Σε ένα ευρύ πληθυσμό ασθενών με άσθμα με εκδήλωση φλεγμονώδους αντίδρασης Τύπου 2, η οποία ορίστηκε ως αυξημένος αριθμός ηωσινόφιλων (EOS) ή αυξημένα επίπεδα κλάσματος εκπνεόμενου μονοξειδίου του αζώτου (FeNO), το dupilumab, ως επιπρόσθετη θεραπεία στην καθιερωμένη, μείωσε σημαντικά τις κρίσεις άσθματος (παροξύνσεις) και βελτίωσε την λειτουργία των πνευμόνων, σε διάστημα μόλις δύο εβδομάδων μετά τη χορήγηση της πρώτης δόσης, σε σύγκριση με την καθιερωμένη θεραπεία μόνο. Πάνω από το 90% των παιδιών που συμμετείχαν στη μελέτη έπασχαν ταυτόχρονα από τουλάχιστον μία ακόμη νόσο που χαρακτηρίζεται από την φλεγμονή τύπου 2, όπως η ατοπική δερματίτιδα και η ηωσινοφιλική οισοφαγίτιδα. Τα αποτελέσματα ασφάλειας από την κλινική μελέτη ήταν γενικά συνεπή με το γνωστό προφίλ ασφάλειας του dupilumab σε ασθενείς ηλικίας 12 ετών και άνω με μέτριο έως σοβαρό άσθμα.
«Τα παιδιά με μη ελεγχόμενο μέτριο έως σοβαρό άσθμα συχνά δυσκολεύονται να αναπνεύσουν, κατά κύριο λόγο εξαιτίας της μειωμένης λειτουργίας των πνευμόνων, γεγονός που μπορεί να έχει σοβαρή επίπτωση στην ποιότητα ζωής τους. Μειώνεται η ικανότητά τους να συμμετέχουν σε καθημερινές δραστηριότητες, ενώ παράλληλα το παιδί και η οικογένειά του υφίστανται μεγάλες συναισθηματικές επιπτώσεις», δήλωσε ο John Reed, M.D., Ph.D., Global Head of Research and Development της Sanofi. «Το dupilumab αποτελεί τον μοναδικό βιολογικό παράγοντα που στο πλαίσιο μιας ελεγχόμενης μελέτης Φάσης 3 έδειξε ότι βελτιώνει την λειτουργία των πνευμόνων σε παιδιά, γεγονός που είναι γενικά συνεπές με τα αποτελέσματα που έχουν παρατηρηθεί στις μελέτες εφήβων και ενηλίκων. Αυτά τα θετικά δεδομένα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για τους νεότερους ασθενείς που πασχίζουν να διαχειριστούν το μη ελεγχόμενο άσθμα τους».
Παρότι υπάρχει καθιερωμένη θεραπεία, όπως τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, τα παιδιά με μη ελεγχόμενο μέτριο έως σοβαρό άσθμα συνεχίζουν να παρουσιάζουν συμπτώματα όπως βήχας, συριγμός και δυσκολία στην αναπνοή και να διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών κρίσεων άσθματος.
Για τα συγκεκριμένα παιδιά, αυτή η κατάσταση συχνά οδηγεί σε νοσηλείες και επισκέψεις στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, ενώ απαιτείται η χρήση συστηματικών κορτικοστεροειδών η οποία ενέχει σημαντικούς κινδύνους όταν γίνεται μακροχρόνια. Το μη ελεγχόμενο άσθμα είναι δυνατό να αναγκάσει τα παιδιά να απουσιάσουν από το σχολείο και να επηρεάσει τη σωματική δραστηριότητα και συνηθισμένες ασχολίες, όπως το να ανεβαίνουν μία σκάλα και να συμμετέχουν σε αθλήματα. Στις ΗΠΑ, υπάρχουν περίπου 75.000 παιδιά ηλικίας 6-11 ετών με μη ελεγχόμενο μέτριο έως σοβαρό άσθμα και πολύ περισσότερα παιδιά πάσχουν από τη συγκεκριμένη νόσο παγκοσμίως.
«Παιδιά με μέτριο έως σοβαρό άσθμα ζουν με ένα βαρύ και απρόβλεπτο φορτίο της νόσου. Ακόμα κι όταν λαμβάνουν τη μέγιστη δυνατή δόση φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών, εμφανίζουν πολλές κρίσεις άσθματος κάθε χρόνο που ενδέχεται να χρήζουν νοσηλείας», δήλωσε ο George D. Yancopoulos, M.D., Ph.D., President και Chief Scientific Officer της Regeneron. «Αυτά τα εντυπωσιακά δεδομένα από μελέτες Φάσης 3 σε παιδιά με άσθμα δείχνουν ότι το dupilumab μειώνει σημαντικά τον ετήσιο αριθμό παροξύνσεων άσθματος, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνει σταθερά την λειτουργία των πνευμόνων στους ασθενείς με δείκτες φλεγμονής τύπου 2».
Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο αξιολόγησε το ετησιοποιημένο ποσοστό των σοβαρών παροξύνσεων άσθματος σε δύο βασικούς προκαθορισμένους πληθυσμούς: ασθενείς με τιμές ηωσινόφιλων (EOS) ≥300 κύτταρα/μικρόλιτρο κατά την έναρξη της μελέτης και ασθενείς με δείκτες φλεγμονής τύπου 2 (FeNO ≥20 ppb ή EOS ≥150 κύτταρα/μικρόλιτρο). Στις συγκεκριμένες ομάδες ασθενών, εκείνοι που έλαβαν dupilumab (100 mg ή 200 mg κάθε δύο εβδομάδες, ανάλογα με το βάρος) ως προσθήκη στην καθιερωμένη θεραπεία παρουσίασαν αντίστοιχα:
- Μειωμένο ποσοστό σοβαρών παροξύνσεων άσθματος, με μέση μείωση κατά 65% (p0,0001) και 59% (p0,0001) σε διάστημα ενός έτους σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (0,24 και 0,31 συμβάματα ανά έτος για το dupilumab έναντι 0,67 και 0,75 για το εικονικό φάρμακο, αντίστοιχα)
- Βελτιωμένη λειτουργία των πνευμόνων στις 12 εβδομάδες, σε σύγκριση με την έναρξη της μελέτης, κατά 10,15 και 10,53 ποσοστιαίες μονάδες για το dupilumab έναντι 4,83 και 5,32 ποσοστιαίων μονάδων για το εικονικό φάρμακο (μέση διαφορά βάσει της μεθόδου ελάχιστων τετραγώνων για το dupilumab έναντι εικονικού φαρμάκου 5,3 και 5,2 ποσοστιαίων μονάδων, p=0,0036 και p=0,0009), αντίστοιχα, όπως μετρήθηκε βάσει του προβλεπόμενου ποσοστού του βίαια εκπνεόμενου όγκου αέρα στο πρώτο δευτερόλεπτο (FEV1pp).
Το προβλεπόμενο ποσοστό του FEV1 αποτελεί ένα συνηθισμένο καταληκτικό σημείο στις παιδιατρικές μελέτες του άσθματος για την αξιολόγηση της μεταβολής στην λειτουργία των πνευμόνων ενός ασθενούς σε σύγκριση με την προβλεπόμενη λειτουργία των πνευμόνων βάσει μιας σειράς παραγόντων όπως η ηλικία, το ύψος και το φύλο, που χρησιμοποιείται για να προσδιοριστεί η αυξανόμενη πνευμονική χωρητικότητα σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης των παιδιών. Η συγκεκριμένη κλινικώς σημαντική βελτίωση της πνευμονικής λειτουργίας παρατηρήθηκε σε διάστημα μόλις δύο εβδομάδων και διατηρήθηκε για διάστημα έως και 52 εβδομάδων θεραπείας.
Τα αποτελέσματα ασφάλειας από τη μελέτη ήταν γενικά συνεπή με το γνωστό προφίλ ασφάλειας του dupilumab σε ασθενείς ηλικίας 12 ετών και άνω με μέτριο έως σοβαρό άσθμα. Σε διάστημα ενός έτους, τα συνολικά ποσοστά ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν 83% για το dupilumab και 80% για το εικονικό φάρμακο. Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες με το dupilumab έναντι του εικονικού φαρμάκου περιλάμβαναν αντιδράσεις στο σημείο έγχυσης (18% για το dupilumab και 13% για το εικονικό φάρμακο), ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού (12% για το dupilumab και 10% για το εικονικό φάρμακο) και ηωσινοφιλία (6% για το dupilumab και 1% για το εικονικό φάρμακο).
Το dupilumab είναι ένα πλήρως ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα που αναστέλλει τη σηματοδότηση των πρωτεϊνών ιντερλευκίνη-4 (IL-4) και ιντερλευκίνη-13 (IL-13). Δεδομένα από κλινικές μελέτες του dupilumab έχουν δείξει ότι η ιντερλευκίνη-4 και η ιντερλευκίνη-13 είναι βασικοί παράγοντες της φλεγμονής τύπου 2 που παίζει σημαντικό ρόλο στο άσθμα, τη χρόνια ρινοκολπίτιδα με ρινικούς πολύποδες, την ατοπική δερματίτιδα και την ηωσινοφιλική οισοφαγίτιδα.