Η συζήτηση για την ανεξέλεγκτη πορεία της φαρμακευτικής δαπάνης των τελευταίων χρόνων, που αποτυπώνεται σε μια διαρκή αύξηση των υποχρεωτικών επιστροφών που καταβάλλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες, την ώρα που ο δημόσιος προϋπολογισμός παραμένει «παγωμένος», μοιάζει να αμελεί και την παράμετρο της συμμετοχής του ασθενούς.
Σύμφωνα με πληροφορίες του News4Health, βάσει αρχικών υπολογισμών, οι πολίτες κατέβαλλαν περίπου 1 δισ. ευρώ σε συμμετοχές για την αγορά φαρμάκων, βάσει των θεσμοθετημένων ποσοστών 10% και 25%, ή αγοράζοντας το σκεύασμα χωρίς αποζημίωση.
Αλλά παρότι το Υπ. Υγείας, με τις τελευταίες παρεμβάσεις και ιδίως χάρη στις συμφωνίες που επετεύχθησαν μέσω της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, φαίνεται να επιτυγχάνει την πρώτο στόχο της υποχρέωσης έναντι του Ταμείου Ανάκαμψης για μείωση του clawback κατά 50 εκατ. ευρώ, η συμμετοχή των ασθενών στα φάρμακα παραμένει σταθερή. Ο βασικός κερδισμένος αποδεικνύεται ο ΕΟΠΥΥ, που παίρνει μεγαλύτερες εκπτώσεις και εισπράττει περισσότερες επιστροφές από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, ενώ η λιανική τιμή βάσει της οποίας διαμορφώνεται το ύψος της συμμετοχής των ασθενών δεν επηρεάζεται.
Ο «κερδισμένος» ΕΟΠΥΥ και το clawback του δισεκατομμυρίου
Το σύνολο της φαρμακευτικής δαπάνης φέρεται να διαμορφώνεται στα 3,5 δισ. ευρώ, αλλά από αυτά ο βασικός φορέας κοινωνικής ασφάλισης καλύπτει μόλις ένα μέρος του. Αν αφαιρέσουμε και το 1 δισ. ευρώ της συμμετοχής των ασθενών, από τα 2,5 δισ. ευρώ που φέρεται να υπολείπονται μόλις το 1,24 δισ. ευρώ καλύπτει ο ΕΟΠΥΥ για τα φάρμακα που διατίθενται από τα ιδιωτικά φαρμακεία, τα υπόλοιπα, περίπου τα μισά δηλαδή, καλύπτονται από τις υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές που καλούνται να καταβάλλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες.
Αν κάποιος βγαίνει, τρόπων τινά, κερδισμένος από αυτή την διαστρεβλωμένη πραγματικότητα του φαρμάκου στην Ελλάδα, μοιάζει να είναι, λοιπόν, ο ΕΟΠΥΥ. Τουλάχιστον, στο βαθμό που το σύνολο της δαπάνης αποτυπώνει και τις πραγματικές ανάγκες της χώρας σε φάρμακα.
Σύμφωνα με κάποια πρώτα στοιχεία που παρέθεσαν εκπρόσωποι φαρμακευτικών εταιρειών σε επιστολή προς τον Υπ. Υγείας, το 2022 οι υποχρεωτικές επιστροφές (clawback και rebate) εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 685 εκατ. ευρώ. Πρόκειται, όμως για φάρμακα που δεν έχουν ενταχθεί σε κλειστούς προϋπολογισμούς.
Και ερχόμαστε στο περίπλοκο θέμα των κλειστών προϋπολογισμών (ή ένα ακόμη περίπλοκο κομμάτι της φαρμακευτικής δαπάνης). Προς όφελος του ΕΟΠΥΥ λειτουργούν και οι προσπάθειες εντατικοποίησης των διαδικασιών στο πλαίσιο της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, η οποία ζητάει υψηλές εκπτώσεις από τις φαρμακευτικές εταιρείες, προκειμένου να ενταχθούν σε κλειστό προϋπολογισμό και να αποζημιώνονται από την κοινωνική ασφάλιση.
Επιπρόσθετα, υπάρχουν και κλειστοί προϋπολογισμοί που θα ενεργοποιηθούν με αναδρομική ισχύ για το δεύτερο εξάμηνο του 2022, επηρεάζοντας τον τελικό «λογαριασμό», μειώνοντας περαιτέρω δηλαδή το εμφανές clawback.
Εκπτώσεις που παραχωρούνται στο πλαίσιο συμφωνιών, αλλά ακόμα και πιθανές υπερβάσεις, όμως, σε κλειστούς προϋπολογισμούς δεν γίνονται γνωστές. Από το 1,24 δισ. ευρώ που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ για φάρμακα που διακινούνται στα ιδιωτικά φαρμακεία, τα 300 εκατ. ευρώ κατευθύνονται σε κλειστούς προϋπολογισμούς και περίπου 940 εκατ. ευρώ στα υπόλοιπα.
Παρά τα παραπάνω, εκτιμάται πως συνολικά οι φαρμακευτικές εταιρείες θα οδηγηθούν σε επιβάρυνση (clawback και rebate) που θα ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ για το 2022.
Αν τώρα εξετάσουμε ειδικά το clawback, ο στόχος της μείωσης, που αποτελεί και προαπαιτούμενο στόχο στο πλαίσιο του RRF, φαίνεται να επιτυγχάνεται. Τουλάχιστον για το 2022 (και χωρίς να συνυπολογίσουμε την πορεία της νοσοκομειακής δαπάνης).
Στα προκαταρκτικά στοιχεία που παρατέθηκαν στην επιστολή προς τον Υπ. Υγείας, τα Φάρμακα Υψηλού Κόστους (ΦΥΚ), που προς το παρόν διακινούνται από τα 34 φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, υπολογίζονται περίπου σε 1,49 δισ. ευρώ.
Εξ αυτών, τα 850 εκατ. ευρώ είναι η αποζημίωση που καλύπτει ο φορέας και τα υπόλοιπα είναι clawback και rebate. Τα 470 εκατ. ευρώ αποτελούν «καθαρό» clawback και τα υπόλοιπα 170 εκατ. ευρώ είναι υποχρεωτικές εκπτώσεις (rebate).
Άρα, από τα παραπάνω και μόνο, προκύπτει clawback 828 εκατ. ευρώ το 2022, έναντι 926 εκατ. ευρώ το 2021 και 889 εκατ. ευρώ το 2020. Καταγράφεται δηλαδή μείωση 61 εκατ. ευρώ συγκρίνοντας το 2020 και το 2022.
Ο μεγάλος αστάθμητος, προς το παρόν παράγοντας, παραμένει το νοσοκομειακό clawback, το οποίο φέρεται να βρίσκεται σταθερά εκτός στόχου, τουλάχιστον βάσει των μέχρι στιγμής διαθέσιμων δεδομένων, κινδυνεύοντας εν τέλει να εκτροχιάσει κάθε στόχο του RRF.