Επενδύσεις, αλλά και επιστήμονες και στελέχη υψηλής κατάρτισης προσελκύονται όλο και περισσότερο από χώρες εκτός Ευρώπης, ως αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κατάσταση αυτή κινδυνεύει να επιδεινωθεί αν δεν ληφθούν οι κατάλληλες αποφάσεις στο πλαίσιο αναθεώρησης του νομοθετικού πλαισίου της Ε.Ε. για τη φαρμακευτική βιομηχανία, προειδοποιούν ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικός Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) και το ευρωπαϊκό του όργανο EFPIA, σε επιστολή που εστάλη τόσο στον Έλληνα Πρωθυπουργό όσο και στους ευρωπαίους ομολόγους του.
Η επιστολή απευθύνεται σε αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα συναντηθούν στις 9-10 Φεβρουαρίου, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, για να συζητήσουν, μεταξύ άλλων θεμάτων, την απάντηση της Ε.Ε. στα ζητήματα βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.
«Το μέλλον ενός από τους μεγαλύτερους κλάδους υψηλής τεχνολογίας της Ευρώπης, της βιοφαρμακευτικής βιομηχανίας, που κινείται με οδηγό την έρευνα, βρίσκεται στην "κόψη του ξυραφιού" και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα "κλειδιά" είτε για να "ξεκλειδώσει την πόρτα προς το μέλλον της ή να την "σφραγίσει"», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει η νέα νομοθεσία θα είναι διαρκείς τόσο στον κλάδο όσο και στην πρόσβαση των ευρωπαίων ασθενών σε νεότερες κλινικές έρευνες, προόδους στη θεραπεία, αλλά και στη δημόσια υγεία συνολικά, όπως εκτιμούν.
«Για την Ευρώπη, η επιλογή είναι ξεκάθαρη• ένα ακμάζον βιοφαρμακευτικό οικοσύστημα με κορυφαία ιατρική επιστήμη που υποστηρίζει την οικονομική ευημερία και τις ευρωπαϊκές θέσεις εργασίας ή μια συνεχής απώλεια επενδύσεων και ταλέντων, που έχουν δελεαστεί από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ή από την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού», τονίζουν. Υπενθυμίζουν, δε, ότι ο διεθνής ανταγωνισμός για επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία παραμένει υψηλός.
«Τη δεκαετία του 1990 οι μισές από τις νέες θεραπείες αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη. Αυτός ο αριθμός είναι τώρα μόλις μια στις πέντε. Το 2002 ο ΗΠΑ δαπάνησαν 2 δισ. δολάρια περισσότερα από την Ευρώπη για φαρμακευτική έρευνα και ανάπτυξη, τώρα δαπανούν 25 δισ. δολάρια περισσότερα», προσθέτουν.
Η Επιστολή
Θα συναντηθείτε στις 9-10 Φεβρουαρίου για να συζητήσετε την απάντηση της Ε.Ε. στα ζητήματα βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Η διενέργεια αυτής της συζήτησης γίνεται σε μια κατάλληλη χρονική στιγμή. Το μέλλον ενός από τους μεγαλύτερους κλάδους υψηλής τεχνολογίας της Ευρώπης, της βιοφαρμακευτικής βιομηχανίας, που κινείται με οδηγό την έρευνα, βρίσκεται στην «κόψη του ξυραφιού» και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα «κλειδιά» είτε για να «ξεκλειδώσει» την πόρτα προς το μέλλον της ή να την «σφραγίσει». Στις 14 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει μια σημαντική αναθεώρηση του κοινοτικού νομοθετικού πλαισίου για την φαρμακευτική βιομηχανία.
Συμφωνούμε με τα πρόσφατα σχόλια της Προέδρου von der Leyen στο Davos, ότι «πρέπει να συνεχίζουμε να επενδύουμε στην ενίσχυση της βιομηχανικής μας βάσης, καθιστώντας την Ευρώπη πιο φιλική στις επενδύσεις και την καινοτομία. Βλέπουμε επιθετικές προσπάθειες προσέλκυσης των βιομηχανικών μας δυνατοτήτων σε χώρες όπως η Κίνα αλλά και αλλού. Γνωρίζουμε δε, ότι μελλοντικές επενδυτικές αποφάσεις θα ληφθούν βασιζόμενες σε ό,τι κάνουμε σήμερα». Η ευρωπαϊκή φαρμακευτική βιομηχανία ανησυχεί ότι οι επερχόμενες προτάσεις δρουν ενάντια σε αυτή την ατζέντα.
Αυτή η νέα νομοθεσία θα έχει διαρκή, σημαντική και μακροχρόνια επίπτωση σε έναν κλάδο που συμβάλλει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο κλάδο καινοτομίας στο εμπορικό πλεόνασμα της Ε.Ε., με 136 δισ. ευρώ ετησίως. Απασχολεί 840 χιλιάδες άτομα σε όλη την Ευρώπη και επανεπενδύει μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων του σε ευρωπαϊκή έρευνα και ανάπτυξη συγκριτικά με οποιονδήποτε άλλο κλάδο υψηλής τεχνολογίας, ποσοστό που αναλογεί σε 42 δισ. ευρώ ετησίως. Κυρίως, όμως, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην πρόσβαση των ευρωπαίων ασθενών σε νεότερες κλινικές έρευνες, προόδους στη θεραπεία, αλλά και στη δημόσια υγεία συνολικά.
Για την Ευρώπη, η επιλογή είναι ξεκάθαρη• ένα ακμάζον βιοφαρμακευτικό οικοσύστημα με κορυφαία ιατρική επιστήμη που υποστηρίζει την οικονομική ευημερία και τις ευρωπαϊκές θέσεις εργασίας ή μια συνεχής απώλεια επενδύσεων και ταλέντων, που έχουν δελεαστεί από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ή από την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, με την υπόσχεση ενός οράματος, φιλοδοξίας και πλαίσιο πολιτικών που ωθεί την ιατρική καινοτομία, αντί να την «πνίγει».
Ο διεθνής ανταγωνισμός για επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία δεν είναι κάτι καινούργιο. Τη δεκαετία του 1990 οι μισές από τις νέες θεραπείες αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη. Αυτός ο αριθμός είναι τώρα μόλις μια στις πέντε. Το 2002 ο ΗΠΑ δαπάνησαν 2 δισ. δολάρια περισσότερα από την Ευρώπη για φαρμακευτική έρευνα και ανάπτυξη, τώρα δαπανούν 25 δισ. δολάρια περισσότερα. Η απασχόληση στο φαρμακευτικό κλάδο στην Κίνα έχει αυξηθεί κατά 800% τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Αυτές οι χώρες παρέχουν ένα καθεστώς πνευματικές ιδιοκτησίας που είναι κρίσιμο για το μέλλον της έρευνας και ανάπτυξης και για μια βιώσιμη αγορά.
Οι Βρυξέλλες «κρατούν τα κλειδιά» που θα ξεκλειδώσουν την υγεία, την καινοτομία και την οικονομική προοπτική της μεγαλύτερης βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας, ώστε να καταστεί ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχει τη δύναμη να ανακόψει τη ροή επενδύσεων, αφήνοντας την Ευρώπη στην «ανοιχτή αγκάλη» των ΗΠΑ και της Κίνας. Αν η Ε.Ε. πράξει τα δέοντα, η βιοφαρμακευτική βιομηχανία της Ευρώπης, που βασίζεται στην έρευνα, βρίσκεται σε μοναδική θέση για να προσφέρει περισσότερα στους ασθενείς, προς ένα πιο υγιές μέλλον.