Οι… «λυπητερές», τα σημειώματα δηλαδή με το συνολικό ποσό της υπέρβασης στην εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, έφθασαν χθες στις φαρμακευτικές εταιρείες, ενισχύοντας τις ανησυχίες για την πορεία του προϋπολογισμού.
Το ποσό που καλύπτει ο ΕΟΠΥΥ για την εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, τα σκευάσματα που προμηθεύονται οι πολίτες από τα ιδιωτικά φαρμακεία και φαρμακεία του Οργανισμού, παραμένει σταθερός 1,945 δισ. ευρώ εδώ και περίπου 5 χρόνια. Οι ανάγκες όμως ενός πληθυσμού που γερνά, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανάγκη για υγειονομική περίθαλψη αποδεικνύουν στην πράξη πως πρόκειται για ένα ανεπαρκές ποσό. Αυτό αντικατοπτρίζει και το ποσό της υπέρβασης της δαπάνης (γνωστό και ως clawback), το οποίο εκτροχιάζεται χρόνο με το χρόνο. Το ποσό που καλούνται να καταβάλλουν οι επιχειρήσεις του κλάδου.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα σημειώματα που έλαβαν μόλις χθες οι εταιρείες, το ποσό της υπέρβασης για το 2019 έφθασε τα 786,5 εκατ. ευρώ!
Αν και είναι χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις επιχειρήσεων και ΕΟΠΥΥ, που έβλεπαν το clawback να ξεπερνά τα 800 εκατ. ευρώ, πρόκειται και πάλι για ένα ποσό αυξημένο κατά 214, 5 εκατ. ευρώ σε σχέση με το ποσό της υπέρβασης του 2018!
Το clawback του 2019 είναι δηλαδή αυξημένο κατά 38% σε σχέση με το 2018, το οποίο είχε διαμορφωθεί στα 572 εκατ. ευρώ.
Διαβάστε επίσης: «Χρυσά» πλήρωσαν οι πολίτες το 2019 τα φάρμακα
Οι φαρμακευτικές εταιρείες προειδοποιούν πως η «διαβρωτική» επίδραση του clawback, σε συνδυασμό με τις ατελέσφορες και δαιδαλώδεις πολιτικές που εφαρμόζονται στο φάρμακο θέτουν σε κίνδυνο τόσο τη βιωσιμότητα του κλάδου όσο και τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας.
Όπως εξήγησε στη συνέντευξη τύπου ΣΦΕΕ – ΙΟΒΕ, για την παρουσίαση της μελέτης για τη φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, Ολ. Παπαδημητρίου «τόσο στα χρόνια της μακρόχρονης οικονομικής κρίσης όσο και πρόσφατα με την πανδημία του COVID-19 ο κλάδος απέδειξε πως είναι εδώ, εξασφαλίζοντας επάρκεια φαρμάκων και καλύπτοντας όλες τις φαρμακευτικές ανάγκες των Ελλήνων ασφαλισμένων και ασθενών, στηρίζοντας τους επαγγελματίες υγείας, πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας, αλλά και το ίδιο το σύστημα υγείας».
«Η βιωσιμότητά του κλάδου μας, όμως, απειλείται από την έλλειψη προβλεψιμότητας, την υπερφορολόγηση, την απουσία καινοτομίας, την μερική μόνο υλοποίηση των απαραίτητων και ψηφισμένων μεταρρυθμίσεων. Δεν μπορεί να απειλείται άλλο, γιατί έτσι απειλείται και η ίδια η βιωσιμότητα του συστήματος δημόσιας υγείας», πρόσθεσε.
Ειδικότερα, βάσει των δεδομένων που απεστάλησαν στις επιχειρήσεις, το 2ο εξάμηνο του 2019, η φαρμακευτική δαπάνη για εξωνοσοκομειακά φάρμακα διαμορφώθηκε στα 1,71 δισ. ευρώ, όταν ο προϋπολογισμός για το ίδιο διάστημα προβλέπει 972,5 εκατ. ευρώ. Αφαιρώντας, σχετικά rebate και λοιπές εκπτώσεις προκύπτει το συνολικό ποσό της υπέρβασης για το περασμένο έτος στα 786,5 εκατ. ευρώ.
Η απόκλιση από την αρχική εκτίμηση των 810 εκατ. ευρώ του ΕΟΠΥΥ σχετίζεται ενδεχομένως και με το ποσό των 34 εκατ. ευρώ που εισέπραξε ο Οργανισμός από ευρωπαϊκούς ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Τα στοιχεία φαίνεται να επιβεβαιώνουν και τις εκτιμήσεις του ΣΦΕΕ για την πορεία της εξωνοσοκομειακής δαπάνης το 2019 αλλά και τις συνολικές επιβαρύνσεις που μόνο για τα συγκεκριμένα φάρμακα ανέρχεται σε 1,335 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 3,9 δισ. ευρώ το 2019. Είναι ενδεικτικό, δε, ότι η δημόσια εξωνοσοκομειακή χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 61% την περίοδο 2009-2019. Η μείωση αυτή όμως οδήγησε σε εκτίναξη της συμμετοχής της βιομηχανίας στις δαπάνες για φάρμακα την ίδια περίοδο κατά 264%.
Αλλά και για τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Το ποσό που καλύπτει η πολιτεία διαμορφώθηκε στα 500 εκατ. ευρώ για το 2019 μειωμένη κατά -44% σε σχέση με το 2015 (764 εκατ. ευρώ). Η μείωση της δημόσιας δαπάνης σε αυτή την περίπτωση συνοδεύτηκε από αύξηση της επιβάρυνσης των εταιρειών, η οποία για το περσινό έτος εκτιμάται στα 483 εκατ. ευρώ.