Στην εγχώρια αγορά φαρμάκου εκτιμάται ότι δραστηριοποιούνται περίπου 106 παραγωγικές και εισαγωγικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις, με αξιόλογη, δυναμική, μακρόχρονη και ισχυρή παρουσία. Η ηλικιακή διάρθρωση και η γήρανση του πληθυσμού, οι δαπάνες για υγεία και φάρμακα, το υγειονομικό σύστημα της χώρας, καθώς και οι δείκτες τιμών παραγωγής και καταναλωτή για φαρμακευτικά προϊόντα αποτελούν τους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν την ζήτηση των φαρμάκων.
H Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF επισημαίνει ότι η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε το 2020 κατά 3% σε σχέση με το 2019 και ανήλθε σε €2.001 εκατ. Το Clawback & Rebate στην εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα το 2020 σε σχέση με το 2019, διαμορφούμενο σε €1.304 εκατ.
Παράλληλα, η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη παρουσίασε μικρή μείωση την διετία 2019-2020 και υπολογίζεται σε €1.578 εκατ. το 2020. Σχετικά με την δημόσια νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, αυτή εμφάνισε αύξηση το 2020 σε σχέση με το 2019 κατά 1,3% και ανήλθε σε €605 εκατ. Επιπλέον, το Clawback & Rebate στην νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη παρουσίασε σημαντική άνοδο την διετία 2019-2020, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 21,6% και διαμορφώθηκε σε €569 εκατ. το 2020.
Η παραγωγή φαρμάκου σε αξία (ex factory) στην Ελλάδα σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο την περίοδο 2017-2020, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου 19%. Σημαντικός παράγοντας για την αύξηση της παραγωγής την συγκεκριμένη περίοδο αποτέλεσε η κατακόρυφη αύξηση των εξαγωγών των φαρμάκων.
Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Μανέτα, Consultant της Διεύθυνσης Οικονομικών - Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF, ο οποίος επιμελήθηκε την εν λόγω μελέτη, η εγχώρια αγορά των φαρμακευτικών εταιρειών ακολούθησε ανοδική πορεία τα τελευταία έτη, σημειώνοντας αύξηση 4,3% το 2020 σε σχέση με το 2019. Σημαντικό ρόλο για την άνοδο της εν λόγω αγοράς διαδραμάτισε η διαχρονική αύξηση της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης από το 2016.
Αναφορικά την εμφάνιση της πανδημίας Covid-19 η οποία έπληξε την ελληνική επικράτεια, οι φαρμακευτικές εταιρείες όπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς δεν επηρεάστηκαν αρνητικά στο σύνολό τους, συνεχίζοντας αδιαλείπτως την δραστηριότητά τους.
Επιπλέον, ο κος Μανέτας επισημαίνει ότι από το συνολικό μέγεθος αγοράς το 2020, το 44% περίπου αφορά την αξία πωλήσεων των φαρμάκων που διατέθηκαν απευθείας σε νοσοκομεία και στα φαρμακεία ΕΟΠΥΥ, ενώ το υπόλοιπο 56% αφορά πωλήσεις φαρμάκων προς φαρμακεία
Παράλληλα, νέα ώθηση στον κλάδο έφερε ο συμψηφισμός των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης με το επιβαλλόμενο clawback, δίνοντας νέο κίνητρο στις επιχειρήσεις να προβούν σε περαιτέρω επενδύσεις. Τέλος, με βάση τις ισχύουσες συνθήκες της αγοράς, παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι η εγχώρια αγορά των φαρμακευτικών επιχειρήσεων αναμένεται να ακολουθήσει σταθερή ανοδική πορεία τα προσεχή έτη.
Η κα Παντελαἰου αναφέρει επίσης ότι ο βαθμός συγκέντρωσης στον κλάδο κυμαίνεται σε σχετικά υψηλά επίπεδα, δεδομένου ότι οι πέντε (5) και δέκα (10) μεγαλύτερες εταιρείες κάλυψαν αντίστοιχα το 32% και το 47% των συνολικών πωλήσεων των φαρμάκων.
Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών και συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός πενταετίας βάσει δείγματος παραγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού 26 αντιπροσωπευτικών παραγωγικών εταιρειών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη περίοδο 2016-2020, προκύπτουν τα εξής:
Το σύνολο του ενεργητικού των εταιρειών του δείγματος παρουσίασε σωρευτική αύξηση 57,7% την εξεταζόμενη περίοδο (2016-2020), ακολουθώντας σταθερά ανοδική πορεία. Αυξητικές τάσεις την τελευταία τριετία ακολούθησαν τα ίδια κεφάλαια (σωρευτική αύξηση 32,9% το 2020/2016). Οι μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις και προβλέψεις παρουσίασαν διαχρονική αύξηση την εξεταζόμενη πενταετία και ενισχύθηκαν σημαντικά κατά 81,4% το 2020/16. Αντίστοιχη πορεία ακολούθησαν και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις την εξεταζόμενη πενταετία (σωρευτική αύξηση 66,8% το 2020/2016).
Σημαντική αύξηση 62,6% παρουσίασαν οι συνολικές πωλήσεις το 2020 σε σχέση με το 2016, ακολουθώντας σταθερά ανοδική πορεία την εξεταζόμενη πενταετία. Μεγάλη σωρευτική αύξηση παρουσίασαν και τα κέρδη EBITDA των 26 επιχειρήσεων την ίδια περίοδο καταγράφοντας εντυπωσιακή διαχρονική αύξηση την τριετία 2018-2020. Το συνολικό τελικό (καθαρό) αποτέλεσμα των 26 εταιρειών ήταν θετικό καθ΄ όλη την πενταετία, σημειώνοντας μεγάλη διαχρονική αύξηση την τελευταία τριετία. Τέλος, από τις 26 εταιρείες του δείγματος 24 ήταν κερδοφόρες το 2020, έναντι 23 κερδοφόρων εταιρειών το 2019.
Παράλληλα, στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών και συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός πενταετίας βάσει δείγματος εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού 60 αντιπροσωπευτικών εισαγωγικών εταιρειών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη περίοδο 2016-2020, προκύπτουν τα εξής:
Το σύνολο του ενεργητικού των εταιρειών του δείγματος παρουσίασε σωρευτική αύξηση 16,0% την εξεταζόμενη πενταετία ακολουθώντας ανοδική πορεία την τελευταία τριετία. Ετήσιες αυξομειώσεις παρουσίασαν τα ίδια κεφάλαια την εξεταζόμενη περίοδο (σωρευτική αύξηση 4,6% το 2020/2016). Οι μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις και προβλέψεις ακολούθησαν καθοδική πορεία την τριετία 2017-2019, ενώ το 2020 εμφάνισαν αύξηση.
Συγκριτικά με το 2016 εμφανίζονται μειωμένες κατά 16,7%. Οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις παρουσίασαν αυξητικές τάσεις την τελευταία τριετία, εμφανίζοντας σωρευτική αύξηση 27,5% το 2020/2016. συνολικός κύκλος εργασιών των 60 επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε διαχρονική αύξηση την 5-ετία 2016-2020 (σωρευτική αύξηση 10,1% το 2020/2016). Μεγάλη σωρευτική αύξηση παρουσίασαν και τα κέρδη EBITDA των 60 επιχειρήσεων την ίδια περίοδο καταγράφοντας ετήσιες αυξομειώσεις την εξεταζόμενη πενταετία. Το συνολικό τελικό (καθαρό) αποτέλεσμα των 60 εταιρειών ήταν θετικό καθ΄ όλη την πενταετία, καταγράφοντας μεγάλη σωρευτική αύξηση την πενταετία 2016-2020.
Τέλος, από τις 60 εταιρείες του δείγματος 56 ήταν κερδοφόρες το 2020, έναντι 52 κερδοφόρων εταιρειών το 2019.