στοχευμένη φαρμακευτική αγωγή με τακτική παρακολούθηση από τον πνευμονολόγο τους
- Κινητοποίηση
Στο θεραπευτικό πεδίο, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα όσον αφορά στην κατανόηση και αντιμετώπιση της νόσου.
«Γνωρίζουμε πλέον ότι κάθε ασθενής είναι διαφορετικός και χρειάζεται ειδική προσέγγιση. Και ευτυχώς για τους ασθενείς που πάσχουν από ΧΑΠ και τους πνευμονολόγους που ασχολούνται με τη νόσο, υπάρχουν πλέον πολλές διαφορετικές διαθέσιμες θεραπείες, έτσι ώστε να μπορεί να χορηγηθεί η κατάλληλη για κάθε ασθενή», σχολίασε η κ. Μπούτου.
«Κατάλληλη θεραπεία σημαίνει λιγότερες παροξύνσεις της νόσου, λιγότερα χρόνια συμπτώματα, καλύτερη ποιότητα ζωής και μεγαλύτερη λειτουργικότητα για τους ασθενείς, κάτι που αλλάζει σημαντικά την καθημερινότητά τους. Και καθώς η έρευνα στον χώρο συνεχίζεται, αισιοδοξούμε ότι θα μπορούμε να βελτιώνουμε συνεχώς, όλο και περισσότερο και την ποιότητα ζωής και την πρόγνωση των ασθενών με ΧΑΠ», συμπλήρωσε.
«Εδώ και χρόνια μάθαμε πολλά για τη ΧΑΠ, ανακαλύφθηκαν νέες φαρμακευτικές αγωγές, έγινε σωστή ενημέρωση για τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος και κυρίως ξεπεράσαμε την απαισιόδοξη άποψη για τη νόσο δίνοντας ελπίδα και αισιοδοξία στους ασθενείς μας», πρόσθεσε ο κ. Λουκίδης.
ΧΑΠ και COVID-19
Οι ασθενείς με ΧΑΠ, λόγω της έκπτωσης της λειτουργίας των πνευμόνων τους, βρίσκονται ήδη σε μειονεκτική θέση απέναντι στη νόσο COVID-19 που σαρώνει τον πλανήτη.
Θα πρέπει, λοιπόν, να ακολουθούν ευλαβικά όλα τα μέτρα ατομικής προστασίας, ειδικά αυτά που αφορούν στην χρήση μάσκας, στην υγιεινή των χεριών και στην αποφυγή συγχρωτισμού, υπογραμμίζει η κ. Μπούτου.
«Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να αισθάνονται μια υποκειμενική δυσφορία με τη χρήση μάσκας, θα πρέπει όμως να γνωρίζουν ότι είναι ένα αναγκαίο μέτρο καθώς αποτελούν ευπαθή ομάδα, με ιδιαίτερη ευαισθησία στην εκδήλωση λοιμώξεων του αναπνευστικού. Επίσης θα πρέπει να ακολουθήσουν πιστά τις οδηγίες εμβολιασμού που τους έχουν δοθεί, όπως κάθε έτος», συμπληρώνει.
Η κ. Μπούτου τονίζει πως «ο βασικός στόχος για τους ασθενείς με ΧΑΠ κάθε έτος, και ιδιαίτερα φέτος εν μέσω πανδημίας είναι να βρίσκονται σε όσο το δυνατόν πιο σταθερή κατάσταση και να αποφύγουν τις παροξύνσεις.
Η λήψη της αγωγής τους πρέπει να είναι απαρέγκλιτη!
«Οι ασθενείς με ΧΑΠ δε θα πρέπει να προβαίνουν σε αλλαγή ή διακοπή της αγωγής τους, χωρίς να έχουν λάβει αντίστοιχη σύσταση από τον θεράποντα ιατρό. Και επειδή όλο αυτό το διάστημα διαπιστώσαμε ότι πολλοί ασθενείς απέφευγαν να επισκεφτούν ιατρό, ιδιαίτερα στο νοσοκομείο, με φόβο μήπως εκτεθούν στον κορωνοϊό, παρά το γεγονός ότι παρουσίαζαν συμπτώματα επιδείνωσης ή παρόξυνσης της νόσου, θα ήθελα να παροτρύνω τους ασθενείς, σε αντίστοιχες περιπτώσεις, να επικοινωνούν με τον ιατρό τους», προσθέτει η γιατρός.